1. [Αρμόδιες αρχές για την εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος νόμου από τα υπόχρεα πρόσωπα ορίζονται οι ακόλουθες αρχές και φορείς
α) Η Τράπεζα της Ελλάδος για
αα. τα πιστωτικά ιδρύματα,
ββ.τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές,
γγ.τις εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης,
δδ. τις εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων τρίτων,
εε. τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων πιστωτικών ιδρυμάτων από δάνεια και πιστώσεις,
στστ.τις εταιρείες παροχής πιστώσεων,
ζζ. τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος,
ηη, τα ιδρύματα πληρωμών,
θθ.τις ταχυδρομικές εταιρείες, ως προς τις παρεχόμενες υπηρεσίες πληρωμών,
ιι. τα ανταλλακτήρια συναλλάγματος,
ιαια. τις επιχειρήσεις της περίπτωσης ιθ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 4.
β) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για
αα.τις εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου,
ββ.τις εταιρείες διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων,
γγ.τις εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και τους συνδεδεμένους αντιπροσώπους τους,
δδ. τις εταιρείες επενδυτικής διαμεσολάβησης,
εε. τις εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών,
στστ. τις εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία,
ζζ. τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.
γ) Το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας για τους ενεχυροδανειστές και τους αργυραμοιβούς.
δ) Η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων για τους ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές και τις εταιρείες ορκωτών ελεγκτών-λογιστών.
ε) Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης) γιααα. τους εξωτερικούς λογιστές-φοροτεχνικούς και τα νομικά πρόσωπα παροχής λογιστικών-φοροτεχνικών υπηρεσιών, καθώς και τους ιδιώτες ελεγκτές,
ββ.τους μεσίτες ακινήτων,
γγ. τους εμπόρους και εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας.
στ) Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων για:
αα. τις επιχειρήσεις καζίνο και τα καζίνο που λειτουργούν επί πλοίων στην Ελλάδα ή υπό Ελληνική σημαία,
ββ. τις επιχειρήσεις, τους οργανισμούς και τους άλλους φορείς που παρέχουν υπηρεσίες τυχερών παιγνίων, καθώς και τα πρακτορεία που σχετίζονται με τις δραστηριότητες αυτές.
ζ) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τους συμβολαιογράφους και τους δικηγόρους.
η) Το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης για τα πρόσωπα της περίπτ. ι΄ της παρ. 1 του άρθρου 5.
θ) Για τα εγκατεστημένα στην Ελλάδα υποκαταστήματα χρηματοπιστωτικών οργανισμών που έχουν την έδρα τους στην αλλοδαπή, αρμόδιααρχή είναι η κατά περίπτωση αρμόδια αρχή των ελληνικών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, οι οποίοι ασκούν αντίστοιχες δραστηριότητες με τους ως άνω χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της αλλοδαπής.
2. Οι αρχές της προηγούμενης παραγράφου εποπτεύουν τα υπόχρεα πρόσωπα για τα οποία είναι αρμόδιες, ως προς τη συμμόρφωσή τους με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει ο παρών νόμος. Η συχνότητα, η ένταση και η κατανομή των πόρων προς διενέργεια της εποπτείας εξαρτώνται από το βαθμό επικινδυνότητας των υπόχρεων προσώπων και τους υφιστάμενους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, με βάση ιδίως την Έκθεση Εθνικής Εκτίμησης Κινδύνου, την αντίστοιχη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τη γνώμη των ΕΕΑ σχετικά με τον κίνδυνο που χαρακτηρίζει την χρηματοπιστωτική αγορά και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, τις οποίες εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει της παρ. 2 του άρθρου 9 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Η αξιολόγηση του βαθμού επικινδυνότητας των υπόχρεων προσώπων, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων μη συμμόρφωσης, επανεξετάζεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, καθώς και όταν συμβαίνουν σημαντικά γεγονότα ή εξελίξεις στη διαχείριση ή τη λειτουργία τους.
3.. Οι εποπτικές αρμοδιότητες των ανωτέρω αρχών είναι ειδικότερα οι εξής:
α) Καθορίζουν με κανονιστικές αποφάσεις τους τις λεπτομέρειες εφαρμογής των επί μέρους υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα νόμο για τα εποπτευόμενα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των εγγράφων και στοιχείων που απαιτούνται για τη διενέργεια της πιστοποίησης και επαλήθευσης της ταυτότητας των πελατών τους, κατά την εφαρμογή μέτρων συνήθους, απλουστευμένης ή αυξημένης δέουσας επιμέλειας. Οι υποχρεώσεις αυτές δύναται να διαφοροποιούνται, αφού ληφθεί ιδίως υπόψη, η φύση, το μέγεθος και το νομικό πλαίσιο των επαγγελματικών δραστηριοτήτων των ως άνω προσώπων, ο βαθμός κινδύνου που ενέχουν αυτές οι δραστηριότητες και οι διενεργούμενες συναλλαγές, καθώς και η τυχόν αντικειμενική αδυναμία εφαρμογής συγκεκριμένων μέτρων από ορισμένες κατηγορίες υπόχρεων προσώπων. Ομοίως, δύναται να καθορίζονται πρόσθετες ή αυστηρότερες υποχρεώσεις πέραν των προβλεπομένων στον παρόντα νόμο ή χαμηλότερα ποσοτικά όρια, προκειμένου να αντιμετωπίζονται αυξημένοι κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
β) Καθοδηγούν με κατάλληλες οδηγίες και εγκυκλίους ή άλλες πρόσφορες μεθόδους τα υπόχρεα πρόσωπα ως προς την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων, τον καθορισμό πρακτικών συμπεριφοράς έναντι των πελατών, την επιλογή των κατάλληλων πληροφοριακών συστημάτων και την υιοθέτηση εσωτερικών διαδικασιών και διαδικασιών σε επίπεδο ομίλου για τον εντοπισμό ύποπτων ή ασυνήθων συναλλαγών ή δραστηριοτήτων που ενδέχεται να σχετίζονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
γ) Καταρτίζουν ή διανέμουν στα υπόχρεα πρόσωπα ανακοινώσεις και πληροφορίες για υποθέσεις στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν νέες μέθοδοι και πρακτικές για τη διάπραξη των αδικημάτων του άρθρου 2 στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό (τυπολογίες), καθώς και εκθέσεις αναφορικά με κινδύνους που συνδέονται με συγκεκριμένους κλάδους ή δραστηριότητες. Προς τον σκοπό αυτόν συνεργάζονται μεταξύ τους, με τον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα, με την Αρχή και ενδεχομένως με αλλοδαπές αντίστοιχες αρχές, και παρακολουθούν τις σχετικές εργασίες διεθνών φορέων.
δ) Ενημερώνουν τα υπόχρεα πρόσωπα για πληροφορίες και ανακοινώσεις που αφορούν στη συμμόρφωση ή μη χωρών προς την ενωσιακή νομοθεσία και τις Συστάσεις της Ομάδας Χρηματοπιστωτικής Δράσης (Financial Action Task Force, εφεξής: FATF).
ε) Διενεργούν τακτικούς και έκτακτους ελέγχους αναφορικά με την επάρκεια και καταλληλότητα των εσωτερικών πολιτικών, μέτρων και διαδικασιών που έχουν υιοθετήσει και εφαρμόζουν τα υπόχρεα πρόσωπα, περιλαμβανομένων επιτοπίων ελέγχων στα κεντρικά γραφεία και τις εγκαταστάσεις αυτών, αλλά και σε υποκαταστήματα και θυγατρικές που εδρεύουν ή λειτουργούν στην Ελλάδα ή το εξωτερικό, σε συνεργασία ενδεχομένως με τις αρμόδιες αρχές της ξένης χώρας. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζουν δεόντως τις εκτιμήσεις κινδύνου στις οποίες προβαίνουν τα υπόχρεα πρόσωπα κατά την άσκηση της διακριτικής τους ευχέρειας κατά την παρ. 11 του άρθρου 13, καθώς και την επάρκεια των εφαρμοζόμενων μέτρων δέουσας επιμέλειας και εσωτερικών διαδικασιών.
στ) Διασφαλίζουν με εποπτικές δράσεις, ότι οι εγκαταστάσεις που λειτουργούν τα υπόχρεα πρόσωπα άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελληνική Επικράτεια τηρούν τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Για τον σκοπό αυτό συνεργάζονται με την εκάστοτε αρμόδια εποπτική αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του το υπόχρεο πρόσωπο. Στην περίπτωση των εγκαταστάσεων που αναφέρονται στην παρ.6 του άρθρου 36, η εποπτεία μπορεί να περιλαμβάνει την λήψη κατάλληλων και αναλογικών μέτρων για την αντιμετώπιση σοβαρών ελλείψεων που απαιτούν άμεσες λύσεις. Τα εν λόγω μέτρα είναι προσωρινά και λήγουν όταν αντιμετωπισθούν οι επισημανθείσες ελλείψεις, με τη συνδρομή ή συνεργασία της εποπτικής αρχής του κράτους μέλους καταγωγής του υπόχρεου προσώπου.
ζ) Απαιτούν από τα υπόχρεα πρόσωπα κάθε στοιχείο ή δεδομένο που είναι απαραίτητο για την εκπλήρωση των εποπτικών και ελεγκτικών τους καθηκόντων.
η) Διασφαλίζουν ότι τα πρόσωπα που κατέχουν θέση ανώτερου διοικητικού στελέχους ή είναι πραγματικοί δικαιούχοι υπόχρεων προσώπων είναι κατάλληλα και έντιμα πρόσωπα.
θ) Θεσπίζουν αποτελεσματικούς και αξιόπιστους μηχανισμούς για την ενθάρρυνση των καταγγελιών, που αφορούν σε παραβάσεις από τα υπόχρεα πρόσωπα των διατάξεων του παρόντος νόμου. Οι μηχανισμοί αυτοί περιλαμβάνουν ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή των σχετικών καταγγελιών και την παρακολούθηση της έκβασής τους, κατάλληλα μέτρα προστασίας των εργαζομένων που καταγγέλλουν παραβάσεις που διεπράχθησαν εντός του υπόχρεου προσώπου και των καταγγελλόμενων προσώπων, μέτρα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αυτών, καθώς και σαφείς κανόνες ώστε να εξασφαλίζεται στο μέτρο του δυνατού η εμπιστευτικότητα των καταγγελιών.
ι) Επιβάλλουν μέτρα και διοικητικές κυρώσεις για παραβάσεις των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα νόμο κατά των υπόχρεων προσώπων και των υπαλλήλων τους, σύμφωνα με το άρθρο 46. Η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνουν τις ΕΕΑ σχετικά με τα μέτρα και τις διοικητικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει, συμπεριλαμβανομένης κάθε προσφυγής που έχει ασκηθεί και της έκβασής της.
4. Η Τράπεζα της Ελλάδος, εκτιμώντας τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που δύναται να ενέχουν ορισμένες εργασίες της, καθορίζει με απόφασή της κατάλληλα μέτρα προς αποτροπή αυτών.
5. Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων, έπειτα από κατάλληλη εκτίμηση κινδύνου, στην οποία επισημαίνεται ο τρόπος με τον οποίο λήφθηκαν υπόψη τα πορίσματα σχετικών εκθέσεων που τυχόν εκπονεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δύναται να αποφασίζει τη συνολική ή μερική εξαίρεση ορισμένων υπηρεσιών τυχερών παιγνίων από τις απαιτήσεις του παρόντος νόμου, εφόσον ο κίνδυνος που ενέχει η φύση και ενδεχομένως η έκταση των σχετικών υπηρεσιών, εκτιμάται ως χαμηλός. Ανάμεσα στους παράγοντες που συνεκτιμώνται είναι και το πόσο ευάλωτες εμφανίζονται οι σχετικές συναλλαγές ενόψει των χρησιμοποιούμενων μεθόδων πληρωμής. Η απόφαση εξαίρεσης, μαζί με τη σχετική για την αιτιολόγησή της εκτίμηση κινδύνου, κοινοποιείται μέσω του Κεντρικού Συντονιστικού Φορέα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η διακριτική ευχέρεια της παρούσας παραγράφου δεν υφίσταται προκειμένου για υπηρεσίες τυχερών παιγνίων που παρέχονται από επιχειρήσεις καζίνο.
6. Οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν επαρκείς οικονομικούς, ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους για την εκτέλεση των καθηκόντων τους και διασφαλίζουν μέσω της συνεχούς ενημέρωσης και εκπαίδευσης του προσωπικού τους, ότι το τελευταίο διατηρεί υψηλό επαγγελματικό επίπεδο, μεταξύ άλλων σε ζητήματα εμπιστευτικότητας και προστασίας προσωπικών δεδομένων, διακρίνεται για την ακεραιότητά του και διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα. Η Τράπεζα της Ελλάδος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων και η Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), συγκροτούν ειδικές υπηρεσιακές μονάδες, με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά και ικανό αριθμό υπαλλήλων, για την αποτελεσματική εκπλήρωση των εποπτικών τους καθηκόντων.
7. Οι αρμόδιες αρχές υποβάλλουν τον πρώτο μήνα κάθε έτους αναλυτική έκθεση στον Κεντρικό Συντονιστικό Φορέα σχετικά με την οργανωτική τους διάρθρωση, τις δραστηριότητες τους, τις κανονιστικές αποφάσεις και εγκυκλίους τους, τα αποτελέσματα των διενεργηθέντων ελέγχων και της αξιολόγησης των υπόχρεων προσώπων, καθώς και τα τυχόν επιβληθέντα από αυτές μέτρα ή κυρώσεις.
8. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με τις ΕΕΑ και παρέχουν σε αυτές όλες τις πληροφορίες που τους είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους.