1. Η Εποπτική Αρχή αποστέλλει, εντός τριών μηνών από τη λήψη όλων των πληροφοριών της παραγράφου 1 του άρθρου 115 του παρόντος, τις πληροφορίες αυτές στις εποπτικές αρχές του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνοντας παράλληλα την αιτούσα επιχείρηση, εκτός εάν, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις σχεδιαζόμενες εργασίες, η Εποπτική Αρχή έχει λόγους να αμφισβητεί την επάρκεια του συστήματος διακυβέρνησης ή τη χρηματοοικονομική κατάσταση της ασφαλιστικής επιχείρησης ή την εκπλήρωση της κατ’ άρθρο 31 του παρόντος υποχρέωσης καταλληλότητας και αξιοπιστίας του νόμιμου αντιπροσώπου.
Πέραν των αναφερομένων στο προηγούμενο εδάφιο, η Εποπτική Αρχή πιστοποιεί στις αρμόδιες αρχές υποδοχής ότι η ασφαλιστική επιχείρηση πληροί τις προϋποθέσεις της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας και της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης, όπως αυτές προσδιορίζονται στα άρθρα 76 και 102 του παρόντος.
2. Η Εποπτική Αρχή κοινοποιεί στην ασφαλιστική επιχείρηση, εντός της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου, τυχόν απόφασή της να μην αποστείλει τις σχετικές πληροφορίες της παραγράφου 1 στις αρμόδιες αρχές υποδοχής. Η απόφαση θα πρέπει να είναι αιτιολογημένη.
Η άρνηση αυτή ή η παράλειψη απάντησης υπόκειται στον έλεγχο ακύρωσης του Συμβουλίου της Επικρατείας και αποτελεί αντικείμενο άσκησης ενδίκων μέσων στην Ελλάδα.
3. Η Εποπτική Αρχή κοινοποιεί στην ασφαλιστική επιχείρηση, τυχόν διατάξεις δημοσίου συμφέροντος του κράτους υποδοχής του υποκαταστήματος, εφόσον αυτές της γνωστοποιηθούν από την αρμόδια εποπτική αρχή του υποκαταστήματος, εντός αποκλειστικής προθεσμία διμήνου από την παραλαβή των πληροφοριών της παραγράφου 1 του παρόντος.
4. Η ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να ιδρύσει το υποκατάστημα και να αρχίσει τις εργασίες από την ημερομηνία που η Εποπτική Αρχή έλαβε την πληροφόρηση της παραγράφου 3 του παρόντος ή σε περίπτωση μη λήψης πληροφόρησης κατά την λήξη της δίμηνης περιόδου που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του παρόντος.