1. Εάν οι ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις ενός ομίλου δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 176 έως 201 του παρόντος, ή εάν οι απαιτήσεις πληρούνται αλλά προκύπτουν κίνδυνοι για την φερεγγυότητα, ή εάν οι εντός του ομίλου συναλλαγές, ή οι συγκεντρώσεις κινδύνων αποτελούν απειλή για την χρηματοοικονομική θέση των ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, η Εποπτική Αρχή απαιτεί από τις ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, από τις εταιρείες ασφαλιστικών συμμετοχών, ή τις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, τη λήψη των αναγκαίων μέτρων προκειμένου να διορθωθεί η κατάσταση το συντομότερο δυνατό.
Στη περίπτωση που η Εποπτική Αρχή δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου και η εταιρεία ασφαλιστικών συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών έχει την έδρα της σε άλλο κράτος μέλος από την ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, τότε η Εποπτική Αρχή ενημερώνει τις εποπτικές αρχές των άλλων κρατών μελών για τις διαπιστώσεις της προκειμένου να μπορέσουν να λάβουν τα αναγκαία μέτρα.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή λαμβάνει κάθε αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο, όπως ενδεικτικά να επιβάλλει τις κυρώσεις του άρθρου 256 του παρόντος, για τις εταιρείες ασφαλιστικών συμμετοχών και τις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών.
Η Εποπτική Αρχή συντονίζεται με τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, συμπεριλαμβανομένης της αρχής εποπτείας του ομίλου, οσάκις ενδείκνυται, για τα επιβαλλόμενα μέτρας.
2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του ποινικού δικαίου, η Εποπτική Αρχή μπορεί να επιβάλλει κυρώσεις, ή μέτρα σε εταιρείες ασφαλιστικών συμμετοχών οι οποίες παραβιάζουν νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που έχουν θεσπισθεί για την εφαρμογή του παρόντος Μέρους, ή στο πρόσωπο το οποίο ασκεί ουσιαστικά τη διοίκηση των εταιρειών αυτών. Η Εποπτική Αρχή συνεργάζεται στενά με τις λοιπές εποπτικές αρχές προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι εν λόγω κυρώσεις ή τα μέτρα είναι αποτελεσματικά, ιδίως όταν η κεντρική διοίκηση ή η κύρια εγκατάσταση εταιρείας ασφαλιστικών συμμετοχών δεν ευρίσκεται στον ίδιο τόπο με την καταστατική έδρα της.