Το άρθρο 49 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Μεταφορές χρημάτων
1. Οι πληρωμές των ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια που διεξάγουν οι κάτοχοι των αδειών, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος νόμου, διενεργούνται υποχρεωτικά από τους κάτωθι παρόχους υπηρεσιών πληρωμών :
α) πιστωτικά ιδρύματα που έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με την παρ. 16 του αρ. 3 και 34 του ν. 4261/2014,
β) ιδρύματα πληρωμών που έχουν αδειοδοτηθεί σύμφωνα με το άρ. 4, παρ. 29 και άρ. 24 του ν. 3862/2010 και
γ) ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι αδειοδοτημένα σύμφωνα με την παρ. 1 του αρ. 13 του ν.4021/2011.
2. Ο αριθμός λογαριασμού των κατόχων άδειας λαμβάνει ειδικό κωδικό, ο οποίος γνωστοποιείται στην Ε.Ε.Ε.Π. με ευθύνη τους. Κάθε δοσοληψία που αφορά τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου αποτυπώνεται ξεχωριστά με ευθύνη των ανωτέρω παρόχων υπηρεσιών πληρωμών .
3. Ο κάτοχος της άδειας διατηρεί ίδιο λογαριασμό και ξεχωριστό λογαριασμό παικτών σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα.
Τα ποσά που βρίσκονται κατατεθειμένα στο λογαριασμό παικτών πρέπει τουλάχιστον να εξισώνονται με το συνολικό ποσό με το οποίο είναι πιστωμένοι οι διαδικτυακοί λογαριασμοί των παικτών. Όταν το ποσό που βρίσκεται κατατεθειμένο στο λογαριασμό παικτών παρουσιάζει έλλειμμα σε σχέση με το συνολικό ποσό με το οποίο είναι πιστωμένοι οι διαδικτυακοί λογαριασμοί παικτών που διατηρεί ο κάτοχος της άδειας, ο κάτοχος της άδειας υποχρεούται να αναπληρώσει το έλλειμμα με δικά του ποσά, μέσα σε τρεις (3) ημέρες.
4. Η καταβολή του τιμήματος για τη συμμετοχή σε τυχερό παίγνιο μέσω του διαδικτύου γίνεται υποχρεωτικά σε αδειοδοτημένο κάτοχο άδειας, χωρίς τη μεσολάβηση τρίτου, πλην των αναφερόμενων στην παρ. 1 του παρόντος άρθρου παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, με τρόπο που διασφαλίζει την ταυτοποίηση του παίκτη, όπως ειδικότερα καθορίζεται με τον Κανονισμό Παιγνίων.
5. Απαγορεύεται στα πιστωτικά ιδρύματα ή τα ιδρύματα πληρωμών ή τα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα να πραγματοποιούν οποιαδήποτε συναλλαγή, καθώς και πληρωμές ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια σε λογαριασμούς που τηρούν σε αυτά μη αδειοδοτημένοι πάροχοι τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, όπως αναφέρονται στον κατάλογο μη αδειοδοτημένων παρόχων (black list) που τηρεί η Ε.Ε.Ε.Π. αναρτημένο στον ιστότοπό της. Τα παραπάνω ιδρύματα, διαβιβάζουν αμελλητί στην Τράπεζα της Ελλάδος και στην Ε.Ε.Ε.Π. κατάσταση με κάθε συναλλαγή ή πληρωμή που έχει πραγματοποιηθεί κατά τα παραπάνω, καθώς και όλα τα στοιχεία των λογαριασμών που έχουν συναλλαγεί και των προσώπων που τους κατέχουν. Στο πιστωτικό ίδρυμα ή στο ίδρυμα πληρωμών ή στο ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα και το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις της παραγράφου αυτής επιβάλλεται, με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., πρόστιμο υπέρ του Δημοσίου ίσο με το δεκαπλάσιο κάθε ποσού που διακινήθηκε και τουλάχιστον ίσο με πεντακόσια (500) ευρώ.
6. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών υποχρεούνται να αποστέλλουν στοιχεία αναφορικά με τις συναλλαγές των κατόχων άδειας τυχερών παιγνίων και των κατόχων ατομικής κάρτας παίκτη και Ηλεκτρονικού Λογαριασμού Παίκτη μέσω του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και ΛΠ) που διατηρείται στη ΓΓΠΣ, δυνάμει του ν. 4170/2013.»
Άρθρο 12 – Τροποποίηση του άρθρου 49 του ν. 4002/2011
Παράγραφος 3. Προτείνεται όπου γίνεται αναφορά σε «διαδικτυακούς λογαριασμούς παικτών» θα πρέπει να γίνει αντικατάσταση με τη φράση «Ηλεκτρονικούς Λογαριασμούς Παικτών».
Επί του Άρθρου 14
Οι προτεινόμενες διατάξεις διαμορφώνουν ένα πλαίσιο φορολόγησης κερδών αδικαιολόγητα ευνοϊκότερο για τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια μέσω διαδικτύου σε σχέση με τη συμμετοχή σε παίγνια που διεξάγονται επιγείως. Το πλαίσιο αυτό δεν συνάδει με την αρχή της ισότητας και των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού, δεδομένου μάλιστα ότι η συμμετοχή στα επίγεια παίγνια παρέχει περισσότερα εχέγγυα προστασίας για τους παίκτες. Συνεπώς, η εν λόγω ρύθμιση πρέπει να αναμορφωθεί. Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να προβλεφθεί ότι για τα τυχερά παίγνια της ΟΠΑΠ Α.Ε. που διεξάγονται ήδη ή θα διεξάγονται στο μέλλον επιγείως με στήλες, το αφορολόγητο ποσό ανά στήλη θα ανέρχεται αντί των 100 ευρώ στα 1.000 ευρώ και ότι τα κέρδη από 1.000,01 και άνω θα υπόκεινται σε φόρο με συντελεστή 10%. Επιπλέον, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι στα τυχερά παίγνια της ΟΠΑΠ Α.Ε. που διεξάγονται ήδη ή θα διεξάγονται στο μέλλον με παικτικές συνεδρίες το αφορολόγητο ποσό ανά παικτική συνεδρία θα ανέρχεται αντί των 100 ευρώ στα 1.000 ευρώ και ότι τα κέρδη από 1000,01 και άνω θα υπόκεινται σε φόρο με συντελεστή 10%. Τέλος, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται μέσω διαδικτύου από την ΟΠΑΠ Α.Ε. και τους παρόχους που πρόκειται να αδειοδοτηθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καθώς και τα άλλα νέα τυχερά παίγνια που θα αδειοδοτηθούν στο μέλλον αποκλειστικά για το διαδίκτυο, θα υπόκεινται σε φόρο ανά στήλη παιχνιδιού με συντελεστή 10% μετά την αφαίρεση του αφορολόγητου ποσού των 1.000 ευρώ, με κριτήριο την αξία της στήλης στα αντίστοιχα επίγεια τυχερά παίγνια της ΟΠΑΠ Α.Ε.. Σε κάθε περίπτωση ζητούμε την ίση φορολογική μεταχείριση των κερδών που προέρχονται από τη συμμετοχή στα επίγεια και διαδικτυακά τυχερά παίγνια. Επισημαίνουμε, τέλος ότι τα κέρδη από τη συμμετοχή στα τυχερά παίγνια που διεξάγονται στα καζίνο δεν υπόκεινται σε φορολόγηση.
Επί του Άρθρου 12
Στη νέα παράγραφο 1 του άρθρου 49 του ν. 4002/2011 θα πρέπει να προστεθεί περίπτωση δ) που να προβλέπει ρητά ότι μεταξύ αυτών που επιτρέπεται να πραγματοποιούν πληρωμές ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια που διεξάγουν οι κάτοχοι των αδειών, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος νόμου, περιλαμβάνονται και τα πρακτορεία της ΟΠΑΠ Α.Ε. τύπου Α΄ και Στ΄.
– Στη νέα παράγραφο 4 του άρθρου 49 του ν. 4002/2011 θα πρέπει να προστεθεί ρητή πρόβλεψη ότι για τις ανάγκες της παραγράφου αυτής οι πράκτορες της ΟΠΑΠ Α.Ε. που λειτουργούν πρακτορεία τύπου Α΄ και Στ΄ δεν θεωρούνται «τρίτοι» και ως εκ τούτου επιτρέπεται η καταβολή σε αυτούς από τους παίκτες του τιμήματος συμμετοχής σε τυχερό παίγνιο μέσω του διαδικτύου.
– Στη νέα παράγραφο 5 του άρθρου 49 θα πρέπει να προστεθεί ρητή πρόβλεψη περί του ότι η ΕΕΕΠ θα υποχρεούται να γνωστοποιεί στην Τράπεζα της Ελλάδος και μέσω αυτής στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών τα στοιχεία των εκάστοτε αδειοδοτημένων παρόχων τυχερών παιγνίων μέσω διαδικτύου (white list), ώστε να διασφαλίζεται μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος ότι θα απορρίπτεται (μπλοκάρεται) κάθε συναλλαγή και πληρωμή ποσού συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέει από τη συμμετοχή σε τυχερό παίγνιο σε λογαριασμούς που τηρούν μη αδειοδοτημένοι πάροχοι. Σε περίπτωση παράβασης από μέρους των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών της απαγόρευσης πραγματοποίησης συναλλαγής με μη αδειοδοτημένους παρόχους τυχερών παιγνίων, οι οποίοι θα αναγνωρίζονται από τον σχετικό με τα τυχερά παίγνια ΚΑΔ, θα πρέπει να επιβάλλεται πρόστιμο. Παράλληλα, η ΕΕΕΠ θα πρέπει να ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος σχετικά με μη αδειοδοτημένους παρόχους τυχερών παιγνίων που χρησιμοποιούν ΚΑΔ που αντιστοιχεί σε άλλες δραστηριότητες, προκειμένου η τελευταία να επιβάλλει αναστολή των συναλλαγών των παρόχων αυτών. Επίσης, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι η white list θα γνωστοποιείται από την ΕΕΕΠ και στην Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), ώστε η τελευταία να απορρίπτει αιτήσεις για χορήγηση ονομάτων χώρου στο διαδίκτυο, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, όταν αυτές υποβάλλονται από μη αδειοδοτημένους παρόχους τυχερών παιγνίων.
ΑΡΘΡΟ 12
Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 49 είναι, ως προτείνεται, νομικά προβληματικό. Υποχρεώνει τον κάτοχο της άδειας να διατηρεί ίδιο λογαριασμό και ξεχωριστό λογαριασμό παικτών σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, στερώντας από τον κάτοχο της άδειας τη δυνατότητα να εκπληρώσει την ως άνω νομική υποχρέωσή του σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, ως άλλωστε η παράγραφος 2 του άρθρου 49 του ν. 4002/2011 ορθά προβλέπει σήμερα. Η στέρηση για τον κάτοχο της άδειας της δυνατότητας να διατηρεί τους δύο ως άνω λογαριασμούς σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου αντιβαίνει ευθέως στο τραπεζικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και στο εθνικό δίκαιο.
Προτείνεται η διαμόρφωση του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 49 ως εξής:
«3. Ο κάτοχος της άδειας διατηρεί ίδιο λογαριασμό και ξεχωριστό λογαριασμό παικτών σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου.»
Άρθρο 12 – Τροποποίηση άρθρου 49 του ν. 4002/2011
Απόψεις / Παρατηρήσεις – Προτάσεις:
1. Οι προτεινόμενες διατάξεις των παρ. 1 και 4 του άρθρου 12 του παρόντος νομοσχεδίου που αφορούν στις πληρωμές των ποσών συμμετοχής κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή στα τυχερά παίγνια χρήζουν συμπλήρωσης προκειμένου να οριστεί ότι και τα πιστοποιημένα από την Ε.Ε.Ε.Π. ως πρακτορεία τύπου Α και ΣΤ’ μπορούν να διενεργούν πληρωμές των ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους. Άλλωστε, σύμφωνα και με τον ν.4537/2018 (άρθρο 3, εδάφιο β’) περί υπηρεσιών πληρωμών προβλέπεται σαφής εξαίρεση από τις προβλέψεις αυτού και άρα δεν καθίσταται αναγκαία η διαμεσολάβηση ενός Παρόχου Υπηρεσιών Πληρωμών (Πιστωτικό Ίδρυμα, Ίδρυμα Πληρωμών Ίδρυμα Ηλεκτρονικού Χρήματος) «…σε πράξεις πληρωμής από τον πληρωτή στον δικαιούχο μέσω εμπορικού αντιπροσώπου εξουσιοδοτημένου με συμφωνία να διαπραγματεύεται ή να συνάπτει την πώληση ή αγορά αγαθών ή υπηρεσιών εκ μέρους μόνο του πληρωτή ή μόνο του δικαιούχου».
2. Η προτεινόμενη διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 12 του παρόντος νομοσχεδίου που αφορά στην τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 49 του ν. 4002/2011 χρήζει αναδιατύπωσης προκειμένου να διασφαλιστεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό ο σκοπός του νόμου που είναι ο αποκλεισμός συναλλαγών με μη αδειοδοτημένους παρόχους διαδικτυακών τυχερών παιγνίων που σχετίζονται με πληρωμές ή έσοδα από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια.
Τα μέτρα που η σχολιαζόμενη διάταξη του σχεδίου νόμου προβλέπει για τον σκοπό αυτό αφενός υστερούν της απαιτούμενης δραστικότητας αφετέρου η εφαρμογή τους παρίσταται δυσχερής. Πιο συγκεκριμένα, η διάταξη θεσπίζει μεν υποχρέωση για τους Παρόχους Υπηρεσιών Πληρωμών (ΠΥΠ -, ήτοι πιστωτικά ιδρύματα/ιδρύματα πληρωμών/ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένα και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα), να απέχουν από την πραγματοποίηση οποιασδήποτε συναλλαγής, καθώς και πληρωμής ποσών συμμετοχής και απόδοσης κέρδους που απορρέουν από τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια σε λογαριασμούς που τηρούν σε αυτά μη αδειοδοτημένοι πάροχοι τυχερών παιγνίων, όπως αυτοί αναφέρονται στον κατάλογο μη αδεοδοτημένων παρόχων (black list) που τηρεί η Ε.Ε.Ε.Π. αναρτημένο στον ιστότοπό της, ωστόσο η τήρηση αυτής υποχρέωσης υπολαμβάνει μια επίπονη και ανοιχτή σε αβλεψίες/αστοχίες διαδικασία εκ μέρους των ΠΥΠ. Στην πράξη, τα τελευταία, καλούνται να ενημερώνονται διαρκώς για την τελευταία έκδοση της black list και να πρέπει να αντιπαραβάλουν καθημερινά έναν τεράστιο αριθμό συναλλαγών και στοιχείων λογαριασμών που τηρούν με τα στοιχεία που βρίσκονται από καιρού εις καιρόν καταχωρημένα στη black list.
Πέραν του ότι είναι επαχθής και χρονοβόρα η εν λόγω διαδικασία δεν διασφαλίζει τον αποκλεισμό συναλλαγών ή πληρωμών με μη αδειοδοτημένους παρόχους ώστε να επιτελείται ο παραπάνω σκοπός του νόμου. Κατά την προβλεπόμενη από το νομοσχέδιο διασταύρωση πληθώρας συναλλαγών και στοιχείων δικαιούχων με τα αναγραφόμενα στη black list, είναι σχεδόν βέβαιο ότι, ακόμη και με την επίδειξη της μέγιστης δυνατής επιμέλειας και προσοχής, θα εμφιλοχωρήσουν ακούσια σφάλματα και παραλείψεις. Έτσι θα δημιουργηθεί μια «μαύρη τρύπα» πραγματοποίησης αθέμιτων συναλλαγών με μη αδειοδοτημένους παρόχους, η οποία θα πλήξει καίρια το κύρος της αγοράς των διαδικτυακών παιγνίων και την δέουσα προστασία των παικτών κατά τη συμμετοχή τους στα εν λόγω παίγνια. Μόνη δε η ύπαρξη εύλογων αμφιβολιών για την πιθανότητα να έχουν διαλάθει της προσοχής των ΠΥΠ και να έχουν πραγματοποιηθεί μη νόμιμες συναλλαγές με μη αδειοδοτημένους παρόχους, αρκεί για να διαρρήξει την εμπιστοσύνη παικτών και δημόσιων φορέων (όπως των φορολογικών αρχών) ως προς την ασφάλεια και τη διαφάνεια της αγοράς τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου. Εξ άλλου, κατά τα προβλεπόμενα στο σχέδιο νόμου, σε περίπτωση που της προσοχής των ΠΥΠ διαλάθουν συναλλαγές με μη αδειοδοτημένους παρόχους και οι ΠΥΠ παραλείψουν να διαβιβάσουν (αμελλητί, ως απαιτείται) στην Τράπεζα της Ελλάδος και στην ΕΕΕΠ κατάσταση με τα σχετικά στοιχεία κάθε συναλλαγής ή πληρωμής που έχει πραγματοποιηθεί κατά τα παραπάνω, καθώς και όλα τα στοιχεία των λογαριασμών που έχουν συναλλαγεί και των προσώπων που τους κατέχουν, οι ΠΥΠ είναι εκτεθειμένοι στην υποχρέωση καταβολής σημαντικού προστίμου.
Η παρεμπόδιση εν τη γενέσει τους των πληρωμών που αφορούν συναλλαγές με μη αδειοδοτημένους παρόχους είναι το ισχυρότερο όπλο για την καταπολέμηση του παράνομου παιχνιδιού. Θα πρέπει, επομένως, να δομηθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να ενισχυθεί η ετοιμότητα και η ταχύτητα χρήσης του.
Γι’ αυτό αντί των προβλεπόμενων από το σχέδιο νόμου, προτείνεται όπως η διάταξη του άρθρου 49 παρ. 5 του Ν. 4002/2011 τροποποιηθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε οι ΠΥΠ που είναι εγκατεστημένοι και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και παρέχουν υπηρεσίες στην Ελλάδα προβαίνοντας στην κατάλληλη γνωστοποίηση στην Τράπεζα της Ελλάδος και δραστηριοποιούνται στην έκδοση μέσων πληρωμής (ενδεικτικά: κάρτες πληρωμών) ή έκδοση ηλεκτρονικού χρήματος να εξασφαλίζουν ότι τα εκδιδόμενα από αυτούς μέσα πληρωμής/ηλεκτρονικό χρήμα θα γίνονται αποδεκτά μόνο από αδειοδοτημένους παρόχους τυχερών παιγνίων μέσω του διαδικτύου, όπως θα αναφέρονται σε κατάλογο αδειοδοτημένων παρόχων της ΕΕΕΠ (white list), ο οποίος βρίσκεται αναρτημένος στην ιστοσελίδα της ΕΕΕΠ και τον οποίο, σε κάθε περίπτωση, η ΕΕΕΠ θα κοινοποιεί στους ΠΥΠ, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος. Εξ αντιδιαστολής, κάθε εκδιδόμενο μέσο πληρωμής/ηλεκτρονικόχ χρήμα δεν θα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για συναλλαγή σε παρόχους διαδικτυακών τυχερών παιγνίων που δεν θα περιλαμβάνονται στη λίστα αδειοδοτημένων παρόχων και οι οποίοι θα αναγνωρίζονται μέσω του κωδικού οικονομικής δραστηριότητας για τα τυχερά παίγνια με ευθύνη του εκδότη του μέσου πληρωμών/ηλεκτρονικού χρήματος. Σε περίπτωση παραβίασης των ανωτέρω από τους ΠΥΠ, θα τους επιβάλλεται πρόστιμο, κατόπιν απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος.
Με τον τρόπο αυτό, διασφαλίζεται ότι, αντί οι ΠΥΠ, να ελέγχουν το σύνολο των συναλλαγών που διενεργούνται από τους μη αδειοδοτημένους παρόχους διαδικτυακών τυχερών παιγνίων, των οποίων ο αριθμός είναι ακαθόριστος, αναμένεται μεγάλος και μπορεί να προσαυξάνεται, ο έλεγχος αυτός θα συντελείται στην «πηγή» περιορίζοντας τη δυνατότητα στο έκαστο μέσο πληρωμής για συναλλαγές με τους παρόχους που περιλαμβάνονται στον κατάλογο αδειοδοτημένων παρόχων παιγνίων της ΕΕΕΠ (white list). Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο έλεγχος καθίσταται ευχερέστερος και αποτελεσματικότερος, ελαχιστοποιώντας τις πιθανότητες ακούσιου σφάλματος ή παράλειψης εκ μέρους του ΠΥΠ, αφ’ής στιγμής οι αδειοδοτημένοι πάροχοι παιγνίων θα είναι εκ των προτέρων γνωστοί κι ως εκ τούτου συγκεκριμένοι και περιορισμένοι αριθμητικά. Η ρύθμιση αυτή θα συμβάλει τόσο στην αποφυγή των συναλλαγών με μη αδειοδοτημένους παρόχους και στην αποκατάσταση της ασφάλειας στην διαδικτυακή αγορά τυχερών παιγνίων, δεδομένου ότι πρόκειται για μία διαδικασία αυτοματοποιημένη, μέσω της οποίας δεν επιτρέπονται οι συναλλαγές με μη αδειοδοτημένους παρόχους, οπότε το μέτρο λειτουργεί προληπτικά και όχι κατασταλτικά. Τα δε τυχόν πρόστιμα εις βάρος των ΠΥΠ θα επιβάλλονται από την Τράπεζα της Ελλάδος ως την καθύλην αρμόδια εποπτική αρχή. Ακόμη επισημαίνεται ότι το εν λόγω μέτρο αποκλεισμού των συναλλαγών εφαρμόζεται με μεγάλη αποτελεσματικότητα από το 2010 και σε άλλες έννομες τάξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Νορβηγία, Τσεχία), αποδεικνύοντας εν τοις πράγμασι ότι εν συγκρίσει με την υιοθέτηση άλλων μέτρων που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση του φαινομένου της μη αδειοδοτημένης παροχής τυχερών παιγνίων, λειτουργεί αποφέροντας καλύτερα αποτελέσματα προς την κατεύθυνση αυτή.
3. Σε ότι αφορά στην παρ. 6, όπου γίνεται αναφορά στην υποχρέωση των Παρόχων Υπηρεσιών Πληρωμών (ΠΥΠ) να αποστέλλουν στοιχεία σχετικά με τις συναλλαγές των κατόχων άδειας τυχερών παιγνίων και των κατόχων ατομικής κάρτας παίκτη και Ηλεκτρονικού Λογαριασμού Παίκτη μέσω του Συστήματος Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών (ΣΜΤΛ και ΛΠ) που τηρείται στην ΓΓΠΣ, θα θέλαμε να διευκρινίσουμε ότι: Δυνάμει του ν. 4170/2013 ήδη οι ΠΥΠ αποστέλλουν τα σχετικά στοιχεία στο ΣΜΤΛ και ΛΠ, τόσο για φυσικά όσο και νομικά πρόσωπα, προφανώς περιλαμβανομένων και τυχόν νομικών προσώπων – κατόχων άδειας τυχερών παιγνίων. Σε ότι αφορά στην ατομική κάρτα παίκτη καθώς και τον Ηλεκτρονικό Λογαριασμό Παίκτη, αυτές ορίζονται στο ν. 4002/2011 και εξειδικεύονται με επιμέρους αποφάσεις της ΕΕΕΠ (Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων) ως ανεξάρτητης λειτουργούσας Αρχής η οποία θέτει και το πλαίσιο εποπτείας και λειτουργίας αυτών, ενώ δεν σχετίζονται καθόλου με τραπεζικούς λογαριασμούς ή λογαριασμούς πληρωμών (η λειτουργία των οποίων μέσω των αδειοδοτημένων ΠΥΠ εποπτεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος). Ως εκ τούτου, δεν αποτελούν πληροφορία η οποία μπορεί να αποστέλλεται ή/και να αντιστοιχείται στο ΣΜΤΛ και ΛΠ, η λειτουργία και δομή του οποίου είναι εντελώς διαφορετική. Τέλος, επισημαίνεται ότι τυχόν στοιχεία που απαιτούνται για οποιοδήποτε λόγο ελέγχου, μπορούν πάντα να αναζητηθούν άμεσα από τους κατόχους αδειών τυχερών παιγνίων. Ως εκ τούτου προτείνεται η διαγραφή της εν λόγω παραγράφου 6. του Άρθρου 12.
Παράγραφος 3: Στην παράγραφο 3 του τροποποιούμενου άρθρου 49 του Ν. 4002/2011 ορίζεται ότι ένας κάτοχος άδειας θα πρέπει να διατηρεί ένα ίδιο τραπεζικό λογαριασμό του και ένα χωριστό λογαριασμό (καταθέσεων) παικτών σε οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα. Αντιθέτως, στο άρθρο 5 του Σχεδίου Νόμου (με το οποίο τροποποιούνται οι παράγραφοι 5 και 6 του άρθρου 31 του Ν. 4002/2011) ορίζεται πως ο Κανονισμός Παιγνίων θα ορίσει το ελάχιστο χρηματικό ποσό που οι κάτοχοι άδειας θα πρέπει να διατηρούν σε πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της Ε.Ε. / του Ε.Ο.Χ (και όχι απαραίτητα στην Ελλάδα). Δεδομένου ότι η τελευταία αυτή διάταξη προφανώς αναφέρεται στον ίδιο λογαριασμό του κατόχου άδειας, προκύπτει μία σαφής αντίθεση μεταξύ των άρθρων 12 και 5 του Σχεδίου Νόμου.
Προτείνουμε όπως, σε κάθε περίπτωση, ένας κάτοχος άδειας να δύναται να τηρεί τόσο το λογαριασμό παικτών όσο και τον ίδιο λογαριασμό του σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της Ε.Ε. / του Ε.Ο.Χ. Οποιαδήποτε άλλη πρόβλεψη θα είναι, σε κάθε περίπτωση, αντίθετη με τις αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και της ελευθερίας εγκατάστασης.
Εν σχέσει με την παράγραφο 3 σαφέστατα ο νομοθέτης θα πρέπει να επιτρέψει στον κάτοχο αδείας τουλάχιστον τρεις εργάσιμες ημέρες για τη σχετική αναπλήρωση και όχι ημερολογιακές. Είναι προφανές ότι ο χρόνος των απλών ημερολογιακών ημερών δεν επαρκεί σε καμία περίπτωση ακόμα και στην πιο έγκαιρη ανταπόκριση του κατόχου αδείας.
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΟΠΑΠ-ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ
—————————-
Εκτός όλων των άλλων γιατί γίνεται αυτό το πράγμα ;
http://cosmicway.net/havg.html
https://www.tapatalk.com/groups/cosmicway/-t1528.html
Διαμαρτυρήθηκα γι αυτό το πράγμα και έφαγα ξύλο (με τον περίεργο νόμου του αυτοφώρου που κυνήγαγσν και την Ζαχαράκη),
Την ίδια στιγμή που -κατά σύμπτωση- με περίμενε το νοσοκομειακό να με πάει στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο για σοβαρή εγχείρηση.
Έφαγαν επίπληξη από την ΓΑΔΑ οι δράστες αλλά τι να το κάνεις ;
Τόσο πολύ στα θολά νερά ψαρεύουμε τώρα ;