1. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών μόνο εάν το ίδρυμα:
α) δεν έχει κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός δώδεκα (12) μηνών, ή παραιτείται ρητώς απ’ αυτήν ή έπαυσε να ασκεί τη δραστηριότητά του για περίοδο μεγαλύτερη των έξι (6) μηνών,
β) απέκτησε την άδεια λειτουργίας με ψευδείς δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο,
γ) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας ή παραλείπει να ενημερώσει την Τράπεζα της Ελλάδος σχετικά με σημαντικές εξελίξεις ως προς το θέμα αυτό,
δ) η συνέχιση των εργασιών παροχής υπηρεσιών πληρωμών θα αποτελούσε απειλή για τη σταθερότητα ή την εμπιστοσύνη στο σύστημα πληρωμών,
ε) παρακωλύει με οποιονδήποτε τρόπο τον έλεγχο που ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος,
στ) αδυνατεί ή αρνείται να αυξήσει τα ίδια κεφάλαιά του,
ζ) τίθεται ή πρόκειται να τεθεί σε καθεστώς λύσης και εκκαθάρισης ή έχει κινηθεί σε βάρος του διαδικασία αφερεγγυότητας, συμπεριλαμβανομένων των προπτωχευτικών διαδικασιών,
η) εμπίπτει στις λοιπές περιπτώσεις ανάκλησης που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία.
2. Η ανάκληση της άδειας λειτουργίας αιτιολογείται και κοινοποιείται στο εμπλεκόμενο ίδρυμα πληρωμών.
3. Οι αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας δημοσιεύονται αυθημερόν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και στον επίσημο διαδικτυακό της τόπο.