1. Οι έλεγχοι που ασκεί η Τράπεζα της Ελλάδος για τη διαπίστωση της συνεχούς τήρησης των διατάξεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 είναι αναλογικοί, επαρκείς και προσαρμοσμένοι στους κινδύνους στους οποίους εκτίθενται τα ιδρύματα πληρωμών.
2. Κατά την άσκηση της εποπτικής της αρμοδιότητας, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί, ιδίως, μεταξύ άλλων να λαμβάνει τα εξής μέτρα:
α) να απαιτεί από το ίδρυμα πληρωμών να παρέχει κάθε πληροφορία απαραίτητη για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης, διευκρινίζοντας τον σκοπό του αιτήματος, κατά το δέον, και την προθεσμία για την παροχή των πληροφοριών,
β) να πραγματοποιεί επιτόπιους ελέγχους στο ίδρυμα πληρωμών, καθώς και σε κάθε αντιπρόσωπο ή υποκατάστημα που παρέχει υπηρεσίες πληρωμών υπό την ευθύνη του ιδρύματος, ή σε κάθε οντότητα στην οποία ανατίθενται δραστηριότητες του ιδρύματος πληρωμών,
γ) να εκδίδει συστάσεις και κατευθυντήριες γραμμές και, εφόσον ενδείκνυται, δεσμευτικές διοικητικές πράξεις,
δ) να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών σύμφωνα με το άρθρο 13.
3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 55Α του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος, των διαδικασιών ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών και των διατάξεων του Ποινικού Δικαίου, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιβάλλει κυρώσεις ή να λαμβάνει μέτρα κατά των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, περιλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσίας πληροφοριών λογαριασμού, καθώς επίσης σε βάρος των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και σε βάρος άλλων προσώπων τα οποία φέρουν ευθύνη για την παράβαση, πράξη ή παράλειψη, εφόσον αυτή έγινε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί, σε περίπτωση παράβασης νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικών με τις κατά την παράγραφο 1 του προηγούμενου άρθρου αρμοδιότητες αυτής αναφορικά με την εποπτεία ή την άσκηση των δραστηριοτήτων τους σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών κατ’ αναλογική εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 57 και των άρθρων 60, 62 και 96 του ν. 4261/2014. Σκοπός των μέτρων ή κυρώσεων είναι να παύσουν οι παραβάσεις ή να εκλείψουν τα αίτιά τους.
4. Τηρουμένων των διατάξεων του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος και των κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος νόμου κανονιστικών πράξεων, η Τράπεζα της Ελλάδος στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση παράβασης του παρόντος νόμου και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδιδόμενων κανονιστικών πράξεων, επιβάλλει με απόφασή της, διαζευκτικά ή σωρευτικά, διοικητικές κυρώσεις και διοικητικά μέτρα, τα οποία περιλαμβάνουν τα εξής:
α) δημόσια ανακοίνωση στην οποία περιγράφονται το υπεύθυνο φυσικό ή νομικό πρόσωπο και η φύση της παράβασης,
β) εντολή προς το υπεύθυνο φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της παράνομης συμπεριφοράς και παράλειψής της στο μέλλον,
γ) στην περίπτωση ιδρύματος πληρωμών, περιλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσίας πληροφοριών λογαριασμού, ανάκληση της άδειας λειτουργίας τους κατά την ισχύουσα νομοθεσία,
δ) προσωρινή απαγόρευση κατά των φυσικών προσώπων της προηγούμενης παραγράφου να ασκούν καθήκοντα σε ιδρύματα,
ε) στην περίπτωση νομικού προσώπου, χρηματικά πρόστιμα ελάχιστου ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ και μέγιστου ύψους έως το 10% του συνολικού καθαρού κύκλου εργασιών κατά την προηγούμενη χρήση,
στ) στην περίπτωση φυσικού προσώπου, χρηματικά πρόστιμα ελάχιστου ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ μέχρι και πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ,
ζ) χρηματικά πρόστιμα μέχρι και το διπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, όπου μπορούν να συγκεκριμενοποιηθούν.
5. Ο Διοικητής ή ο Πρόεδρος, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, οι ελεγκτές, οι αρμόδιοι διευθυντές και οι υπάλληλοι, κάθε παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσίας πληροφοριών λογαριασμού, τιμωρούνται με φυλάκιση ή με χρηματική ποινή ή με αμφότερες τις ποινές αυτές, εκτός αν από άλλη διάταξη προβλέπεται βαρύτερη ποινή, εφόσον:
α) παραλείπουν ή παραποιούν εκ προθέσεως την εγγραφή σημαντικής συναλλαγής στα βιβλία του,
β) υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος ψευδείς ή ανακριβείς εκθέσεις ή παρέχουν ψευδή ή ανακριβή στοιχεία.
Σε περίπτωση που τα ανωτέρω πρόσωπα αρνούνται ή παρακωλύουν με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο, που ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος, τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών.
6 Ανεξαρτήτως των απαιτήσεων του άρθρου 7, των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 και του άρθρου 9, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να λαμβάνει τα μέτρα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, για να εξασφαλίζεται η ύπαρξη επαρκών κεφαλαίων για τις υπηρεσίες πληρωμών, ιδίως όταν οι εκτός των υπηρεσιών πληρωμών δραστηριότητες του ιδρύματος πληρωμών βλάπτουν ή ενδέχεται να βλάψουν την οικονομική του ευρωστία.
7. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 4 του άρθρου 59 του ν. 4261/2014, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιβάλλει κυρώσεις ή να λαμβάνει μέτρα για την περίπτωση παραβάσεων των απαιτήσεων παροχής άδειας λειτουργίας και των απαιτήσεων για απόκτηση ειδικών συμμετοχών κατ’ αναλογική εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 58 και των άρθρων 60 και 62 του ν. 4261/2014.
8. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να εξειδικεύονται τα σχετικά θέματα και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.