- Το ΤΕΚΕ αποζημιώνει τους καταθέτες εφόσον μια κατάθεση καταστεί μη διαθέσιμη. Μια κατάθεση καθίσταται μη διαθέσιμη κατά την ημερομηνία αδυναμίας οπότε και ενεργοποιείται η διαδικασία καταβολής αποζημίωσης.
- Η παράταση του χρόνου εκπλήρωσης των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων που προβλέπεται στο άρθρο 138 του ν. 4261/2014 δεν συνιστά καθ’ εαυτή περίπτωση αδυναμίας συμμετέχοντος πιστωτικού ιδρύματος να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του κατά την έννοια της περίπτωσης 27) της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος.
- Το ΤΕΚΕ, αμέσως μόλις του κοινοποιηθεί η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος ή της δικαστικής αρχής, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις υποπεριπτώσεις α) και β) της περίπτωσης 27) της παραγράφου 1 του άρθρου 3, καταρτίζει κατάλογο καταθετών με βάση τα στοιχεία που του υποβάλλονται από το πιστωτικό ίδρυμα, στο οποίο αφορούν οι ως άνω αποφάσεις. Εντός τριών ημερών από την κοινοποίηση της ανωτέρω αποφάσεως θα καθίστανται διαθέσιμα με τον πλέον πρόσφορο τρόπο από τον εκκαθαριστή προς το σύνολο των καταθετών επικαιροποιημένα αντίγραφα με την κίνηση και τα υπόλοιπα του συνόλου των λογαριασμών τους στο υπό εκκαθάριση πιστωτικό ίδρυμα. Τα εν λόγω στοιχεία θα περιλαμβάνουν τις κινήσεις από την ημέρα αποστολής του τελευταίου αντιγράφου μέχρι την τελευταία ημέρα λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος, ή τις κινήσεις των τελευταίων τριάντα ημερών, εκτός από τις κινήσεις συναλλαγών σε εκκρεμότητα. Ακολούθως, μετά τους, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 10 συμψηφισμούς, το ΤΕΚΕ καθιστά διαθέσιμο το ποσό της αποζημίωσης εντός επτά εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αδυναμίας.
- Σε περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 η προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου θα είναι έως τρεις μήνες από την ημερομηνία αδυναμίας.
- Η καταβολή αποζημίωσης από το ΤΕΚΕ αναβάλλεται όταν:
α) η κατάθεση έχει δεσμευτεί από δικαστική διαταγή ή απόφαση έως τη χρονική στιγμή κατά την οποία το ΤΕΚΕ λαμβάνει γνώση της άρσης της δέσμευσης,·
β) η κατάθεση υπόκειται σε περιοριστικά μέτρα που έχουν επιβληθεί από εθνικές κυβερνήσεις ή διεθνή όργανα έως τη χρονική στιγμή κατά την οποία το ΤΕΚΕ λαμβάνει γνώση για την άρση των περιοριστικών μέτρων,
γ) το ποσό προς αποζημίωση αποτελεί μέρος πρόσκαιρου υψηλού υπολοίπου, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 9, ή
δ) το ποσό προς αποζημίωση πρέπει να καταβληθεί από το ΣΕΚ του κράτους μέλους υποδοχής, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 43.
Το ΤΕΚΕ καταβάλει τις αποζημιώσεις όταν κατά περίπτωση διαπιστώσει ότι έχουν αρθεί οι λόγοι αναβολής.
- Ανεξάρτητα από τις προβλεπόμενες προθεσμίες στις παραγράφους 3 και 4, στην περίπτωση κατά την οποία εναντίον καταθέτη ή άλλου ατόμου που δικαιούται ή έχει συμφέρον σε ποσά που τηρούνται σε λογαριασμό, έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες που οδηγεί σε δέσμευση, όπως ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 3691/2008, το ΤΕΚΕ αναστέλλει οποιαδήποτε καταβολή μέχρι να κριθεί τελεσίδικα η υπόθεση.
- Οι αποζημιώσεις καταβάλλονται στο νόμισμα της χώρας στην οποία τηρείται ο λογαριασμός.
Εάν οι λογαριασμοί τηρούνταν σε άλλο νόμισμα, διαφορετικό από το νόμισμα της καταβολής αποζημίωσης, εφαρμόζεται η Συναλλαγματική Ισοτιμία Αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που ισχύει κατά την ημερομηνία αδυναμίας.
- Το ποσό προς αποζημίωση είναι διαθέσιμο χωρίς να απαιτείται η υποβολή σχετικής αίτησης στο ΤΕΚΕ. Για τον σκοπό αυτό, το πιστωτικό ίδρυμα διαβιβάζει τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις καταθέσεις και τους καταθέτες, μόλις ζητηθούν από το ΤΕΚΕ.
- Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 8, για την καταβολή αποζημιώσεων που αφορά τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9, οι καταθέτες υποβάλλουν αίτηση κατόπιν ανακοίνωσης του ΤΕΚΕ, η οποία ορίζει τη διαδικασία υποβολής των σχετικών αιτήσεων, την προθεσμία υποβολής τους και το περιεχόμενό τους.
- Εναλλακτικά και αντί της καταβολής αποζημίωσης, η διατήρηση της πρόσβασης των καταθετών σε εγγυημένες καταθέσεις επιτυγχάνεται μέσω της λογιστικής μεταφοράς καταθέσεων, υπό τον όρο ότι το κόστος που βαραίνει το ΤΕΚΕ δεν υπερβαίνει το καθαρό ποσό αποζημίωσης των εγγυημένων καταθετών στο οικείο πιστωτικό ίδρυμα.
- Κάθε αλληλογραφία μεταξύ του ΤΕΚΕ και του καταθέτη συντάσσεται:
α) στην ελληνική γλώσσα ή
β) στην επίσημη γλώσσα των οργάνων της ΕΕ την οποία χρησιμοποιεί το πιστωτικό ίδρυμα, στο οποίο τηρείται η κατάθεση, όταν επικοινωνεί με τον καταθέτη· ή
γ) στην ή στις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η κατάθεση.
Εάν πιστωτικό ίδρυμα δραστηριοποιείται άμεσα σε άλλο κράτος μέλος, χωρίς να έχει ιδρύσει υποκαταστήματα, οι πληροφορίες παρέχονται στη γλώσσα που επελέγη από τον καταθέτη όταν ανοίχτηκε ο λογαριασμός.
- Δεν καταβάλλεται αποζημίωση όταν τους τελευταίους 24 μήνες δεν έλαβε χώρα συναλλαγή σχετική με την κατάθεση και η αξία της κατάθεσης είναι μικρότερη από το διοικητικό κόστος που θα προκαλούσε στο ΤΕΚΕ η καταβολή της αποζημίωσης αυτής. Το διοικητικό κόστος του ΤΕΚΕ θα προσδιορίζεται με απόφαση του ΔΣ και θα δύναται να τροποποιείται εφόσον κρίνεται σκόπιμο. Ως συναλλαγή θεωρείται κάθε πραγματική συναλλαγή δικαιούχου καταθέτη ή τρίτου κατ’ εντολή οποιουδήποτε δικαιούχου, όπως και κάθε αίτημα του δικαιούχου προς το πιστωτικό ίδρυμα για ενημέρωσή του σχετικά με το υπόλοιπο του καταθετικού του λογαριασμού. Ενημέρωση συνιστά ενδεικτικώς η προσκόμιση βιβλιαρίου καταθέσεων και η ενημέρωση αυτού, καθώς και η ερώτηση υπολοίπου που υποβάλλεται μέσω εναλλακτικών δικτύων (ΑΤΜ, διαδικτυακή ή τηλεφωνική τραπεζική κ.λπ.). Η πίστωση των καταθέσεων με τόκους, καθώς και η κεφαλαιοποίησή τους, δεν συνιστούν συναλλαγή.
- Το ΤΕΚΕ δεν υποχρεούται στην καταβολή τόκου επί του ποσού αποζημίωσης για το διάστημα μέχρι την καταβολή αποζημίωσης στους δικαιούχους καταθέτες, εφόσον η αποζημίωση έχει καταστεί διαθέσιμη εντός των προθεσμιών των παραγράφων 3 και 4.
- Το ΤΕΚΕ ανακοινώνει δια του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου τη διαδικασία καταβολής αποζημίωσης. Οι ανακοινώσεις πραγματοποιούνται επαναλαμβανόμενα και τουλάχιστον για διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών.
- Κατά την ενεργοποίηση της διαδικασίας αποζημίωσης καταθετών, τα κεφάλαια του ΣΚΚ που είναι κατατεθειμένα στο περιελθόν σε αδυναμία πιστωτικό ίδρυμα, οι προκύπτοντες δεδουλευμένοι τόκοι, καθώς και κάθε τυχόν οφειλόμενη εισφορά προς το ΣΚΚ αποδίδονται αμέσως στο τελευταίο από τους ασκούντες τη διοίκηση του πιστωτικού ιδρύματος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης διάταξης ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, και πριν από την ικανοποίηση οποιασδήποτε άλλης απαίτησης.