Μετά το άρθρο 100B του Ν. 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (ΦΕΚ Α’ 265), προστίθεται άρθρο 100Γ, που έχει ως εξής:
«Άρθρο 100Γ
1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι παρακάτω όροι χρησιμοποιούνται με την εξής σημασία: α) Ως «πελάτες» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, που προμηθεύονται βιομηχανοποιημένα καπνά από τις αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής προϊόντων καπνού, από τους εισαγωγείς από Τρίτες Χώρες και τους παραλήπτες από άλλα Κράτη-Μέλη με σκοπό τη μεταπώλησή τους. β) Ως «προμηθευτές» νοούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά, τα οποία, ενεργώντας στο πλαίσιο της εμπορικής ή επαγγελματικής τους ιδιότητας, παρέχουν συμβατικώς στις αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες ή στα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής προϊόντων καπνού πρώτες ύλες, καθώς και πάσης φύσεως υλικά και υπηρεσίες.
2. Οι αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες και τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια παραγωγής προϊόντων καπνού έχουν υποχρέωση να εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές τους καθώς και οι εισαγωγείς από Τρίτες Χώρες και οι παραλήπτες από άλλα Κράτη-Μέλη ως προς τους πελάτες τους.
3. Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές περιλαμβάνουν: α) την εξακρίβωση και την επαλήθευση της ταυτότητας των πελατών και των προμηθευτών βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή β)την τήρηση και καταγραφή αρχείων με όλες τις σχετικές συναλλαγές γ) την άσκηση συνεχούς εποπτείας της εμπορικής δραστηριότητας στα πλαίσια της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών.
4. Τα πρόσωπα της παραγράφου 2 υποχρεούνται να αποστέλλουν κάθε μήνα, στο Συντονιστικό Κέντρο για την αντιμετώπιση του Λαθρεμπορίου, που ιδρύεται με το άρθρο 6 του παρόντος νόμου, ηλεκτρονική κατάσταση με τις συναλλαγές των προμηθευτών και πελατών τους, καθώς και να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με ασυνήθιστες ή ύποπτες συναλλαγές . Οι ηλεκτρονικές καταστάσεις υποβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επομένου μήνα από το μήνα διενέργειας της συναλλαγής.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ή με κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.
6. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρχίζει από την υλοποίηση της ηλεκτρονικής εφαρμογής υποδοχής των συναλλαγών προμηθευτών – πελατών.»
ΑΡΘΡΟ 5
Παράγραφος 9 ΑΡΘΡΟΥ 106Α. ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ.
Δεδομένου ότι με το άρθρο 5 ενσωματώνονται στο εθνικό μας δίκαιο τα άρθρα 15 και 16 της οδηγίας 2014/40/ΕΕ, η διατύπωση της παραγράφου 9 πρέπει να είναι απόλυτα σύμφωνη με την παράγραφο 10 του άρθρου 15 της οδηγίας, δηλαδή να είναι ως εξής:
«9. Η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων γίνεται μόνο σύμφωνα με τους κανόνες και τις διασφαλίσεις που προβλέπονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ».
ΑΡΘΡΟ 5
Παράγραφος 10 ΑΡΘΡΟΥ 106Α. ΙΧΝΗΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ.
Δεδομένου ότι με το άρθρο 5 ενσωματώνονται στο εθνικό μας δίκαιο τα άρθρα 15 και 16 της οδηγίας 2014/40/ΕΕ και δεδομένου ότι η συμβατότης μεταξύ τους των συστημάτων που θα χρησιμοποιηθούν θα διασφαλισθεί με τα τεχνικά πρότυπα που θα καθορίσει η Επιτροπή μέσω εκτελεστικών πράξεων η ορθή διατύπωση της παραγράφου 10 είναι:
«10. Τα συστήματα που χρησιμοποιούνται για το μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό και οι σχετικές λειτουργίες είναι πλήρως συμβατά μεταξύ τους σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση με βάση τα τεχνικά πρότυπα που θα καθορίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με σχετική Εκτελεστική Πράξη».
ΑΡΘΡΟ 3
Παράγραφος 4
Η υποχρέωση υποβολής από τις καπνοβιομηχανίες στο Συντονιστικό Κέντρο για την αντιμετώπιση του Λαθρεμπορίου κάθε μήνα ηλεκτρονικής κατάστασης με τις συναλλαγές όλων των προμηθευτών και πελατών τους, υπερβαίνει τις υποχρεώσεις που επιβάλει το «Protocol to Eliminate Illicit Trade in Tobacco Products», είναι πολύ γραφειοκρατική και κυρίως οδηγεί σε αποκάλυψη εμπορικών, ανταγωνιστικών πληροφοριών.
Αρκεί η αποστολή ηλεκτρονικής κατάστασης των προμηθευτών και πελατών και σε περίπτωση που για συγκεκριμένο λόγο απαιτείται περαιτέρω πληροφόρηση αυτή θα παρέχεται.
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 100Γ αναγράφεται ότι «Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες και τους προμηθευτές περιλαμβάνουν: α) την εξακρίβωση και την επαλήθευση της ταυτότητας των πελατών και των προμηθευτών βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή β)την τήρηση και καταγραφή αρχείων με όλες τις σχετικές συναλλαγές γ) την άσκηση συνεχούς εποπτείας της εμπορικής δραστηριότητας στα πλαίσια της εφοδιαστικής αλυσίδας καπνού και βιομηχανοποιημένων καπνών, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός ασυνήθιστων ή ύποπτων συναλλαγών».
Το άρθρο 100Γ θεωρώ ότι είναι προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς οι συνεργασίες πρέπει να «φιλτράρονται» με πιο αυστηρά κριτήρια ωστόσο επισημαίνω τα εξής :
1. Θα υπάρξει και ποια θα είναι η ευθύνη όσων δεν εφαρμόζουν όσα αναγράφονται στη συγκεκριμένη παράγραφο;
2. Ποιές είναι οι αξιόπιστες και ανεξάρτητες πηγές της παραγράφου 3α;
3. Ποιά η ευθύνη ημεδαπής αδειοδοτημένης καπνοβιομηχανίας και αδειοδοτημένου επαγγελματικού εργαστήριου παραγωγής προϊόντων καπνού σε περίπτωση όπου κάποιος από τους πελάτες και τους προμηθευτές τους αποδειχθεί στο μέλλον λαθρέμπορος;