1. Όποιος κατέχει αυθαίρετα, με ή χωρίς τίτλους, δημόσιο ή ανταλλάξιμο ακίνητο που ανήκει στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου και υπάγεται στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Οικονομικών, καταγεγραμμένο ή μη, με ή χωρίς κτίσματα, δικαιούται να ζητήσει από την αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, την εξαγορά αυτού, μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εφόσον κατέχει το ακίνητο επί τουλάχιστον μία εικοσαετία (20), χωρίς διακοπή, και μέχρι την 31-12-2013 και εφόσον η κατοχή συνεχίζεται μέχρι και την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Στο χρόνο της αυθαίρετης κατοχής του αιτούντος συνυπολογίζεται και ο χρόνος που το ακίνητο ήταν στην κατοχή των φερομένων ως δικαιοπαρόχων του με καθολική ή ειδική διαδοχή.
2. Μπορεί να εξαγορασθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 1, κατ’ ανώτατο όριο:
α) επί αστικών ακινήτων:
αα. Για οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, έκταση μέχρι πέντε (5) στρεμμάτων.
ββ. Για περιοχές που βρίσκονται μέσα σε σχέδιο πόλης ή για οικισμούς που προϋφίστανται του έτους 1923, έκταση ίση με το ελάχιστο εμβαδόν αρτίου, κατά κανόνα ή παρέκκλιση, και οικοδομήσιμου οικοπέδου κατά το οικείο σχέδιο πόλεως. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η εξαγορά συνεχόμενης έκτασης, εφόσον αυτή καλύπτεται από μόνιμα κτίσματα.
β) επί αγροτικών ακινήτων, ενιαία έκταση μέχρι δέκα (10) στρέμματα και μέχρι είκοσι (20) στρέμματα συνολικά.
3. Είναι δυνατή η εξαγορά περισσότερων του ενός ακινήτου από τον ίδιο κάτοχο, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, υπό την προϋπόθεση ότι το σύνολο των εξαγοραζομένων εκτάσεων δεν υπερβαίνει τα είκοσι (20) στρέμματα. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, στην αίτηση εξαγοράς προσδιορίζεται το ακίνητο ή τα ακίνητα για τα οποία ασκείται το δικαίωμα εξαγοράς. Μετά την έκδοση της απόφασης εξαγοράς, ο αιτών παραιτείται, με έγγραφη δήλωσή του προς την οικεία Κτηματική Υπηρεσία, από κάθε διεκδίκηση κυριότητας επί οποιουδήποτε άλλου αυθαιρέτως κατεχόμενου δημόσιου ακινήτου.
Αν, μετά την ικανοποίηση των αιτήσεων εξαγοράς, δημιουργούνται εναπομείναντα μη άρτια ακίνητα Β.Κ., η Επιτροπή του άρθρου 10 έχει δικαίωμα να ζητήσει από όμορο ή όμορους αιτούντες να εξαγοράσουν και το εναπομείναν τμήμα ως προσκυρωτέο, άλλως να παραιτηθούν πλήρως από την υποβληθείσα αίτηση.
4.Η εξαγορά ακινήτου επί του οποίου έχουν ανεγερθεί αυθαίρετα κτίσματα, σε καμιά περίπτωση δεν νομιμοποιεί τα κτίσματα αυτά. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας 12 μηνών από την έκδοση της απόφασης εξαγοράς, ο αιτών οφείλει να υποβάλει αίτηση νομιμοποίησης ή τακτοποίησης των κτισμάτων, επί ποινή ανάκλησης της απόφασης εξαγοράς.
5. α. Περισσότεροι κάτοχοι του ιδίου ακινήτου δικαιούνται να εξαγοράσουν ο καθένας το τμήμα που κατέχει, εφόσον είναι εφικτός ο φυσικός διαχωρισμός, εφαρμοζομένης αναλόγως της παραγράφου 2 του παρόντος.
β. Εάν ο φυσικός διαχωρισμός δεν είναι εφικτός, το ακίνητο εξαγοράζεται εξ ολοκλήρου και εξ αδιαιρέτου από τους κατόχους κατά το ποσοστό που αντιστοιχεί στο κατεχόμενο από τον καθένα τμήμα.
γ. Τα τμήματα των προηγούμενων περιπτώσεων για τα οποία δεν υποβάλλεται εμπροθέσμως από τους κατόχους τους αίτηση εξαγοράς, εκποιούνται στους λοιπούς κατόχους που έχουν υποβάλλει σχετική αίτηση, σε ποσοστό ανάλογο με την κατεχόμενη μερίδα τους.
δ. Επί περισσοτέρων κατόχων, προτιμάται για την εξαγορά, κατά σειρά, ο ανεγείρας κτίσμα ή ο συνιδιοκτήτης με το Δημόσιο και, επί περισσοτέρων συνιδιοκτητών του Δημοσίου, αυτός που έχει το μεγαλύτερο ποσοστό.
6. Σε περίπτωση που τα παραχωρούμενα ακίνητα βρίσκονται σε παραμεθόριες περιοχές κατά την έννοια του ν.1892/1990, για την εξαγορά απαιτείται και η τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου αυτού.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, καθορίζονται ειδικότερες προϋποθέσεις ή παράμετροι προσκύρωσης, κριτήρια διαφοροποίησης της επιλογής τμήματος καταπατημένου ακινήτου σύμφωνα με την παράγραφο 3, καθώς και κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.