1. Για τους σκοπούς το παρόντος Μέρους δίδονται οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Αρμόδιες αρχές»: οι διοικητικές ή δικαστικές αρχές των κρατών μελών, οι οποίες είναι αρμόδιες για τα μέτρα εξυγίανσης ή τις διαδικασίες εκκαθάρισης. Αναφορικά με τις επιχειρήσεις του άρθρου 220 του παρόντος, αρμόδια αρχή για τα μέτρα εξυγίανσης και τις διαδικασίες ασφαλιστικής εκκαθάρισης, είναι η Εποπτική Αρχή,
β) «Μέτρα εξυγίανσης»: τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται από την Εποπτική Αρχή και έχουν σκοπό να διαφυλάξουν ή να αποκαταστήσουν τη χρηματοοικονομική κατάσταση ασφαλιστικής επιχείρησης και τα οποία είναι δυνατόν να θίξουν προϋπάρχοντα δικαιώματα ληπτών ασφάλισης, ασφαλισμένων και δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση, καθώς και άλλων συμβαλλομένων μερών και λοιπών πιστωτών,
γ) «Διαδικασίες εκκαθάρισης (κοινή εκκαθάριση)»: θεωρούνται οι συλλογικές διαδικασίες που συνεπάγονται τη ρευστοποίηση του ενεργητικού μιας ασφαλιστικής επιχείρησης και τη διανομή των εσόδων μεταξύ των πιστωτών, των μετόχων ή των μελών, όπως ενδείκνυται, και οι οποίες οπωσδήποτε συνεπάγονται παρέμβαση των αρμόδιων αρχών, ακόμη και όταν οι συλλογικές διαδικασίες περατώνονται με συμβιβασμό ή άλλο ανάλογο μέτρο, είτε βασίζονται σε αφερεγγυότητα, είτε όχι, και είτε είναι εκούσιες, είτε υποχρεωτικές,
δ) «Ασφαλιστική εκκαθάριση» είναι η συλλογική διαδικασία που συνεπάγεται τη ρευστοποίηση του ενεργητικού μιας ασφαλιστικής επιχείρησης και τη διανομή των εσόδων και η οποία διενεργείται από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή σε ασφαλιστική επιχείρηση, της οποίας έχει ανακληθεί η άδεια λειτουργίας της δυνάμει των άρθρων 103 και 114 του παρόντος, από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή. Διαρκεί μέχρι την πλήρη εξόφληση όλων των απαιτήσεων από ασφάλιση όπως αυτές ορίζονται στην περίπτωση (η) της παρούσας ή μέχρι την εξάντληση της περιουσίας της επιχείρησης, εφόσον τούτο συμβεί νωρίτερα.
ε) «Διαχειριστής»: κάθε πρόσωπο νομικό ή φυσικό, διοριζόμενο από τις αρμόδιες αρχές, έργο του οποίου είναι η υλοποίηση των μέτρων εξυγίανσης,
στ) «Εκκαθαριστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, διοριζόμενο από τις αρμόδιες διοικητικές ή δικαστικές αρχές ή από τη Γενική Συνέλευση της ασφαλιστικής επιχείρησης στη περίπτωση της εκούσιας εκκαθάρισης, σύμφωνα με τη νομοθεσία του εκάστοτε κράτους μέλους, έργο του οποίου είναι η διαχείριση των διαδικασιών εκκαθάρισης,
ζ) «Ασφαλιστικός Εκκαθαριστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, διοριζόμενο από την Εποπτική Αρχή, το οποίο διενεργεί τις διαδικασίες ασφαλιστικής εκκαθάρισης,
η) «Απαίτηση από ασφάλιση», θεωρείται κάθε υποχρέωση, γεγενημένη ή μη, για ποσό που οφείλει η ασφαλιστική επιχείρηση σε ασφαλισμένους, κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων, δικαιούχους αποζημίωσης, ή σε κάθε ζημιωθέντα, οι οποίοι έχουν δικαίωμα άσκησης ευθείας αγωγής κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης που απορρέει από ασφαλιστικές συμβάσεις ή από τις εργασίες πρωτασφάλισης των περιπτώσεων (ε) έως (θ) του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, περιλαμβανομένων των ποσών που αποθεματοποιούνται για τα προαναφερόμενα πρόσωπα, όταν δεν έχουν ακόμη καταστεί γνωστά ορισμένα στοιχεία της οφειλής.
Τα ασφάλιστρα που οφείλονται από ασφαλιστική επιχείρηση λόγω μη κατάρτισης ή λόγω καταγγελίας ασφαλιστικών συμβάσεων ή των εργασιών που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, θεωρούνται επίσης απαιτήσεις από ασφάλιση.
2. Για τους σκοπούς εφαρμογής των μέτρων εξυγίανσης και των διαδικασιών εκκαθάρισης του παρόντος Μέρους, που αφορούν υποκατάστημα ασφαλιστικής επιχείρησης της οποίας η έδρα ευρίσκεται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, νοούνται ως:
α) «κράτος μέλος καταγωγής»: το κράτος μέλος το οποίο χορήγησε στο υποκατάστημα άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με τα άρθρα 130 έως 137 του παρόντος και
β) «εποπτικές αρχές» και «αρμόδιες αρχές», οι αντίστοιχες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο το υποκατάστημα έλαβε άδεια λειτουργίας.
3. Όταν η ασφαλιστική επιχείρηση, η έδρα της οποίας ευρίσκεται εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει εγκατεστημένα υποκαταστήματα σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, κάθε υποκατάστημα αντιμετωπίζεται, όσον αφορά στην εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης και εκκαθάρισης, αυτόνομα. Οι αρμόδιες αρχές και οι εποπτικές αρχές αυτών των κρατών μελών προσπαθούν να συντονίζουν τις δράσεις τους. Οι ενδεχόμενοι διαχειριστές ή οι ασφαλιστικοί εκκαθαριστές ή οι εκκαθαριστές επίσης προσπαθούν να συντονίζουν τις δράσεις τους.