1. Η Τράπεζα της Ελλάδος υπό την ιδιότητα αυτής ως αρμόδιας αρχής κράτους μέλους προέλευσης συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών στα οποία τα ιδρύματα πληρωμών με έδρα στην Ελλάδα παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών είτε ασκώντας το δικαίωμα ελεύθερης εγκατάστασης είτε το δικαίωμα ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, προκειμένου να διενεργούνται έλεγχοι και να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 23 του παρόντος νόμου. Στο πλαίσιο της εν λόγω συνεργασίας, η Τράπεζα της Ελλάδος γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής ότι επιθυμεί να διενεργήσει είτε η ίδια είτε μέσω εξουσιοδοτημένων από αυτήν προσώπων επιτόπιο έλεγχο στο έδαφος του τελευταίου. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να αναθέσει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων στο εμπλεκόμενο ίδρυμα πληρωμών.
2. Οι αρμοδιότητες της προηγούμενης παραγράφου μπορούν να ασκούνται από την Τράπεζα της Ελλάδος υπό την ιδιότητα αυτής ως αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής. Μετά από προηγούμενη σχετική ενημέρωση της Τράπεζας της Ελλάδος επιτρέπεται στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης ιδρύματος πληρωμών που παρέχει υπηρεσίες πληρωμών στην Ελλάδα μέσω αντιπροσώπου ή υποκαταστήματος στο πλαίσιο των διατάξεων του παρόντος νόμου, να προβαίνουν είτε οι ίδιες είτε μέσω εξουσιοδοτημένων από αυτές προσώπων στη διενέργεια ελέγχων. Στο πλαίσιο αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος, μπορεί να αναλάβει κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους προέλευσης τη διενέργεια επιτόπιων ελέγχων στο υποκατάστημα ή στον αντιπρόσωπο του εμπλεκόμενου ιδρύματος πληρωμών.
3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν την αρμοδιότητα της Τράπεζας της Ελλάδος υπό την ιδιότητα αυτής ως εποπτικής αρχής του κράτους μέλους υποδοχής να διενεργεί προς το σκοπό σταθερότητας του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, ελέγχους των δραστηριοτήτων των αντιπροσώπων και του υποκαταστήματος ιδρύματος πληρωμών στην Ελλάδα και να απαιτεί πληροφόρηση σχετικά με τις δραστηριότητές τους. Πριν από τη διενέργεια των εν λόγω ελέγχων, η Τράπεζα της Ελλάδος διαβουλεύεται με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης. Μετά από τη διενέργεια των ελέγχων η Τράπεζα της Ελλάδος γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης τις πληροφορίες και τα ευρήματα που είναι σημαντικά για την αξιολόγηση κινδύνου του ιδρύματος πληρωμών ή για τη σταθερότητα του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος.
4. Κατά τη διενέργεια ελέγχων από την Τράπεζα της Ελλάδος ή τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών δυνάμει του παρόντος νόμου και της εν γένει ισχύουσας νομοθεσίας για την άσκηση της εποπτείας των ιδρυμάτων πληρωμών, τα υποκείμενα στους ελέγχους αυτούς πρόσωπα δεν δικαιούνται να επικαλεσθούν το απόρρητο έναντι των αρμόδιων αρχών ή των εξουσιοδοτημένων από αυτές για τη διενέργεια του ελέγχου προσώπων.
5. Η Τράπεζα της Ελλάδος υπό την ιδιότητα αυτής ως αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να απαιτεί από τα ιδρύματα πληρωμών με έδρα σε άλλο κράτος μέλος που έχουν ορίσει αντιπροσώπους ή υποκαταστήματα στην Ελλάδα να υποβάλλουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα εκθέσεις σχετικά με τις δραστηριότητες που ασκούν στην ημεδαπή. Οι εκθέσεις αυτές ζητούνται για ενημερωτικούς ή στατιστικούς σκοπούς καθώς επίσης προς το σκοπό ελέγχου της συμμόρφωσης με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 68 και των άρθρων 94 έως 96 του παρόντος νόμου. Η τήρηση απαιτήσεων επαγγελματικού απορρήτου που προβλέπεται στο άρθρο 25 ισχύει και για τους εν λόγω αντιπροσώπους και υποκαταστήματα.
6. Η Τράπεζα της Ελλάδος, είτε ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης είτε ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, κοινοποιεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής ή στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης αντίστοιχα όλες τις σχετικές και/ή τις ουσιώδεις πληροφορίες, ιδίως σε περίπτωση παράβασης ή εικαζόμενης παράβασης εκ μέρους αντιπροσώπου ή υποκαταστήματος, ακόμα και όταν τέτοιες παραβάσεις συνέβησαν στο πλαίσιο ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Στο πλαίσιο αυτό, η Τράπεζα της Ελλάδος κοινοποιεί, κατόπιν αιτήματος, όλες τις σχετικές πληροφορίες και, με ιδία πρωτοβουλία, όλες τις ουσιώδεις πληροφορίες, περιλαμβανομένων των πληροφοριών αναφορικά με τη συμμόρφωση του ιδρύματος πληρωμών με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 11.
7. Οι παράγραφοι 1 έως 6 εφαρμόζονται αναλογικά για την παράγραφο 6 του άρθρου 68 και για τα άρθρα 94 έως 96 και στην περίπτωση πιστωτικών ιδρυμάτων που δραστηριοποιούνται στην ημεδαπή.
8. Tα ιδρύματα πληρωμών με έδρα σε άλλο κράτος μέλος που λειτουργούν στην Ελλάδα μέσω αντιπροσώπων ορίζουν ένα κεντρικό σημείο επικοινωνίας στην ημεδαπή, προκειμένου να διασφαλίζεται κατάλληλη κι επαρκής επικοινωνία καθώς και ενημέρωση σχετικά με τη συμμόρφωσή τους με τα άρθρα 38 έως 101, με την επιφύλαξη των διατάξεων για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, προκειμένου να διευκολύνεται η εποπτεία από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης και την Τράπεζα της Ελλάδος ή τη ΓΓΕΠΚ υπό την ιδιότητα αυτών ως αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους υποδοχής, μεταξύ άλλων, με την παροχή εγγράφων και πληροφοριών στις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήσεώς τους.