1. Η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου και τα άρθρα 85, 86 και 87 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται σε επίπεδο ομίλου, μητρικής εταιρείας και θυγατρικών, περιλαμβανομένων όσων εδρεύουν σε υπεράκτια οικονομικά κέντρα.
2. Τα ιδρύματα κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή του συνόλου των πολιτικών αποδοχών, συμμορφώνονται προς τις ακόλουθες αρχές κατά τρόπο και σε βαθμό που ενδείκνυται προς το μέγεθος, την εσωτερική οργάνωση και τη φύση, το αντικείμενο και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους:
α) η πολιτική αποδοχών συνάδει με και προάγει την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων και δεν ενθαρρύνει την ανάληψη υπερβολικών κινδύνων εκ μέρους του ιδρύματος,
β) η πολιτική αποδοχών είναι σύμφωνη προς την επιχειρηματική στρατηγική, τους στόχους, τις αξίες και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του ιδρύματος και περιλαμβάνει μέτρα για την αποφυγή αντικρουόμενων συμφερόντων,
γ) τα μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του ιδρύματος, υιοθετούν και περιοδικά αναθεωρούν τις γενικές αρχές της πολιτικής αποδοχών και είναι υπεύθυνα για την επίβλεψη της υλοποίησής της,
δ) η εφαρμογή της πολιτικής αποδοχών υπόκειται, τουλάχιστον μία φορά κατ’ έτος, σε κεντρικό και ανεξάρτητο εσωτερικό έλεγχο, όπως ασκείται από τη Μονάδα Εσωτερικής Επιθεώρησης ή τη Μονάδα Εσωτερικού Ελέγχου για τις ΑΕΠΕΥ ως προς τη συμμόρφωση προς την πολιτική και τις διαδικασίες αποδοχών που έχουν εγκριθεί από τα μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου,
ε) τα μέλη του προσωπικού που έχουν επιφορτισθεί με καθήκοντα ελέγχου είναι ανεξάρτητα από τις επιχειρηματικές μονάδες τις οποίες εποπτεύουν, έχουν τις κατάλληλες εξουσίες και αμείβονται με βάση την επίτευξη των στόχων που συνδέονται με τα καθήκοντά τους, ανεξαρτήτως των επιδόσεων των επιχειρηματικών τομέων που ελέγχουν,
στ) οι αποδοχές των ανωτέρων στελεχών στις λειτουργίες διαχείρισης κινδύνου και κανονιστικής συμμόρφωσης εποπτεύονται άμεσα από την επιτροπή αποδοχών του άρθρου 87 του παρόντος νόμου ή, εφόσον δεν έχει συσταθεί η ανωτέρω επιτροπή, από τα μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου,
ζ) στην πολιτική αποδοχών γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των κριτηρίων όσον αφορά τον καθορισμό:
αα) των σταθερών βασικών αποδοχών, που θα πρέπει να αντανακλούν κυρίως τη συναφή επαγγελματική εμπειρία και την ευθύνη της θέσης, όπως ορίζεται στην περιγραφή καθηκόντων του εργαζόμενου ως μέρος των όρων της σύμβασης, και
ββ) των μεταβλητών αποδοχών, που θα πρέπει να αντανακλούν επιδόσεις μακροπρόθεσμες και προσαρμοσμένες στον κίνδυνο, καθώς και επιδόσεις που υπερβαίνουν τις απαιτούμενες για την εκπλήρωση των καθηκόντων του εργαζόμενου ως μέρος των όρων της σύμβασης.
3. Στο σύνολο των αποδοχών περιλαμβάνονται οι μισθοί και οι προαιρετικές συνταξιοδοτικές παροχές, για τις κατηγορίες εργαζομένων που περιλαμβάνουν ανώτερα διοικητικά στελέχη, πρόσωπα τα οποία αναλαμβάνουν κινδύνους και πρόσωπα που ασκούν καθήκοντα ελέγχου, καθώς και κάθε εργαζόμενο οι συνολικές αποδοχές του οποίου τον εντάσσουν στο ίδιο επίπεδο αποδοχών με τα ανώτερα διοικητικά στελέχη και τα πρόσωπα που αναλαμβάνουν κινδύνους, των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ του κινδύνου τους.
4. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και κατά παρέκκλιση των οριζομένων στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 86 εκτός της περίπτωσης στ), και 87 κατωτέρω, καθορίζονται κριτήρια και θεσπίζονται κανόνες σχετικά με την πολιτική αποδοχών των επιχειρήσεων του άρθρου 29, πλην αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 αυτού. Η απόφαση αυτή λαμβάνει υπ’ όψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εν θέματι επιχειρήσεων, το μέγεθός τους, την εσωτερική τους οργάνωση και τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους.