1. Η Τράπεζα της Ελλάδος, κατά την αξιολόγηση της απόκτησης συμμετοχής, διαβουλεύεται εκτενώς με τις οικείες αρμόδιες αρχές, εφόσον ο υποψήφιος αγοραστής είναι:
α) πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση επενδύσεων ή επιχείρηση του άρθρου 31 του παρόντος νόμου ή εταιρεία διαχείρισης κατά την έννοια της περίπτωσης β) του άρθρου 3 του ν. 4099/2012 (Α’ 250) («εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ»), με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής,
β) μητρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος, ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, επιχείρησης επενδύσεων ή εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής,
γ) φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ελέγχει πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση επενδύσεων ή εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής.
2. Η Τράπεζα της Ελλάδος διαβιβάζει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών, για τους σκοπούς της αξιολόγησης της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής που προβλέπεται στο παρόν άρθρο ή σε αντίστοιχη διάταξη νομοθεσίας κρατών μελών που ενσωματώνει το άρθρο 22 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, όπως ισχύει:
α) κατόπιν αιτήματός τους, κάθε σχετική πληροφορία, και
β) με δική της πρωτοβουλία, όλες τις ουσιαστικής σημασίας σχετικές πληροφορίες, διαβιβάζοντας και στις δύο περιπτώσεις τυχόν απόψεις ή επιφυλάξεις σχετικά με τον υποψήφιο αγοραστή.
3. Η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να ζητά πληροφορίες από αρμόδιες αρχές άλλων κρατών-μελών για τους σκοπούς αξιολόγησης από αυτήν προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής. Στην απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος για την προτεινόμενη συμμετοχή σε πιστωτικό ίδρυμα που εδρεύει στην Ελλάδα επισημαίνονται τυχόν απόψεις ή επιφυλάξεις τις οποίες ενδεχομένως εξέφρασε η αλλοδαπή αρχή, στο πλαίσιο της ανωτέρω διαβούλευσης.