Εγκλήματα φοροδιαφυγής – Ποινικές κυρώσεις
1. Τα άρθρα 66 και 67 του Δωδέκατου Κεφαλαίου του Μέρους Α΄ του ν. 4174/2013 αναριθμούνται σε 72 και 73, το Κεφάλαιο Δωδέκατο αναριθμείται σε Κεφάλαιο Δέκατο Τρίτο και προστίθεται νέο Κεφάλαιο Δωδέκατο ως εξής:
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ
ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ – ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Άρθρο 66
Εγκλήματα φοροδιαφυγής
1. Έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση:
α) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή ειδικού φόρου ακινήτων (ΕΦΑ), αποκρύπτει από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές (ολικά ή μερικά) δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη,
β) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών, του φόρου ασφαλίστρων και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη Φορολογική Διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές,
γ) προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο τον φόρο αυτό.
2. Παρακρατούμενοι φόροι, τέλη και εισφορές είναι εκείνοι που ρητά ορίζονται σε επί μέρους διατάξεις ότι παρακρατούνται και τελικά αποδίδονται στο Δημόσιο ή άλλο φορέα από πρόσωπο διάφορο του πραγματικού φορολογουμένου.
3. Όποιος διαπράττει έγκλημα φοροδιαφυγής από τα αναφερόμενα στη παράγραφο 1 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών: α) αν ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος ή ανά φορολογική υπόθεση τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, ή β) αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος ή ανά φορολογική υπόθεση: αα) τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας ή ββ) τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, τέλους ή εισφοράς σε κάθε άλλη περίπτωση.
4. Επιβάλλεται κάθειρξη αν το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας, ή τις εκατό πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση φόρου, τέλους ή εισφοράς.
5. Όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, ανεξάρτητα από το αν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, εκτός και αν τα φορολογικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη κάποιας από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως 4, οπότε ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος. Ειδικά, όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται: α) με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και β) με κάθειρξη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ. Για την κάλυψη των παραπάνω ορίων δεν υπολογίζονται φορολογικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη κάποιας από τις πράξεις των παραγράφων 1 έως 4, οπότε ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος. Θεωρείται ως πλαστό και το φορολογικό στοιχείο που έχει διατρηθεί ή σφραγιστεί με οποιονδήποτε τρόπο, χωρίς να έχει καταχωριστεί στα οικεία βιβλία της αρμόδιας φορολογικής αρχής σχετική πράξη θεώρησής του και εφόσον η μη καταχώριση τελεί σε γνώση του υπόχρεου για τη θεώρηση του φορολογικού στοιχείου. Θεωρείται επίσης ως πλαστό το φορολογικό στοιχείο και όταν το περιεχόμενο και τα λοιπά στοιχεία του πρωτότυπου ή αντίτυπου αυτού είναι διαφορετικά από αυτά που αναγράφονται στο στέλεχος του ίδιου στοιχείου. Εικονικό είναι το φορολογικό στοιχείο που εκδίδεται για συναλλαγή ανύπαρκτη στο σύνολο της ή για μέρος αυτής ή για συναλλαγή στην οποία το ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη που αναγράφονται στο στοιχείο είναι άγνωστο φορολογικώς πρόσωπο, με την έννοια ότι δεν έχει δηλώσει την έναρξη του επιτηδεύματός του ούτε έχει θεωρήσει στοιχεία στην Φορολογική Διοίκηση. Εικονικό είναι επίσης το στοιχείο που φέρεται ότι εκδόθηκε ή έχει ληφθεί από εικονική εταιρία, κοινοπραξία, κοινωνία ή άλλη οποιασδήποτε μορφής επιχείρηση ή νομική οντότητα ή από φυσικό πρόσωπο για το οποίο αποδεικνύεται ότι είναι παντελώς αμέτοχο με τη συγκεκριμένη συναλλαγή, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση η ποινική δίωξη ασκείται κατά του πραγματικού υπευθύνου που υποκρύπτεται. Τα φορολογικά στοιχεία στα οποία αναγράφεται αξία συναλλαγής κατώτερη της πραγματικής θεωρούνται πάντοτε για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ως ανακριβή, ενώ τα φορολογικά στοιχεία στα οποία αναγράφεται αξία μεγαλύτερη της πραγματικής θεωρούνται ως εικονικά κατά το μέρος της μεγαλύτερης αυτής αξίας. Δεν είναι εικονικό για τον λήπτη το φορολογικό στοιχείο το οποίο αφορά πραγματική συναλλαγή, αν το πρόσωπο του εκδότη είναι διαφορετικό από αυτό που αναγράφεται στο στοιχείο.
Δεν είναι εικονικό το φορολογικό στοιχείο που εξέδωσε ή έλαβε η κοινωνία κληρονόμων ή ο κληρονόμος ή σύζυγος ή τέκνο αποβιώσαντος ή συνταξιοδοτηθέντος συζύγου ή γονέα, το οποίο φέρεται ότι εκδόθηκε ή λήφθηκε από τον αποβιώσαντα ή συνταξιοδοτηθέντα επιτηδευματία, εφόσον αφορά πραγματική συναλλαγή και πριν από κάθε είδους φορολογικό έλεγχο, έχει καταχωρηθεί στα βιβλία, τόσο του λαμβάνοντα, όσο και του εκδώσαντα το στοιχείο, η αξία αυτού έχει συμπεριληφθεί στις οικείες δηλώσεις ΦΠΑ και φορολογίας εισοδήματος και έχει γίνει η απόδοση των φόρων που προκύπτουν από το στοιχείο αυτό.
6. Με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους τιμωρείται ο υπόχρεος που δεν εκδίδει ή εκδίδει ανακριβώς τα προβλεπόμενα από τις κείμενες διατάξεις στοιχεία ή παραστατικά πωλήσεων κατά την πώληση ή διακίνηση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, εφόσον το συνολικό ύψος των συναλλαγών για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί τα οικεία στοιχεία ανέρχεται τουλάχιστον στο ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος]
7. Για την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνεται ιδίως υπόψη το ύψος του ποσού που αποκρύφτηκε ή δεν αποδόθηκε και η διάρκεια της απόκρυψης ή μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης ή διακράτησης. Η μεταχείριση από το δράστη ιδιαιτέρων τεχνασμάτων συνιστά επιβαρυντική περίσταση.
Άρθρο 67
Αυτουργοί και συνεργοί
1. Στα νομικά πρόσωπα, ως αυτουργοί των εγκλημάτων του παρόντος νόμου θεωρούνται, εφόσον με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη συντέλεσαν στην τέλεσή τους:
α) Στις ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, οι πρόεδροι των Δ.Σ, οι διευθύνοντες, εντεταλμένοι ή συμπράττοντες σύμβουλοι, οι διοικητές, οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές, ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών. Αν ελλείπουν όλα τα παραπάνω πρόσωπα, ως αυτουργοί θεωρούνται τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των εταιριών αυτών, εφόσον ασκούν πράγματι προσωρινά ή διαρκώς ένα από τα καθήκοντα που αναφέρονται πιο πάνω.
β) Στις ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρίες οι ομόρρυθμοι εταίροι και οι διαχειριστές αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.
γ) Στις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικές κεφαλαιουχικές εταιρίες οι διαχειριστές αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών και όταν αυτοί ελλείπουν ή απουσιάζουν οι εταίροι αυτών.
δ) Στους συνεταιρισμούς και ενώσεις αυτών οι πρόεδροι, οι γραμματείς, οι ταμίες, ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση είτε από οποιαδήποτε αιτία στη διοίκηση ή διαχείριση αυτών.
ε) Στις κοινοπραξίες, κοινωνίες, αστικές, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρίες, ως αυτουργοί του εγκλήματος της φοροδιαφυγής θεωρούνται οι εκπρόσωποί τους , με βάση την ιδιωτική βούληση ή το νόμο ή δικαστική απόφαση, και αν ελλείπουν αυτοί, τα μέλη τους. Όταν στα μέλη αυτών περιλαμβάνονται και νομικά πρόσωπα ή αλλοδαπές επιχειρήσεις ή αλλοδαποί οργανισμοί, εφαρμόζονται ανάλογα και οι λοιπές διατάξεις της παρούσας παραγράφου.
στ) Στις αλλοδαπές επιχειρήσεις γενικά και στους κάθε είδους αλλοδαπούς οργανισμούς, ως αυτουργοί του εγκλήματος της φοροδιαφυγής θεωρούνται οι διευθυντές ή αντιπρόσωποι ή πράκτορες, που έχουν στην Ελλάδα.
ζ) Στα νομικά πρόσωπα εκτός των ανωτέρω αναφερομένων ή στις νομικές οντότητες κατά την έννοια της παραγράφου 3 του άρθρου 51Α του ν. 2238/1994 ή της περίπτωσης δ’ του άρθρου 2 του ν.4172/2013 Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος, ως αυτουργοί θεωρούνται οι εκπρόσωποι αυτών ως και εν γένει κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε άμεσα από το νόμο είτε από ιδιωτική βούληση είτε με δικαστική απόφαση στη διοίκηση ή διαχείριση ή εκπροσώπηση αυτών.
2. Επίσης, αυτουργοί των ανωτέρω εγκλημάτων, κατά την έννοια της προηγούμενης παραγράφου, θεωρούνται και: α) όσοι δυνάμει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή διάταξης τελευταίας βούλησης είναι διαχειριστές αλλότριας περιουσίας β) ο επίτροπος ή κηδεμόνας ή διοικητής αλλοτρίων κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα.
3. Ως άμεσοι συνεργοί των ανωτέρω εγκλημάτων θεωρούνται ο προϊστάμενος του λογιστηρίου κάθε μορφής ή τύπου επιχείρησης ή όποιος με πρόθεση συμπράττει με οποιονδήποτε τρόπο γενικά στη διάπραξη των εγκλημάτων του παρόντος, ως τοιούτου νοουμένου και του υπογράφοντος τη δήλωση ως πληρεξούσιος.
4. Αυτουργοί ή συμμέτοχοι των ανωτέρω εγκλημάτων θεωρούνται σε κάθε περίπτωση και όσοι ασκούν εν τοις πράγμασι τις εξουσίες και αρμοδιότητες που αντιστοιχούν στις ιδιότητες και θέσεις της παραγράφου 1.
Άρθρο 68
1. Εάν συντρέχει περίπτωση τέλεσης ή απόπειρας τέλεσης εγκλήματος του παρόντος νόμου υποβάλλεται αμέσως μηνυτήρια αναφορά από τον Γενικό Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ή από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης ή από τη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας της Ελληνικής Αστυνομίας. Η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως.
2. Η παραγραφή των εγκλημάτων του παρόντος νόμου αρχίζει από την τελεσιδικία της απόφασης επί της προσφυγής που ασκήθηκε ή σε περίπτωση μη άσκησης προσφυγής από την οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής λόγω παρόδου της προθεσμίας άσκησης προσφυγής.
3. Η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής και προσφυγής ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων δεν επηρεάζει την ποινική διαδικασία. Το ποινικό δικαστήριο δύναται πάντως, σε περίπτωση που κρίνει ότι η έκβαση εκκρεμούς διοικητικής δίκης είναι ουσιώδης για τη δική του κρίση επί της υπόθεσης, να αναστείλει με απόφασή του την ποινική δίκη μέχρι την τελεσίδικη κρίση του διοικητικού δικαστηρίου.
4. Αρμόδιο δικαστήριο είναι, κατά περίπτωση, το μονομελές ή το τριμελές πλημμελειοδικείο ή το μονομελές εφετείο κακουργημάτων της έδρας της αρμόδιας για τη φορολόγηση Δ.Ο.Υ..
5. Το Δημόσιο μπορεί να παρίσταται ως πολιτικώς ενάγων ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων και για τις αξιώσεις του που απορρέουν από τα εγκλήματα του παρόντος νόμου. Η διάταξη του άρθρου 5 του ν.δ/τος 2711/1953 (Α`323) εφαρμόζεται και στην περίπτωση αυτή. Όταν η δίωξη ασκείται σε βαθμό πλημμελήματος, το Δημόσιο μπορεί να εκπροσωπείται και από τον προϊστάμενο της αρμόδιας φορολογικής αρχής ή τον οριζόμενο από αυτόν υπάλληλο.
6. Στις δίκες που αφορούν εγκλήματα των διατάξεων του παρόντος νόμου, η εμφάνιση του μάρτυρα στο ακροατήριο δεν είναι υποχρεωτική, εφόσον έχει λάβει χώρα έγγραφη ενημέρωση του αρμόδιου εισαγγελέα ή του δικαστηρίου εκ μέρους της Αρχής που διενήργησε τον έλεγχο σχετικά με την υπόθεση, εκτός εάν το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος του κατηγορουμένου κρίνει ότι πρέπει να κληθεί μάρτυρας, για να καταθέσει για ουσιώδη για την έκβαση της δίκης ζητήματα που δεν μπορούν να προκύψουν από τα έγγραφα της υπόθεσης.
7. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και του γενικού μέρους του Ποινικού Κώδικα.
Άρθρο 69
Για τα εγκλήματα του παρόντος νόμου μετατροπή και αναστολή της ποινής γίνεται κατά τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 82 και 99 επ. του Ποινικού Κώδικα. Σε περίπτωση πρώτης υποτροπής, αν μετατραπεί η ποινή, κάθε ημέρα φυλάκισης υπολογίζεται σε ποσό από είκοσι (20) έως εκατό (100) ευρώ. Δεν επιτρέπεται μετατροπή της ποινής σε περίπτωση δεύτερης και κάθε περαιτέρω υποτροπής.
Άρθρο 70
1. Υποθέσεις για εγκλήματα των άρθρων 17, 18 και 19 του ν. 2523/1997, εάν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχει γίνει επίδοση κλητηρίου θεσπίσματος ή κλήσης στον κατηγορούμενο, εκδικάζονται από το αρμόδιο δικαστήριο στο οποίο έχουν εισαχθεί.
2. Αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων για εγκλήματα των άρθρων 17, 18 και 19 του ν. 2523/1997 που εκδόθηκαν για ποσά μικρότερα από τα οριζόμενα στο άρθρο 1 και δεν έχουν εκτελεστεί κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου δεν εκτελούνται. Αν άρχισε η εκτέλεσή τους, διακόπτεται. Εκκρεμείς μηνυτήριες αναφορές για εγκλήματα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο δεν εισάγονται για συζήτηση και οι σχετικές δικογραφίες τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα.
Άρθρο 71
Τα άρθρα 5, 17, 18, 19, 20 και 21 του ν. 2523/1997, όπως ισχύουν, καταργούνται.»
ΔΕΝ ΣΥΜΦΩΝΩ.
αυστηροποιηση των ίδιων νόμων – προσφέρουν περισσότερα κίνητρα για συνέχεια της διαφθοράς και διαπλοκής επιορκων Δ Υ
Χρειαζωμαστε ριζοσπαστική αλλαγή όλου του φορολογικού όχι τη συνέχεια του υπάρχοντος
Αρθρο 66 παρ. 3: Η φοροδιαφυγή για ποσά μικρότερα των 100.000 ή 50.000 ευρώ δεν είναι έγκλημα ή θεωρείται πταίσμα; (αφού η ρύθμιση που προβλέπει φυλάκιση και άρα θεωρεί πλημμέλημα το έγκλημα αναφέρεται σε ποσά άνω των 100.000)
Επίσης, ο όρος «φορολογική υπόθεση» δημιουργεί ασάφεια. Με έναν φορολογικό έλεγχο διαπιστώνεται σειρά παραβάσεων κι επιβάλλεται φπα και πρόστιμο κβσ. Θεωρείται ενιαία υπόθεση; αθροίζονται δηλαδή και τα δύο ποσά ή θεωρούνται διακριτές;
Αρθρο 66 παρ. 5 «Τα φορολογικά στοιχεία στα οποία αναγράφεται αξία συναλλαγής κατώτερη της πραγματικής θεωρούνται πάντοτε για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ως ανακριβή». Με ποιον τρόπο ανευρίσκεται η πραγματική αξία; με τα διδάγματα κοινής πείρας; με σύγκριση τιμών στην αγορά;
Δεν ξερω ποιοι ειναι αυτοι που σκαρφιζονται τετοιους νομους που απλως θελουν να τιμωρησουν τον απλο κοσμο,και δεν ξερω πως ειναι δυνατον να παρεις απο αυτον που δεν εχει αφου ηδη τον εχεις ξεζουμισει.αυτο που ξερω ειναι οτι τετοιου ειδους νομοθετηματα το μονο που κανουν ειναι να φορτωνουν στον κοσμακη οσα εχουν «χαθει» απο τα δημασια ταμεια.δεν διαβασα τιποτα για τους υποκρυπτομενους φοροφυγαδες,μιας και εγω ειμαι ενα θυμα εξαπατησης και χωρις να το καταλαβω βρεθηκα να ειμαι υποχρεος στο κρατος.πριν αποφασισεις να κανεις μια διωξη αγαπητο κρατος,ψαξε το ποιον του καθενος.δεν κοστιζει χρηματα,αλλα σωζει ζωες….
οσο για τα μετρα ,δεν εχει λογικη να κλεινεις μια επιχειρηση,αν ειναι παραβατικη,κανεις απλα μια δεσμευση περιουσιας,την αφηνεις να λειτουργει με κρατικη επιτηρηση,και λαμβανεις ενα ποσο φορολογικα,και αφηνεις και τον κοσμο που εργαζοταν να εργαζετε.
1)Στην περ. β, της παρ. 3 του αρ. 66 πρέπει να απαλειφθεί η φράση «ανά φορολογική υπόθεση», η οποία είναι αόριστη και θα επιφέρει πρακτικές δυσχέρειες και αδικίες σε σχέση με τον αντικειμενικό όρο «φορολογική περίοδο» ή «διαχειριστική περίοδο». Επίσης μπορεί να δημιουργηθούν και θεματα διαφθροράς, καθώς θα είναι εφικτό μία «φορολογική»¨υπόθεση να σπάει σε περισσότερες (περισσότερες χρήσεις να ελέγχονται χωριστά), ώστε να μειώνεται ο προς απόδοση φόρος και να αλλάζει ο ποινικός χαρακτηρισμός, κάτι που είναι ανέφικος με βάση τον αντικειμενικό όρο «φορολογική περίοδος».
2)Με την παρ. 5 του αρ. 66, όπως είναι διατυπωμένη, αποποινικοποιείται εντελώς η λήψη εικονικών τιμολογιων. Γιατί η λήψη πάντα γίνεται για την τέλεση των αδικημάτων των αρ. 1-4, άρα εξαφανίζεται η πλημμεληματική μορφή τέλεσης του αδικήματος. Επιπλέον και δεομένου ότι η λήψη των τιμολογίων έχει ως σκοπό την τέλεση των αδικημάτων των παρ 1-4, ενώ με τη διατυπωση του νόμου, για την κάλυψη των ορίων των διακεκριμένων μορφών τέλεσης του αδικήματος, αφαιρείται η αξία των τιμολογίων που λήφθηκαν με σκοπό την τέλεση των αδικημάτων των παρ. 1-4, επί της ουσίας όλοι θα κρίνονται αθώοι. Αντί της πολύπλοκης αυτής διατύπωσης, που μόνο προβλήματα και ατιμωρησία θα προσφέρει στην παράξη, πρέπει η λήψη των εικονικών να τιμωρείται ανεξαρτήτως αποφυγής πληρωμής φόρου ως πλημμέλημα, με διαβάθμιση στην ποινή (π.χ. από 30.000 και άνω φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους, από 150.000 και πάνω φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών), ενώ σε εξαιρετικά προκλητικές περιπτώσεις (πάνω από 1.000.000) να απογορεύται η αναστολή ή μετατροπή της ποινής, πλην της περίπτωσης αναγνώρισης ελαφτυντικών περιστάσεων. Ατιμωρησία δεν υφίσταται με τον τρόπο αυτό, αφού οι λήπτες των τιμολογίων θα τιμωρηθούν ούτως ή άλλως με τις διατάξεις των παρ. 1-4 και μάλιστα σε βαθμό κακουργήματος στις ακραίες περιπτώσεις.
3)Πρέπει να επαναληφθεί η διατύπωση του αρ. 19 ν. 2523/97 και για τον ποινικό χαρακτηρισμό των πράξεων να ορίζεαι με βάση την καθαρή αξία των τιμολογίων και όχι τη συνολική, όπως από την τρέχουσα διατύπωση συνάγεται.
Ψάχνω να βρω τι σημαίνει φορολογική υπόθεση και δεν μπορώ να το εντοπισω, υπάρχει ειδικός φορολογικός νομος; Αν ναι να παραπεμφθεί ρητά, αν οχι να διαγραφεί
Δώσετε κίνητρα στον φορολογούμενο ώστε να ζητά από όλους απόδειξη, πχ επιστροφή 2% από κάθε απόδειξη. Όπως και με ενοίκια, γιατρούς κλπ. Σε όλους τους τουριστικούς οδηγούς να μπει στην πρώτη σελίδα ότι είναι υποχρεωτικό να παίρνουν αποδείξεις. Ιδέες υπάρχουν θέληση δεν υπάρχει και αυτές οι βλακείες ότι δήθεν κλπ για επενδύσεις είναι … Όλα γίνονται αλλά κάνεις υπουργός μέχρι τώρα δεν ήθελε για ευνόητους λόγους.
ΤΥΧΟΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΝΑ ΟΔΗΓΕΙ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΕΥΤΕΡΗ ΥΠΟΤΡΟΠΗ ΣΕ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΑ (1) ΜΗΝΑ ΚΑΙ ΟΡΙΣΤΙΚΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΣΕ ΤΥΧΟΝ ΤΡΙΤΗ ΥΠΟΤΡΟΠΗ!
ΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΊΝΑΙ ΔΙΠΛΟ: Ο ΑΣΥΝΕΠΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΑΣ ΚΛΕΒΕΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΕΛΑΤΗ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ!
ΟΙ ΠΟΙΝΕΣ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ ΦΥΛΑΚΙΣΗ ΑΛΛΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΜΕ «ΒΡΑΧΙΟΛΑΚΙ» ΣΕ ΚΟΙΝΩΦΕΛΕΙΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ (ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ, ΠΡΟΝΟΙΑΚΕΣ ΔΟΜΕΣ κλπ)
Τρία θέματα για αρχή:
-Η έκδοση εικονικών δεν θα πρέπει επιτέλους να οδηγεί σε φοροδιαφυγή; Να γίνεται δηλαδή με σκοπό τη φοροδιαφυγή; Ο νόμος αυτός -και παλι- δεν το συνδέει, αφού περιλαμβάνει τη φράση «ανεξάρτητα από το αν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου».
-Τι σημαίνει «ανά φορολογική υπόθεση»;, η ποινική φορολογική νομοθεσία κάνει λόγο συνήθως για «φορολογικό έτος». Το κάθε δικαστήριο μπορεί να ερμηνεύει ανα άτομο, σε σύνολο χρήσεων κλπ και ως γνωστόν θα επικρατήσει η αυστηρή ερμηνεία….
-Στο άρθρο 66 παρ. 4 θα πρέπει να προστεθεί οπωσδήποτε η φράση «ανά φορολογικό έτος».
Ως νομικός απαντώ στον κ.Φώτη, αν μου επιτρέπεται εδώ, ότι αν δεν βρίσκει κάποια λογική εξήγηση σε κάποια διάταξη, θα πρέπει να φεύγει από το γράμμα του νόμου και να πηγαίνει στο πνεύμα του νόμου, στη λεγόμενη «τελολογική ερμηνεία». Εκεί θα ανακαλύπτει ότι ο λεγόμενος «σοφός νομοθέτης» (δηλαδή ο εκάστοτε Υπουργός και η Βουλή, η πάλαι ποτέ «Εκκλησία του Δήμου») στηρίζεται στο περιβόητο: «έδοξε γαρ τη Βουλή και τω Δήμω». Με κάθε σεβασμό, είναι σαν να λέμε: «Έτσι μου κάπνισε» (ή το γνωστό: «Γιατί έτσι μας αρέσει»). Πρόκειται δηλαδή για πολιτικές πλέον σκοπιμότητες, για οικονομικούς υπολογισμούς, του τύπου «τόσα μου λείπουν» ή ο,τιδήποτε άλλο σχετικό.
Πρόκειται για την ουσία της ρύθμισης, που εναπόκειται στην ευχέρεια του νομοθέτη, να είναι έτσι ή αλλιώς. Και κάλλιστα, αν θελήσει να λαβαίνει υπόψη τις παρατηρήσεις της διαβούλευσης, μπορεί την άλλη πρωία να σκεφθεί ότι κάποιος έχει δίκιο και ότι υπέβαλε σωστές παρατηρήσεις και να αλλάξει τη ρύθμιση. Σε τέτοια περίπτωση θα νιώθουμε επιτέλους μια κάποια «ευτυχία» μέσα στην τόση «μαυρίλα», ότι «κάποιος μας ακούει» σαν Λαό. Έρρωσθε!
ΕΚΚΛΗΣΗ κάνουμε να ακούγεται η κραυγή αγωνίας μας και να μην αντιμετωπίζουν τα προβλήματα με μηχανικό τρόπο και με αυτοματισμούς των κομπιούτερς που λειτουργούν με απλή πληκτρολόγηση και δεν χαμπαριάζουν από ανθρώπινο παράγοντα και ανθρώπινο πόνο. Και οι διοικούντες, δυστυχώς, δεν πιστεύουν ότι υπάρχει στη χώρα μας ανθρώπινος πόνος πολύς, αλλά πιστεύουν τους δανειστές που έχουν, λέει, «ανακαλύψει» ότι οι Έλληνες έχουν τάχα λίπος ακόμη. Η διαφορά είναι ότι δεν μπορούν ή ΔΕΝ ΘΕΛΟΥΝ να διακρίνουν ποιοι το έχουν ακόμη, ώστε να την πληρώσουν ΜΟΝΟ αυτοί και όχι ο πολύς κόσμος.
Η φοροδιαφυγή χρειάζεται ελέγχους. Αυτό γίνεται μόνο με υπαλλήλους όποτε εφόσον υπάρχει η απαγόρευση από τους τροικανούς για προσλήψεις, από υπηρεσίες που έχει περίσσευμα, παίρνουν υπαλλήλους (όχι ρουσφετιού αλλά ΠΕ ή με γνώσεις αρκετές) και εκπαιδεύονται για ελεγκτές. Ο μισθός υψηλός ή ποσοστά από τα πρόστιμα και επί 24ωρου βάσεως.
Η ελεγκτές από διαφορετικές περιοχές για διαφορετικές περιοχές και όχι από εκεί που υπηρετούν όχι μόνο σε πόλεις αλλά και χωριά. Οι εκθέσεις με τις επιτόπιες παραβάσεις να μεταβιβάζονται στο υπουργείου με Η/Υ που θα έχουν, σε πραγματικό χρόνο (την ώρα που είναι η παράβαση) ώστε να μην μπορούν να παραποιηθούν μετά (τα παραπτώματα να συμπληρώνονται σε φόρμα για το υπουργείο και υπηρεσία) ή να αλλάζουν στοιχεία της παραβάσεις ή να μην να παρεμβεί κανένας στην αλλαγή.
Τα πρόστιμα για κάθε παράβαση 500€-1000€ (πχ για κάθε τραπέζι με ακτύπητη απόδειξη) την πρώτη φορά, την δεύτερη κλείσιμο για 2-3 βδομάδες και διπλάσιο πρόστιμο και φυσικά ο μισθός στο προσωπικό να καταβάλλεται διότι είναι υπαιτιότητα του εργοδότη, την 3 φορά αφαίρεση άδειας λειτουργία και κατάσχεση ότι έχει αποκτήσει την εποχή που έχει την επιχείρηση και αποζημίωση απόλυσης και μισθούς για όσο καιρό θα έπρεπε να είχε ειδοποιηθεί το προσωπικό για απολύσει.
Τα έξοδα των ελεγκτών για μετακίνηση στον νομό θα τα πληρώνουν οι παραβάτες συν το πρόστιμο βάσει των παραβάσεων που έχουν βρεθεί. Αυτό βρίσκεται εύκολα με το σύστημα των Η/Υ που ανέφερα ποιο πάνω.
Στην διαύγεια που αναφέρονται η μετακινήσεις να μην φαίνεται σε πια περιοχή πάνε.
Στους ελεγκτές αυστηρό πρόστιμο σε περίπτωση λαδώματος επ’ αυτοφώρω σύλληψης και κατάσχεση ότι έχουν αποκτήσει την περίοδο που είναι ελεγκτικό μηχανισμό (μπορεί να γίνει σε όλους τους υπαλλήλους με παρόμοια παραπτώματα) αυτό είναι σκληρό αλλά δεν υπάρχει άλλοι λύση. Οι κατασχέσεις θα πηγαίνει στην υπηρεσία που εργάζεται.
3-4 υπάλληλοι μαζί από διαφορετικές περιοχές στους ελέγχους ώστε να μην υπάρχουν υπόνοιες, και δεν θα ήταν άσχημο τα μικτά κλιμάκια να λειτουργήσου.
Αν δημιουργηθούν μικτά κλιμάκια ΣΕΠΕ, ΙΚΑ, Υγειονομικό κλπ στην περίπτωση που βρεθούν αδήλωτοι υπάλληλοι ή διαφορετικά ωράρια πχ 4ωρα ενώ δουλεύουν 8-12 ώρες ακόμα και σε καταγγελία στον ΣΕΠΕ-ΙΚΑ να πέφτουν πρόστιμα για απόκρυψη κερδών στον εργοδότη όχι στον εργαζόμενο για να εξαναγκάζονται να δηλώνουν κανονικά το προσωπικό (το 10πλασιο από το πρόστιμο του ΣΕΠΕ), διότι ο υπάλληλος δεν δηλώνει τον πραγματικό μισθό με αποτέλεσμα να ζημιώνεται σε πολλά το κράτος πχ επιδόματα κλπ.
Το ΣΕΠΕ-ΙΚΑ να συνδεθεί με το υπουργείο οικονομικών που να μπαίνουν αυτόματα τα πρόστιμα στις παραβάσεις των εργοδοτών.
Έτσι πρέπει να γίνει στην αρχή και μετά τα μετρά να αλλάξουν αν πραγματικά θέλετε να διαλύσετε το πελατειακό κράτος αλλιώς η φοροδιαφυγή θα ανθεί. Η φοροδιαφυγή ήταν ελεύθερη από τα πελατειακά κόμματα για ψηφοθηρικούς λόγους.
Μην εφαρμόσετε το αποτυχημένο σύστημα της Γερμανίας που φορολογεί βάση αγορών (έχει μεγάλη φοροδιαφυγή) διότι κανένας δεν αγοράζει όλα του τα προϊόντα με τιμολόγιο και δεν είναι υποχρεωτικές οι ταμειακές μηχανές μέχρι σήμερα.
Καταλάβατε τι πρέπει να γίνει για να μαζέψετε χρήματα και να φτιάξει το κράτος, ή να μείνει μια μπανανιά. Να κάμετε και τέτοια πρόταση στην ΕΕ ώστε να γίνει σε όλη την Ευρώπη, γιατί παντού γίνεται αυτό αλλού λίγο και αλλού πολύ και όχι μόνο στην Ελλάδα. Αν και η Ευρώπη είναι όπως τα πελατειακά κόμματα της Ελλάδος.
Καλή επιτυχία.
ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ
ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΩΤΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΝΑ ΤΟΥ ΚΛΕΙΝΕΤΕ ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟ ΜΑΓΑΖΙ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ.ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΣΚΛΗΡΟ ΑΛΛΑ ΕΤΣΙ ΘΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΜΥΑΛΟ.ΕΓΩ ΑΠΟΔΙΔΩ ΤΟ ΦΠΑ ΚΑΙ Ο ΑΛΛΟΣ ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΠΟΔΙΔΕΙ.
Καλημέρα.
Σχετικά με την παράγραφο 4 του άρθρου 66, που αναφέρεται στο όριο πάνω από το οποίο έχουμε κακούργημα, απορώ γιατί ενώ αυξήθηκε από 75.000 € σε 100.000 € το όριο για ΦΠΑ (που αφορά επιτηδευματίες, νομικά πρόσωπα κλπ.), το όριο των 150.000 € για το φόρο εισοδήματος παρέμεινε το ίδιο; Δε θα έπρεπε να υπάρχει μια τουλάχιστον ανάλογη αύξηση σε 200.000 € ή και παραπάνω όταν είναι ένας φόρος που αφορά και όλα τα φυσικά πρόσωπα;
Αν δεν κατάλαβα σωστά την έννοια της παραγράφου ας μου εξηγήσει κάποιος νομικός που διαβάζει το σχόλιο μου. Ευχαριστώ.