1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 203 του παρόντος, στις περιπτώσεις που μια απόφαση της Εποπτικής Αρχής είναι σημαντική για τα εποπτικά καθήκοντα άλλων εποπτικών αρχών, η Εποπτική Αρχή προβαίνει σε διαβούλευση με τις αυτές τις εποπτικές αρχές στο Κολλέγιο εποπτικών αρχών, πριν να ληφθεί η απόφαση αυτή, σχετικά με τα κατωτέρω θέματα:
α) μεταβολές στη μετοχική διάρθρωση, στην οργανωτική ή διοικητική δομή των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων ενός ομίλου, οι οποίες απαιτούν την έγκριση ή την άδεια της Εποπτικής Αρχής,
β) την απόφαση για την παράταση της περιόδου ανάκαμψης των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 109 του παρόντος,
γ) σημαντικές κυρώσεις ή έκτακτα μέτρα που λαμβάνονται από την Εποπτική Αρχή, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής πρόσθετης της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας κεφαλαιακή απαίτηση δυνάμει του άρθρου 26 του παρόντος και της επιβολής οιουδήποτε περιορισμού στη χρήση εσωτερικού υποδείγματος για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής απαίτησης φερεγγυότητας δυνάμει του Τμήματος 3 της Ενότητας 4 του Κεφαλαίου ΣΤ’ του Πρώτου Μέρους του παρόντος.
Για τους σκοπούς των περιπτώσεων (β) και (γ) της παρούσας παραγράφου, η Εποπτική Αρχή ζητεί πάντοτε τη γνώμη της αρχής εποπτείας του ομίλου.
Επιπλέον, η Εποπτική Αρχή, όταν μια απόφασή της βασίζεται σε πληροφορίες που λαμβάνονται από άλλες εποπτικές αρχές, προβαίνει σε διαβούλευση με τις άλλες εποπτικές αρχές πριν να ληφθεί η απόφαση αυτή.
2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 203 του παρόντος, η Εποπτική Αρχή μπορεί να αποφασίσει να μην προβεί σε διαβουλεύσεις σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης ή όταν οι διαβουλεύσεις αυτές θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την αποτελεσματικότητα της απόφασης. Στην περίπτωση αυτή, η Εποπτική Αρχή ενημερώνει, αμελλητί, τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές.