1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τη μεθοδολογία υπολογισμού που καθορίζει η ΕΑΚΑΑ με τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 57 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ, θεσπίζει και εφαρμόζει όρια θέσης σχετικά με το μέγεθος της καθαρής θέσης που μπορεί να κατέχει ανά πάσα στιγμή ένα πρόσωπο σε παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης και σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Τα όρια καθορίζονται με βάση όλες τις θέσεις που κατέχει ένα πρόσωπο και εκείνες που κατέχονται για λογαριασμό του συνολικά σε επίπεδο ομίλου, προκειμένου:
α) να αποτρέπεται η κατάχρηση της αγοράς,
β) να υποστηρίζονται ορθοί όροι τιμολόγησης και διακανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της αποτροπής δημιουργίας θέσεων που στρεβλώνουν την αγορά και, κυρίως, να διασφαλίζεται, η σύγκλιση των τιμών των παραγώγων κατά τον μήνα παράδοσης και των τιμών για άμεση παράδοση του υποκείμενου εμπορεύματος, με την επιφύλαξη της διαδικασίας διαμόρφωσης τιμής στην αγορά του υποκείμενου εμπορεύματος.
Όρια θέσεων δεν εφαρμόζονται σε θέσεις που κατέχονται από μη χρηματοοικονομική οντότητα ή για λογαριασμό της και οι οποίες έχει διαπιστωθεί κατά τρόπο αντικειμενικά μετρήσιμο ότι μειώνουν τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα της συγκεκριμένης μη χρηματοοικονομικής οντότητας.
2. Τα όρια θέσεων καθορίζουν σαφή ποσοτικά όρια για το ανώτατο μέγεθος θέσης που μπορεί να κατέχει ένα πρόσωπο σε παράγωγο επί εμπορευμάτων.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θέτει όρια για κάθε σύμβαση παραγώγου επί εμπορεύματος που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης, με βάση τη μεθοδολογία υπολογισμού που καθορίζει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 1. Το εν λόγω όριο θέσης περιλαμβάνει τις οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επανεξετάζει τα όρια θέσης όταν υπάρχει σημαντική μεταβολή στην παραδοτέα ποσότητα ή στις ανοικτές θέσεις ή οποιαδήποτε άλλη μεταβολή στην αγορά, με βάση τον καθορισμό της παραδοτέας ποσότητας και των ανοικτών θέσεων στον οποίο έχει προβεί, και αναπροσαρμόζει το όριο θέσης σύμφωνα με τη μεθοδολογία υπολογισμού που καθορίζει η ΕΑΚΑΑ.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί στην ΕΑΚΑΑ τα ακριβή όρια θέσης που προτίθεται να θέσει σύμφωνα με τη μεθοδολογία υπολογισμού της ΕΑΚΑΑ. Εντός δύο (2) μηνών από τη λήψη της κοινοποίησης, η ΕΑΚΑΑ εκδίδει γνώμη προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, την οποία δημοσιεύει στον διαδικτυακό της τόπο, με την οποία αξιολογεί τη συμβατότητα των ορίων θέσης με τους στόχους της παραγράφου 1 και τη μεθοδολογία υπολογισμού που έχει καθορίσει η ΕΑΚΑΑ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μεταβάλλει τα όρια θέσης σύμφωνα με τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ ή υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ τους λόγους για τους οποίους θεωρεί μη αναγκαία τη συγκεκριμένη μεταβολή. Όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει όρια σε αντίθεση με τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ, δημοσιεύει άμεσα στον διαδικτυακό της τόπο ανακοίνωση στην οποία επεξηγεί πλήρως τους λόγους για την απόφασή της αυτή.
5. Όταν το ίδιο παράγωγο επί εμπορεύματος αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες σε τόπους διαπραγμάτευσης σε περισσότερες της μιας δικαιοδοσίες, το ενιαίο όριο θέσης που εφαρμόζεται σε όλες τις συναλλαγές επί της συγκεκριμένης σύμβασης καθορίζεται από την αρμόδια αρχή του τόπου διαπραγμάτευσης με τον υψηλότερο όγκο συναλλαγών (κεντρική αρμόδια αρχή). Η κεντρική αρμόδια αρχή διαβουλεύεται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων τόπων διαπραγμάτευσης στους οποίους αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε μεγάλους όγκους το εν λόγω παράγωγο, σχετικά με το ενιαίο όριο θέσης που θα εφαρμόζεται καθώς και για τυχόν αναθεωρήσεις του εν λόγω ενιαίου ορίου θέσης. Οι αρμόδιες αρχές που διαφωνούν θα δηλώνουν εγγράφως και λεπτομερώς όλους τους λόγους για τους οποίους θεωρούν ότι δεν πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 1.
Οι αρμόδιες αρχές των τόπων διαπραγμάτευσης στους οποίους αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης το ίδιο παράγωγο εμπορεύματος και οι αρμόδιες αρχές των κατόχων θέσεων στο εν λόγω παράγωγο εμπορεύματος συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής των σχετικών στοιχείων μεταξύ τους, προκειμένου να καταστήσουν δυνατή την παρακολούθηση και την επιβολή του ενιαίου ορίου θέσης.
6. Οι ΑΕΠΕΥ ή οι διαχειριστές αγοράς οι οποίοι διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίο αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης παράγωγα επί εμπορευμάτων εφαρμόζουν ελέγχους για τη διαχείριση θέσεων. Οι έλεγχοι αυτοί περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, τις ακόλουθες εξουσίες του τόπου διαπραγμάτευσης:
α) να παρακολουθεί τις ανοικτές θέσεις των προσώπων,
β) να έχει πρόσβαση σε πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένης κάθε σχετικής τεκμηρίωσης, από πρόσωπα σχετικά με το μέγεθος και τον σκοπό της θέσης ή της έκθεσης που δημιουργήθηκε, πληροφορίες σχετικά με πραγματικούς ή υποκείμενους δικαιούχους, τυχόν συμφωνίες για συντονισμένες ενέργειες, καθώς και για κάθε σχετικό στοιχείο του ενεργητικού ή του παθητικού (assets and liabilities) στην υποκείμενη αγορά,
γ) να απαιτεί από πρόσωπο να κλείνει ή να περιορίζει θέση, σε προσωρινή ή μόνιμη βάση, ανάλογα με τη συγκεκριμένη περίπτωση, και να λαμβάνει μονομερώς κάθε εύλογο μέτρο για να διασφαλίζεται το κλείσιμο ή ο περιορισμός της θέσης αν το οικείο πρόσωπο δεν συμμορφώνεται, και
δ) να απαιτεί, όπου είναι σκόπιμο, από πρόσωπο να παρέχει ρευστότητα στην αγορά σε συμφωνημένη τιμή και όγκο σε προσωρινή βάση με ρητή πρόθεση τον περιορισμό των επιπτώσεων μιας μεγάλης ή κυρίαρχης θέσης.
7. Τα όρια θέσεων και οι έλεγχοι για τη διαχείριση θέσεων πρέπει να είναι διαφανή και να μην επιτρέπουν διακριτική μεταχείριση, να καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζονται στα πρόσωπα για τα οποία ισχύουν και να λαμβάνουν υπόψη τη φύση και τη σύνθεση των συμμετεχόντων στην αγορά και τη χρήση από αυτούς των συμβάσεων που υπόκεινται σε διαπραγμάτευση.
8. Η ΑΕΠΕΥ ή ο διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίο αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης παράγωγα επί εμπορευμάτων ενημερώνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τις λεπτομέρειες των ελέγχων για τη διαχείριση θέσεων.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί στην ΕΑΚΑΑ τις ίδιες πληροφορίες, καθώς και τις λεπτομέρειες των ορίων θέσεων που έχει θεσπίσει, η οποία δημοσιεύει και διατηρεί στον διαδικτυακό της τόπο βάση δεδομένων με σύνοψη των ορίων θέσεων και των ελέγχων για τη διαχείριση θέσεων.
9. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν επιβάλλει πιο περιοριστικά όρια από αυτά που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, όπου αιτιολογούνται αντικειμενικά και είναι αναλογικά, λαμβάνοντας υπόψη τη ρευστότητα και την εύρυθμη λειτουργία της συγκεκριμένης αγοράς. H Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιεύει στον διαδικτυακό της τόπο τις λεπτομέρειες των πιο περιοριστικών ορίων θέσεων που αποφασίζει να επιβάλει, τα οποία πρέπει να ισχύουν για αρχική περίοδο μη υπερβαίνουσα τους έξι (6) μήνες από την ημερομηνία δημοσίευσής τους στον διαδικτυακό της τόπο. Τα πιο περιοριστικά όρια θέσεων μπορούν να ανανεωθούν για περαιτέρω περιόδους που δεν υπερβαίνουν τους έξι (6) μήνες κάθε φορά, εάν οι λόγοι για τον περιορισμό εξακολουθούν να ισχύουν. Αν δεν ανανεωθούν μετά την πάροδο αυτών των έξι μηνών, λήγουν αυτόματα.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί στην ΕΑΚΑΑ την επιβολή πιο περιοριστικών ορίων θέσεων. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει αιτιολόγηση για τα πιο περιοριστικά όρια θέσεων. Η ΕΑΚΑΑ εντός 24 ωρών εκδίδει γνώμη σχετικά με την αναγκαιότητα ή μη των πιο περιοριστικών ορίων θέσεων για την αντιμετώπιση της εξαιρετικής περίπτωσης, η οποία δημοσιεύεται στον διαδικτυακό της τόπο.
Όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει όρια σε αντίθεση με τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ, δημοσιεύει αμέσως στον διαδικτυακό της τόπο ανακοίνωση στην οποία επεξηγεί πλήρως τους λόγους της εν λόγω επιβολής.
10. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκεί τις εξουσίες της όσον αφορά την επιβολή κυρώσεων δυνάμει του παρόντος νόμου για παραβάσεις επί των ορίων θέσεων που καθορίζονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, για:
α) θέσεις που κατέχουν πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια θέσεων σε συμβάσεις παραγώγων επί εμπορευμάτων που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει θεσπίσει για συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένοι ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ή οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων,
β) θέσεις που κατέχουν πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια θέσεων σε συμβάσεις παραγώγων επί εμπορευμάτων που καθορίζουν οι αρμόδιες αρχές σε άλλα κράτη μέλη.