1. Η διοικητική αναγνώριση των εν λόγω επίδικων εδαφικών εκτάσεων, ανεξάρτητα από το χαρακτήρα, τη µορφή και το καθεστώς προστασίας τους, ως ιδιωτικών, γίνεται, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι παραπάνω προϋποθέσεις, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, για δε τις εδαφικές εκτάσεις που είναι χαρακτηρισμένες εν όλω ή εν μέρει ως δάση ή δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατόπιν γνώμης Τριμελούς Επιτροπής αποτελούμενης από το Γενικό Γραμματέα Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών ως Πρόεδρο και τους Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ως μέλη, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις, αρχίζουν να ισχύουν μετά την καταβολή του ανταλλάγματος και καταχωρίζονται μετά την έναρξη της ισχύος τους εντός προθεσμίας τριών μηνών στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο ή Υποθηκοφυλακείο. Σε περίπτωση που ο αιτών επιλέξει το εδαφικό αντάλλαγμα, η πράξη διοικητικής αναγνώρισης αποτελεί και τίτλο διανομής του ακινήτου, το οποίο περιέρχεται στο Ελληνικό Δημόσιο ελεύθερο παντός βάρους. η οποία γίνεται εντός προθεσμίας τριών μηνών από την κοινοποίηση των αποφάσεων αυτών στον αιτούντα την διοικητική αναγνώριση, δυναμένης να παραταθεί, ύστερα από σχετική αίτηση, για ίσο χρονικό διάστημα. Σε περίπτωση μη εκπλήρωσης των όσων ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος εντός της ανωτέρω προθεσμίας, οι πιο πάνω αποφάσεις ανακαλούνται αναδρομικά από της εκδόσεώς τους. Η έναρξη ισχύος των αποφάσεων αυτών βεβαιώνεται άπαξ από την Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, μετά την εκπλήρωση του όρου του άρθρου 2 του παρόντος.
Σε περίπτωση επιλογής χρηματικού ανταλλάγματος, η προθεσμία μεταγραφής της πράξης εξόφλησης ορίζεται σε 3 μήνες από την έκδοση της διοικητικής πράξης αναγνώρισης.
2. Η έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της ασκηθείσας κατά του Δημοσίου αγωγής κωλύει την καταχώρηση στο οικείο Κτηματολογικό Γραφείο ή Υποθηκοφυλακείο των παραπάνω αποφάσεων ανατρεπομένης της όλης διαδικασίας διοικητικής αναγνώρισης του παρόντος νόμου σε όποιο στάδιο κι αν βρίσκεται.
3. Εκτάσεις χαρακτηρισμένες ως δάση, δασικές, αναδασωτέες ή που υπάγονται σε εδικό καθεστώς προστασίας διατηρούν το χαρακτήρα, τη μορφή και το καθεστώς προστασίας τους και μετά την υπαγωγή τους στις διατάξεις του παρόντος και τη διοικητική αναγνώρισή τους, ως ιδιωτικών.
4. Η ένταξη στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 1 έως και 4 του νόμου αυτού ακινήτου, επί του οποίου έχουν ανεγερθεί αυθαίρετα κτίσματα, σε καμιά περίπτωση δεν νομιμοποιεί τα κτίσματα αυτά. Σε προθεσμία 12 μηνών από την έκδοση της διοικητικής πράξης αναγνώρισης, ο αιτών πρέπει να υποβάλλει αίτηση νομιμοποίησης ή τακτοποίησης των κτισμάτων, άλλως ανακαλείται η πράξη διοικητικής αναγνώρισης.
5. Η απόφαση διοικητικής αναγνώρισης αποτελεί τίτλο μεταγραπτέο στο αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή Κτηματολογικό γραφείο.
6. Η υποβολή αίτησης της παρ. 1 του άρθρου 3 αναστέλλει την πρόοδο εκκρεμούς δίκης σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου σύμφωνα με την περ. β’ του άρθρου 1 και σε κάθε περίπτωση την έκδοση αποφάσεως επ’ αυτής, μέχρι την έκδοση απόφασης και σε κάθε περίπτωση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα 2 έτη. Εκκρεµείς δίκες µεταξύ του Ελληνικού Δηµοσίου και ιδιωτών που αφορούν εµπράγµατα δικαιώµατα επί των παραπάνω εδαφικών εκτάσεων, µετά την έκδοση της απόφασης αναγνώρισης και την κατά τα ανωτέρω μεταβίβαση του εδαφικού ανταλλάγματος ή την πλήρη εφάπαξ εξόφληση του χρηματικού ανταλλάγματος προς το Ελληνικό Δημόσιο, καταργούνται.
Στο Άρθρο 4 επιβάλλεται προς άρση παρανόησης, να διευκρινισθεί ρητά ότι δεν εξαιρούνται της υπαγωγής επίδικες εδαφικές εκτάσεις, που βρίσκονται εντός ζώνης αιγιαλού και παραλίας.
Ως άλλη παρατήρηση, έχω να προσθέσω τα εξής: Αρχικά η Κτηματολογική διαδικασία, προέβλεπε ότι θα γινόταν παράλληλα με την κτηματογράφηση και δασικοί χάρτες. Στην πορεία αυτό άλλαξε και θεσπίσθηκε ότι με πρόταση τεσσάρων Υπουργών , θα καθορισθούν οι μεταβολές που θα γίνονται στους Κτηματικούς Χάρτες, όταν γίνουν οι δασικοί, διαδικασία που μέχρι σήμερα παρά την πάροδο πολλών ετών, δεν ακολουθήθηκε-τηρήθηκε. Τώρα με τις προωθούμενες διατάξεις , όλος ο όγκος των εκτάσεων που θα αποκαλυφθούν στην κτηματολογική διαδικασία ότι ήσαν δάση και δασικές ή αναδασωτέες εκτάσεις του Δημοσίου και καταπατήθηκαν και ανοίγουν δίκες με το Δημόσιο, θα παγώνουν στην ουσία οι οριστικές τους εγγραφές, με μια αίτηση που θα κάνουν οι φερόμενοι ως προβάλλοντες αξιώσεις ιδιοκτησίας, εις τρόπον ώστε θα είναι στην ουσία αδύνατη η εφαρμογή των προωθούμενων διατάξεων και οι οριστικές εγγραφές σε αναστολή. Εκτιμώ ότι είναι καλύτερα να καταγραφεί το πρόβλημα μέσω των Κτηματογραφήσεων και με ομαδοποίηση των ανά την Χώρα καταγραφομένων ειδικών περιπτώσεων, να προωθηθούν και ρυθμίσεις με αναγκαστικό και κοινωνικό χαρακτήρα, συντρεχουσών συγκεκριμένων προϋποθέσεων.
Οι προωθούμενες διατάξεις, επιδιώκουν να κάμψουν τις αντιδράσεις των καταπατητών στην κτηματολογική διαδικασία, όσον αφορά και τα δάση και τις δασικές εν γένει εκτάσεις της Χώρας, δίνοντας τους ελπίδες και έδαφος για διανομή και εξαγορά των καταπατημένων εκτάσεων. Αυτό λειτουργεί εναρμονισμένα με την ισχύουσα δασική νομοθεσία, μόνο όσον αφορά αγρούς που λόγω εγκατάλειψης της συστηματικής καλλιέργειας τους, εγκαταστάθηκε δασική βλάστηση και απέκτησαν δασικό χαρακτήρα και εξ αυτού του λόγου εμπίπτουν πλέον στο πλαίσιο προστασίας του ισχύοντος Συντάγματος (βλ. άρθρο 24). Είναι γεγονός ότι άλλο περιβαλλοντική προστασία και άλλο ιδιοκτησιακό ζήτημα των γαιών. Στις περιπτώσεις όμως εκείνες, που τα στοιχεία που διαθέτει η διοίκηση, σε συνδυασμό με την φύση των επίδικων γαιών(βραχώδη, πετρώδη, άγονα κ.λ.π), που καταμαρτυρεί ότι ανέκαθεν, ήσαν σε δασική μορφή και εκμετάλλευση,(έλλειψη ιχνών γεωργικής καλλιέργειας), δεν πρέπει να εφαρμόζονται οι προωθούμενες διατάξεις , τόσο γιατί τα δάση και οι δασικές εκτάσεις είναι δημόσια αγαθά με κοινόχρηστο περιβαλλοντικό χαρακτήρα και τυγχάνουν συνταγματικής προστασίας(βλέπε και Α.Π 207/2010 Α πολ. τμ.) , όσο και γιατί το Σύνταγμα επιβάλλει την απαλλοτρίωση και των ιδιωτικών εκτάσεων. Οι μοιρασιές λοιπόν που προωθούνται, ή ο κατακερματισμός τους με ανταλλάγματα, δεν εναρμονίζεται, ούτε με το Σύνταγμα ούτε με την μέχρι σήμερα διαμορφωθείσα νομολογία των δικαστηρίων. Αλλά και στις περιπτώσεις αυτές των δασωμένων αγρών, σχετικές διατάξεις δίνουν δυνατότητες διοικητικής αναγνώρισης, πλην όμως δεν εφαρμόζονται στην πράξη, επειδή κύρια δεν έχει εκδοθεί κοινή απόφαση υπουργού Οικονομικών και ΥΠΕΚΑ (βλ. άρθρο 12ν.3208/2003 σε συνδυασμό με άρθρο 22 του αυτού νόμου.
Προτείνεται, τόσο η απόφαση διοικητικής αναγνώρισης τού Υπουργού Οικονομικών όσο και οι ανάλογες κοινές Υπουργικές Αποφάσεις νά εκδίδονται μέσα σέ συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (π.χ. τριών μηνών) από τής υποβολής τής σχετικής αίτησης από τόν ενδιαφερόμενο. Σέ περίπτωση πού παρέλθει άπρακτη η σχετική προθεσμία νά μπορεί ο ενδιαφερόμενος νά προβαίνει στήν καταβολή τού όποιου ανταλλάγματος προβλέπεται από τό νόμο και μέ αντίγραφο τής αίτησής του (όπου εμφαίνονται και τά υποβαλλόμενα νόμιμα δικαιολογητικά και ο αριθμός πρωτοκόλου κατάθεσης)και αντίγραφο τού παραστατικού κατάθεσης τού άνω ανταλλάγματος, νά μπορείο νά προβαίνει στή σχετική ιδιοκτησιακή εγγραφή στό οικείο Υποθηκοφυλακείο. Μέ τόν τρόπο αυτό θά αποφεύγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και τυχόν άνομες επιδιώξεις οργάνων τής διοίκησης.
ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΙΤΡΑΠΕΙ ΣΕ ΙΔΙΩΤΕΣ Η ΕΞΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΚΑΛΝΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ, ΚΑΘΩΣ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΜΝΗΜΕΙΟ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΑΛΛΟΥΣ ΚΑΙ ΩΡΑΙΟΤΗΤΑΣ. ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ, Η ΚΑΛΝΤΕΡΑ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΟΙΑΣ, ΗΜΕΡΟΒΙΓΛΙΟΥ, ΦΗΡΟΣΤΕΦΑΝΙΟΥ, ΦΗΡΩΝ, ΜΕΓΑΛΟΧΩΡΙΟΥ, ΑΚΡΩΤΗΡΙΟΥ, ΠΡΕΠΕΙ Ο ΝΟΜΟΘΕΤΗΣ ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΙΤΡΕΨΕΙ ΣΕ ΚΑΜΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΥΤΟ, ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ.