1. Οι κανόνες που προβλέπονται στα 195 και 196 του παρόντος παύουν να ισχύουν στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) δεν πληρούται πλέον η προϋπόθεση που αναφέρεται στην περίπτωση (α) του άρθρου 193 του παρόντος,
β) δεν πληρούται πλέον η προϋπόθεση που αναφέρεται στην περίπτωση (β) του άρθρου 193 του παρόντος και ο όμιλος δεν αποκαθιστά τη συμμόρφωση με την προϋπόθεση αυτή εντός της ενδεδειγμένης χρονικής περιόδου,
γ) δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων (γ) και (δ) του άρθρου 193 του παρόντος.
Στην περίπτωση που αναφέρεται στην περίπτωση (α) της παρούσας, όταν η Εποπτική Αρχή εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, αποφασίζει, μετά από διαβούλευση με το Κολλέγιο εποπτικών αρχών, να μην συμπεριλάβει πλέον τη θυγατρική στην εποπτεία που πραγματοποιεί, ενημερώνει άμεσα την αρμόδια εποπτική αρχή και τη μητρική επιχείρηση.
Η Εποπτική Αρχή, εφόσον είναι ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, δύναται να παρέχει την γνώμη της αναφορικά με τη συμπερίληψη θυγατρικής στην εποπτεία της αρχής εποπτείας του ομίλου.
2. Για τους σκοπούς των περιπτώσεων (β), (γ) και (δ) του άρθρου 193 του παρόντος, η μητρική επιχείρηση είναι υπεύθυνη να εξασφαλίσει ότι οι προϋποθέσεις πληρούνται σε συνεχή βάση. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ενημερώνει αμελλητί την αρχή εποπτείας του ομίλου και την εποπτική αρχή της οικείας θυγατρικής εταιρείας. Η μητρική επιχείρηση υποβάλλει σχέδιο αποκατάστασης της συμμόρφωσης εντός της κατάλληλης χρονικής περιόδου.
3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 της παρούσας, η Εποπτική Αρχή εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, εξακριβώνει, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, με δική της πρωτοβουλία, ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων (β), (γ) και (δ) του άρθρου 193 του παρόντος. Η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, προβαίνει επίσης στην εξακρίβωση αυτή μετά από αίτημα της ενδιαφερόμενης εποπτικής αρχής, οσάκις η τελευταία εκφράζει σοβαρούς ενδοιασμούς αναφορικά με τη συνεχιζόμενη συμμόρφωση με την εν λόγω προϋπόθεση.
Εάν από την εξακρίβωση προκύπτουν ελλείψεις, η Εποπτική Αρχή εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, ζητεί από τη μητρική επιχείρηση να υποβάλει σχέδιο αποκατάστασης της συμμόρφωσης εντός της ενδεδειγμένης χρονικής περιόδου.
4. Εάν, μετά από διαβούλευση με το Κολλέγιο εποπτικών αρχών, η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, αποφανθεί ότι το σχέδιο των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος είναι ανεπαρκές ή στη συνέχεια ότι δεν εφαρμόζεται εντός της συμφωνηθείσας χρονικής περιόδου, η Εποπτική Αρχή, εφόσον δρα ως αρχή εποπτείας του ομίλου, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων (β), (γ) και (δ) του άρθρου 193 του παρόντος δεν πληρούνται πλέον και ενημερώνει άμεσα την ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή.
Η Εποπτική Αρχή, εφόσον είναι ενδιαφερόμενη εποπτική αρχή, δύναται να παρέχει την γνώμη της αναφορικά με το σχέδιο που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος ή την εφαρμογή του σχεδίου αυτού εντός της συμφωνηθείσας χρονικής περιόδου
5. Το καθεστώς που προβλέπεται στα άρθρα 195 και 196 του παρόντος εφαρμόζεται εκ νέου εάν η μητρική επιχείρηση υποβάλει νέα αίτηση και επιτύχει ευνοϊκή απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 194 του παρόντος.