Εάν με την επεξεργασία της δήλωσης προκύψει ότι δεν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις προέγκρισης της συναλλαγής, η Φορολογική Διοίκηση, εκδίδει εντολή ελέγχου, με βάση την οποία ελέγχει σε κάθε περίπτωση εάν οι συγκεκριμένες δαπάνες αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.
Ο φορολογικός έλεγχος, λαμβάνει υπόψη του στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή πραγματικά έχει λάβει χώρα και ότι έχει αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην ελεγχόμενη επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες.
Στην περίπτωση εκπρόθεσμης δήλωσης γνωστοποίησης της συναλλαγής, από την οποία προκύπτει έγκριση της συναλλαγής, ο υπόχρεος απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του προκαταβλητέου φόρου και εκδίδεται εντολή ελέγχου εάν η αξία της συναλλαγής συναθροιζόμενη με άλλες συναλλαγές κατά το φορολογικό έτος που αφορά υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ.
Επιπλέον με βάση την δήλωση γνωστοποίησης της συναλλαγής από την οποία χορηγήθηκε προέγκριση, δύναται να πραγματοποιηθεί δειγματοληπτικός μερικός έλεγχος στον υπόχρεο. Ο έλεγχος αυτός μπορεί να γίνεται πριν τη διενέργεια της συναλλαγής ή την ολοκλήρωση της συναλλαγής. Ο υπόχρεος απαιτείται να προσκομίσει τον πλήρη φάκελο με τα απαραίτητα αποδεικτικά τεκμήρια εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοση της εντολής ελέγχου καθώς και όποιο άλλο στοιχείο κρίνει η Φορολογική Διοίκηση κατά τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου. Κατά τη διενέργεια του φορολογικού ελέγχου η Φορολογική Διοίκηση μπορεί να αναζητήσει οποιοδήποτε στοιχείο κρίνει πρόσφορο σχετικά με την αναγνώριση ή μη της συναλλαγής, με βάση τα πραγματικά στοιχεία, και δεν περιορίζεται στις προϋποθέσεις οι οποίες ισχύουν για την προέγκριση της συναλλαγής.
Εάν μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που είχαν συμπεριληφθεί στη δήλωση γνωστοποίησης της συναλλαγής του υπόχρεου, ή εάν διαπιστωθεί, βάσει των πραγματικών δεδομένων, ότι η συναλλαγή δεν είναι τελικά συνήθης και πραγματική και έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή, τότε αναζητείται αναδρομικά ο προκαταβλητέος φόρος, εφαρμοζομένων των διατάξεων του ν.4174/2013, και η συγκεκριμένη συναλλαγή δεν αναγνωρίζεται φορολογικά. Επίσης εφαρμόζονται όσα προβλέπονται από τις ισχύουσες γενικές φορολογικές διατάξεις.
7. Η δεύτερη πρόταση του άρθρου 2 πρέπει να διατυπωθεί ως εξής: «Ο φορολογικός έλεγχος επαληθεύει τα στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι η συναλλαγή πραγματικά έχει λάβει χώρα από την ελεγχόμενη επιχείρηση που την πραγματοποίησε.». Η αναφορά σε έλεγχο πραγματικού οικονομικού οφέλους είναι εσφαλμένη, επειδή επιβαρύνει την φορολογική αρχή με την υποχρέωση της ανάλυσης πληθώρας δεδομένων, την αναζήτηση των απόψεων της υπόχρεης επιχείρησης και, τελικώς, καταλήγει σε αμφισημία ως προς τις προθέσεις της φορολογικής αρχής και διακινδυνεύει την απαραίτητη διαφάνεια των σχετικών πράξεων.
8. Καθώς τα αποδεικτικά τεκμήρια που οφείλει να προσκομίσει ο φορολογούμενος κρίνονται επαρκή, δεν θεωρούμε αναγκαίο να αναζητούνται άλλα στοιχεία και για το λόγο αυτό προτείνουμε τη διαγραφή της τρίτης πρότασης της τέταρτης παραγράφου του άρθρου 2: « Κατά την διενέργεια του φορολογικού ελέγχου … προέγκριση της συναλλαγής.»
9. Η πρώτη πρόταση της πέμπτης παραγράφου του ίδιου άρθρου, πρέπει επίσης να αναδιατυπωθεί κατά τον εξής τρόπο: « Εάν μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις, που είχαν συμπεριληφθεί στη δήλωση γνωστοποίησης της συναλλαγής του υπόχρεου, τότε αναζητείται αναδρομικά ο προκαταβλητέος φόρος, εφαρμοζόμενων των διατάξεων του Ν. 4174/2013 και η συγκεκριμένη συναλλαγή δεν αναγνωρίζεται φορολογικά.». Κρίνεται απαραίτητο να σημειωθεί, ότι ο προσωρινός έλεγχος, όπως προβλέπεται στη θεσπιζόμενη διαδικασία, δεν είναι δυνατό, λόγω του περιορισμένου χρόνου, να προβεί στην ανάλυση των πραγματικών δεδομένων και να υποκαταστήσει τον τακτικό έλεγχο. Οι διαδικασίες προσωρινού ελέγχου πρέπει να είναι σύντομες και να μην έρχονται σε πιθανή αντίθεση με τα αποτελέσματα του τακτικού ελέγχου. Η αμφισημία που προκύπτει μετά τη θέσπιση αυτών των διαδικασιών είναι εξαιρετικά μεγάλη.
Τι σημαίνει “πραγματικό οικονομικό όφελος” στο άρθρο 2 και πώς υπολογίζεται επί του συνόλου ή ανα συναλλαγή; Μπορεί για παράδειγμα μια συναλλαγή να μην αποδίδει κέρδος ή να αποδίδει μικρό για λόγους προωθητικούς του προϊόντος. Συνιστά αυτό “πραγματικό οικονομικό όφελος”;
Γενικό Σχόλιο: Δεν αναφέρεται σε πόσο χρόνο πρέπει να επεξεργαστεί η Φορολογική Αρχή τη γνωστοποίηση σε περίπτωση μη αυτοδίκαιης προέγκρισης και πως θα επικοινωνείται το αποτέλεσμα της επεξεργασίας στον φορολογούμενο. Επίσης δεν αναφέρεται ρητά εάν απορριφθεί η προέγκριση αν πρέπει ο φορολογούμενος να καταβάλει τον προκαταβλητέο φόρο και σε πόσο χρονικό διάστημα.
Υφιστάμενη διάταξη: «Στην περίπτωση εκπρόθεσμης δήλωσης γνωστοποίησης της συναλλαγής, από την οποία προκύπτει έγκριση της συναλλαγής, ο υπόχρεος απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του προκαταβλητέου φόρου και εκδίδεται εντολή ελέγχου εάν η αξία της συναλλαγής συναθροιζόμενη με άλλες συναλλαγές κατά το φορολογικό έτος που αφορά υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ»
Σχόλιο: Σε περίπτωση εκπρόθεσμης γνωστοποίησης και προέγκρισης της συναλλαγής να προβλέπεται μόνο η υποχρέωση καταβολής του διοικητικού προστίμου του αρ. 54 του Ν. 4174/2013 και να μην διενεργείται έλεγχος. Επίσης να προβλεφθεί ότι αφορά συναλλαγές αυτής της περίπτωσης.
Σχόλιο: Ο δειγματοληπτικός έλεγχος θα πρέπει να αφορά μόνο την τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στην Υπουργική Απόφαση, καθώς θα πρέπει να αφορά ο έλεγχος αυτός μόνο την τήρηση των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην Υπουργική Απόφαση.
Υφιστάμενη διάταξη: «Εάν μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που είχαν συμπεριληφθεί στη δήλωση γνωστοποίησης της συναλλαγής του υπόχρεου, ή εάν διαπιστωθεί, βάσει των πραγματικών δεδομένων, ότι η συναλλαγή δεν είναι τελικά συνήθης και πραγματική και έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή, τότε αναζητείται αναδρομικά ο προκαταβλητέος φόρος, εφαρμοζομένων των διατάξεων του ν. 4174/2013, και η συγκεκριμένη συναλλαγή δεν αναγνωρίζεται φορολογικά. Επίσης εφαρμόζονται όσα προβλέπονται από τις ισχύουσες γενικές φορολογικές διατάξεις.
Σχόλιο: Εάν και δεν αναγνωρίζεται η δαπάνη και καταβάλλεται και ο προκαταβλητέος φόρος, τότε πρόκειται για διπλή φορολογία! Το γεγονός ότι ο μηχανισμός που προτείνεται (συμψηφισμός στη δήλωση) δεν μπορεί να λειτουργήσει σε όλες τις περιπτώσεις.
1. Τι σημαίνει “πραγματικό οικονομικό όφελος” στο άρθρο 2 και πώς υπολογίζεται επί του συνόλου ή ανα συναλλαγή; Μπορεί για παράδειγμα μια συναλλαγή να μην αποδίδει κέρδος ή να αποδίδει μικρό για λόγους προωθητικούς του προϊόντος. Συνιστά αυτό “πραγματικό οικονομικό όφελος”;
2. Δεν αποκλείει η προέγκριση τον κανονικό φορολογικό έλεγχο. Ο φορολογικός έλεγχος όμως δεν δεσμεύεται από την προέγκριση. Δεν ορίζεται όμως πότε και γιατί μπορεί ο φορολογικός έλεγχος να φτάσει σε άλλο αποτέλεσμα από την προέγκριση και να αντιμετωπίσει ως μη εκπίπτουσα μια συναλλαγή. Αν βρεθούν νέα στοιχεία, οπότε και είναι εύλογο, ή μπορεί και με απλή διαφορετική εκτίμηση των ιδίων στοιχείων;
Το αρθρο 21 του Ν 4321/2015 θα έπρεπε να μην συμπεριλαμβάνει τις χώρες τις Ε.Ε. Θα μπορούσε πολυ απλα να υποχρεώνει τους φορολογούμενος να εχουν στο αρχείο τους πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας του αντισυμβαλλόμενου , να αποδείξουν τον τροπο μεταφοράς και την εξόφληση των ΤΙΜ για μελλοντικό έλεγχο. Κατα την άποψη μου το αρθρο αυτό προκαλει αθέμιτο ανταγωνισμό εντός της Ε.Ε. και επιπλέον λειτουργικό κόστος , διεύρυνση της γραφειοκρατίας .
Η διάταξη για την προκαταβολή φόρου 26% είναι απόλυτα συνταγματική και βοηθά στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων που έχουν έδρα την Ελλάδα.
Πχ. Επιχείρηση παροχής υπηρεσιών , μεταφορές κλπ. στην Ελλάδα φορολογείται πάνω από 26% άρα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί επιχειρήσεις του εξωτερικού με λιγότερη φορολογία.
Φυσικά ο ΣΕΒ θα έπρεπε να επικροτήσει αυτήν την διάταξη βλέποντας μια ευκαιρία επένδυσης εταιριών παροχής υπηρεσιών, μεταφορών στην Ελλάδα για τα μέλη του.
Η άποψη μερικών που θέλουν να χρησιμοποιούν εικονικά τιμολόγια για την αύξηση της κερδοφορίας τους θα έπρεπε να είναι κατακριτέα.
Ίσως ο ΣΕΒ πρέπει να αρχίσει να βλέπει την επένδυση στην Ελλάδα από άλλη οπτική γωνία.