1. Η έναρξη ασφαλιστικής εκκαθάρισης δεν εμποδίζει τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή να συνεχίζει ορισμένες δραστηριότητες της ασφαλιστικής επιχείρησης, εφόσον αυτό απαιτείται ή ενδείκνυται για τους σκοπούς της εκκαθάρισης με τη συναίνεση και υπό τον έλεγχο της Εποπτικής Αρχής, ενδεικτικά να διαχειρίζεται την περιουσία της επιχείρησης και να συνάπτει δάνεια με πιστωτικά ιδρύματα με σκοπό να εξοφλεί δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση. Οι απαιτήσεις από τα δάνεια αυτά έχουν το προνόμιο της παραγράφου 1 του άρθρου 240 του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται ειδικότερα οι όροι και οι προϋποθέσεις της συνέχισης ορισμένων δραστηριοτήτων της ασφαλιστικής επιχείρησης από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή.
2. Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ενημερώνει τακτικά με τον πλέον πρόσφορο τρόπο τους δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση και λοιπούς πιστωτές σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης. Προς τούτο, ενημερώνει την ιστοσελίδα της υπό εκκαθάριση επιχείρησης τουλάχιστον μηνιαίως σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης.
3. Κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της και σε βάρος των ασφαλισμένων της για ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, μέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται εις ολόκληρο η ασφαλιστική επιχείρηση. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης.
4. Αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών εισάγονται και εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
5. Εκκρεμείς διαφορές στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εισάγονται, με κλήση οποιουδήποτε νομιμοποιουμένου, στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξάρτητα από το ποσό.
6. Κατάσχεση ή δέσμευση περιουσιακών στοιχείων της ασφαλιστικής επιχείρησης στα χέρια της ιδίας ή τρίτου δεν επιτρέπεται κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση.