1. Τα ιδρύματα που χρησιμοποιούν εσωτερικές προσεγγίσεις για τον υπολογισμό των σταθμισμένων ανοιγμάτων ή των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων εξαιρουμένου του λειτουργικού κινδύνου γνωστοποιούν τα αποτελέσματα των υπολογισμών των εσωτερικών προσεγγίσεών τους για τα ανοίγματα ή τις θέσεις τους που περιλαμβάνονται στα χαρτοφυλάκια αναφοράς. Τα ιδρύματα υποβάλλουν τα αποτελέσματα των υπολογισμών τους μαζί με επεξήγηση των μεθοδολογιών που χρησιμοποιήθηκαν για τη διενέργειά τους σε κατάλληλη συχνότητα που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδος ή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τουλάχιστον δε ετησίως.
2. Τα ιδρύματα υποβάλλουν τα αποτελέσματα των υπολογισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με τα σχετικά εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα στην Τράπεζα της Ελλάδος ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην ΕΑΤ. Στην περίπτωση που η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιλέγει να αναπτύσσει ειδικά χαρτοφυλάκια, διαβουλεύεται με την ΕΑΤ και διασφαλίζει ότι τα ιδρύματα γνωστοποιούν τα αποτελέσματα των υπολογισμών διακριτά από τα αποτελέσματα των υπολογισμών για τα χαρτοφυλάκια της ΕΑΤ.
3. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ελέγχει, βάσει των πληροφοριών που υποβάλλονται από τα ιδρύματα σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το εύρος των σταθμισμένων ανοιγμάτων ή των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων, ανάλογα με την περίπτωση, πέραν του λειτουργικού κινδύνου, για τα ανοίγματα ή τις συναλλαγές του χαρτοφυλακίου αναφοράς, που απορρέουν από τις εσωτερικές προσεγγίσεις των εν λόγω ιδρυμάτων. Τουλάχιστον σε ετήσια βάση, οι η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αξιολογεί την ποιότητα των ανωτέρω προσεγγίσεων, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στις προσεγγίσεις:
α) που παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές ως προς τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για το ίδιο άνοιγμα,
β) με ιδιαίτερα υψηλή ή χαμηλή διαφοροποίηση, καθώς και, σημαντική και συστηματική υποεκτίμηση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων.
4. Όταν συγκεκριμένα ιδρύματα παρουσιάζουν σημαντική απόκλιση σε σχέση με την πλειοψηφία των ομοειδών ιδρυμάτων ή υπάρχει μικρή ομοιότητα στην προσέγγιση η οποία οδηγεί σε μεγάλη διακύμανση των αποτελεσμάτων, η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ερευνά τα σχετικά αίτια και, εφόσον διαπιστώνεται ότι η προσέγγιση ενός ιδρύματος οδηγεί σε υποεκτίμηση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων, η οποία δεν μπορεί να αποδοθεί σε διαφορές των υποκείμενων κινδύνων των ανοιγμάτων ή θέσεων, λαμβάνει διορθωτικά μέτρα.
5. Οι αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σχετικά με την καταλληλότητα των διορθωτικών μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου λαμβάνουν υπόψη την αρχή σύμφωνα με την οποία τα μέτρα αυτά πρέπει να συνάδουν με τους στόχους μιας εσωτερικής προσέγγισης και συνεπώς:
α) δεν συνεπάγονται τυποποίηση ή προτιμώμενες μεθόδους,
β) δεν δημιουργούν εσφαλμένα κίνητρα ή
γ) δεν προκαλούν αγελαία συμπεριφορά.