1. Για ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα που συνιστώνται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος, η άδεια λειτουργίας χορηγείται αποκλειστικά για την άσκηση είτε ασφαλίσεων κατά ζημιών είτε ασφαλίσεων ζωής.
2. Κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην παράγραφο 1 του παρόντος και με την προϋπόθεση ότι κάθε δραστηριότητα τελεί υπό χωριστή διαχείριση, σύμφωνα με το άρθρο 49 του παρόντος:
α) οι επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν λάβει άδεια λειτουργίας προκειμένου να ασκήσουν δραστηριότητες ασφάλισης ζωής, δικαιούνται επίσης να λαμβάνουν άδεια για δραστηριότητες ασφάλισης κατά ζημιών για τους κινδύνους που εμπίπτουν μόνο στους κλάδους 1 «Ατυχήματα» και 2 «Ασθένειες» της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, χωρίς περαιτέρω δυνατότητα επέκτασης της άδειας σε λοιπούς κλάδους ασφάλισης κατά ζημιών.
β) οι επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν λάβει άδεια λειτουργίας αποκλειστικά για τους κινδύνους που εμπίπτουν στους κλάδους 1 «Ατυχήματα» και 2 «Ασθένειες» της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος, δικαιούνται να λαμβάνουν άδεια προκειμένου να ασκήσουν δραστηριότητες ασφάλισης ζωής, χωρίς περαιτέρω δυνατότητα επέκτασης της άδειας σε λοιπούς κλάδους ασφάλισης κατά ζημιών.
3. Οι επιχειρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος τηρούν τους λογιστικούς κανόνες οι οποίοι διέπουν τις επιχειρήσεις ασφάλισης ζωής για το σύνολο των δραστηριοτήτων τους. Όσον αφορά τους κανόνες περί εκκαθαρίσεως, οι ως άνω επιχειρήσεις πρέπει να εφαρμόζουν τους ίδιους κανόνες με τις επιχειρήσεις ασφάλισης ζωής, για τις δραστηριότητές τους που έχουν σχέση με τους κινδύνους που υπάγονται στους κλάδους 1 «Ατυχήματα» και 2 «Ασθένειες» της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του παρόντος νόμου.
4. Εάν μια ασφαλιστική επιχείρηση κατά ζημιών έχει οικονομικούς, εμπορικούς, ή διοικητικούς δεσμούς με ασφαλιστική επιχείρηση ζωής, η Εποπτική Αρχή μεριμνά, ώστε οι λογαριασμοί των εν λόγω επιχειρήσεων να μην νοθεύονται από συμφωνίες μεταξύ τους ούτε από οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση ικανή να επηρεάσει την κατανομή των εξόδων και εσόδων.
5. Οι επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα οι οποίες, κατά την 1η Ιανουαρίου 1981, ασκούσαν ταυτοχρόνως δραστηριότητες ασφάλισης ζωής και κατά ζημιών και οι οποίες εμπίπτουν στον παρόντα νόμο δικαιούνται να συνεχίσουν να τις ασκούν ταυτοχρόνως, υπό τον όρο ότι κάθε δραστηριότητα τελεί υπό διακριτή διαχείριση, σύμφωνα με το άρθρο 49 του παρόντος.
6. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εξειδικεύονται οι απαιτήσεις της παραγράφου 4 του παρόντος.