1. Τα ιδρύματα διαθέτουν άρτιο και αποτελεσματικό σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης που περιλαμβάνει σαφή οργανωτική διάρθρωση με ευκρινείς, διαφανείς και συνεπείς γραμμές αναφοράς και κατανομής των αρμοδιοτήτων, αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων τους οποίους αναλαμβάνουν ή ενδέχεται να αναλάβουν, επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων των κατάλληλων διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών καθώς και πολιτικές και πρακτικές αποδοχών οι οποίες είναι συνεπείς και προάγουν την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων.
2. Το πλαίσιο, οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου πρέπει να είναι επαρκείς και ανάλογοι προς τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των κινδύνων που ενέχουν το επιχειρηματικό μοντέλο και οι δραστηριότητες του ιδρύματος, λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά κριτήρια που ορίζονται στα άρθρα 68 έως 87 του παρόντος νόμου.
3. Τα ιδρύματα εκπονούν σχέδια ανάκαμψης με σκοπό την αποκατάσταση της βιωσιμότητάς τους, έπειτα από σημαντική επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης αυτών. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εκπονεί κατά περίπτωση σχέδια εξυγίανσης. Η υποχρέωση για την εκπόνηση και την επικαιροποίηση του σχεδίου ανάκαμψης και του σχεδίου εξυγίανσης μπορεί, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, να είναι μειωμένη εφόσον κριθεί, μεταξύ άλλων, ότι η ανάκληση της αδείας λειτουργίας και η θέση σε εκκαθάριση, ή, προκειμένου για επιχειρήσεις επενδύσεων, πτώχευση, του συγκεκριμένου ιδρύματος δεν θα έχει, λόγω του μεγέθους, του επιχειρηματικού του μοντέλου ή της διασύνδεσής του με άλλα ιδρύματα ή με το χρηματοοικονομικό σύστημα εν γένει, ουσιώδεις επιπτώσεις στις χρηματοοικονομικές αγορές, σε άλλα ιδρύματα ή στις συνθήκες χρηματοδότησης. Επί επιχειρήσεων επενδύσεων η εν λόγω απόφαση λαμβάνεται κατόπιν διαβούλευσης με την αρχή μακροπροληπτικής εποπτείας.
4. Προς το σκοπό εκπόνησης και προετοιμασίας βιώσιμων σχεδίων εξυγίανσης, τα ιδρύματα συνεργάζονται στενά με την Τράπεζα της Ελλάδος ή, κατά περίπτωση, την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, παρέχοντας κάθε αναγκαία πληροφορία και εκθέτοντας τις επιλογές για την ομαλή εξυγίανσή τους σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας και θέση σε ειδική εκκαθάριση, ή, κατά περίπτωση, πτώχευση, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας.
5. Κατά την ανάπτυξη και τον συντονισμό αποτελεσματικών και συνεκτικών σχεδίων ανάκαμψης και εξυγίανσης, η Τράπεζα της Ελλάδος ή, κατά περίπτωση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνεργάζονται με την ΕΑΤ σύμφωνα με το άρθρο 25 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. Στο πλαίσιο αυτό, ενημερώνουν πλήρως και εκ των προτέρων την ΕΑΤ ως προς τη διεξαγωγή συνεδριάσεων ή δραστηριοτήτων με αντικείμενο την ανάπτυξη και το συντονισμό σχεδίων ανάκαμψης και εξυγίανσης, οσάκις αυτές πραγματοποιούνται, καθώς και για τα κύρια θέματα προς συζήτηση και τις δραστηριότητες προς εξέταση. Προς τούτο παρέχουν στην ΕΑΤ δικαίωμα συμμετοχής στις εν λόγω συνεδριάσεις.
6. Ειδικότερα θέματα και τεχνικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου του σχεδίου ανάκαμψης, ρυθμίζονται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
7. Ανεξάρτητα από την αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης και την κατάρτιση του σχεδίου εξυγίανσης, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να διορίσει στο πιστωτικό ίδρυμα επίτροπο κατά το άρθρο 137 ή να λάβει μέτρα εξυγίανσης κατά τα άρθρα 140, 141 και 142 του παρόντος νόμου.
8. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να ζητήσει σχέδιο ανάκαμψης από τα πιστωτικά ιδρύματα και να καταρτίζει σχέδιο εξυγίανσης και σε ενοποιημένη βάση.