1. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενθαρρύνει τα ιδρύματα που είναι σημαντικά από πλευράς μεγέθους και εσωτερικής οργάνωσης, καθώς και φύσεως, εύρους και πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων τους, να αναπτύσσουν την ικανότητα εσωτερικής αξιολόγησης του πιστωτικού κινδύνου και να αυξάνουν τη χρήση της προσέγγισης των εσωτερικών διαβαθμίσεων για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου, όταν τα ανοίγματά τους είναι σημαντικά σε απόλυτες τιμές και όταν έχουν ταυτόχρονα ένα μεγάλο αριθμό σημαντικών αντισυμβαλλομένων. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν την εκπλήρωση των κριτηρίων που ορίζονται στο τρίτο Mέρος τίτλο Ι Kεφάλαιο 3 Tμήμα 1 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
2. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων των ιδρυμάτων, τα παρακολουθεί προκειμένου να διαπιστώνει ότι δεν βασίζονται αποκλειστικά ή μηχανιστικά σε εξωτερικές πιστοληπτικές αξιολογήσεις για την εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας οντότητας ή ενός χρηματοοικονομικού μέσου.
3. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενθαρρύνει τα ιδρύματα, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος, την εσωτερική οργάνωση και τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους να αναπτύσσουν διαδικασίες για την εσωτερική αξιολόγηση ειδικού κινδύνου και να αυξάνουν τη χρήση εσωτερικών υποδειγμάτων για τον υπολογισμό των απαιτήσεων των ιδίων κεφαλαίων για τον ειδικό κίνδυνο των χρεωστικών τίτλων του χαρτοφυλακίου συναλλαγών, καθώς και τη χρήση εσωτερικών υποδειγμάτων για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων για τους κινδύνους αθέτησης υποχρεώσεων και μεταβολής της πιστοληπτικής αξιολόγησης σε περίπτωση που η έκθεσή τους σε ειδικό κίνδυνο είναι ουσιώδης σε απόλυτες τιμές και στην περίπτωση που έχουν μεγάλο αριθμό καθαρών θέσεων σε χρεωστικούς τίτλους διαφορετικών εκδοτών.
4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν την εκπλήρωση των κριτηρίων που ορίζονται στο τρίτο Μέρος Τίτλος IV Κεφάλαιο 5 Τμήματα 1 έως 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.