Άρθρο 32 Τροποποίηση των περιπτ. 1, 3, 4, 7, 9 και 15 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 για την αύξηση των δόσεων της πάγιας ρύθμισης

1. Η περιπτ. 1 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107) αντικαθίσταται ως εξής:

«1. α. Οφειλές βεβαιωμένες στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α’ 90, Κ.Ε.Δ.Ε.), τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, ΦΕΚ Α΄170 Κ.Φ.Δ.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, δύνανται, κατόπιν αίτησης των οφειλετών, πριν ή μετά τη λήξη της προθεσμίας καταβολής αυτών, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται ως εξής:
(i) σε δύο (2) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,
(ii) έως σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από φόρο κληρονομιών, από φορολογικό και τελωνειακό έλεγχο, καθώς και για μη φορολογικές και τελωνειακές οφειλές, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στα επόμενα εδάφια.
β. ο αριθμός των δόσεων της ρύθμισης για οφειλές που ρυθμίζονται σύμφωνα με την ανωτέρω υποπερίπτωση α) (ii) έως σαράντα οκτώ (48) δόσεις καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση την ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, κατά τα επόμενα, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της υποπερίπτ. δ’.
Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα, με βάση
-το μέσο όρο του συνολικού εισοδήματός τους (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) κατά τα τελευταία τρία φορολογικά έτη πριν την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση για τα οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ή
-το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, για το οποίο έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο, και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής ως εξής:
Το συνολικό εισόδημα πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο επόμενο εδάφιο.
Για εισόδημα:
αα) από 0,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
ββ) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
γγ) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
δδ) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
εε) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
στστ) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
ζζ) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
ηη) πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

Ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013 (Α΄167), κατά μία (1) εκατοστιαία μονάδα για ένα (1) τέκνο, κατά δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες για δύο (2) τέκνα και κατά τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες για τρία (3) τέκνα και άνω. Το άθροισμα των γινομένων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Ο αριθμός των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για κανένα από τα φορολογικά έτη που λαμβάνονται υπόψιν για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής, ή έχει υποβάλει μηδενικές δηλώσεις για όλα τα έτη αυτά, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων, υπό τον περιορισμό του ποσού της ελάχιστης μηνιαίας δόσης. Για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής λαμβάνονται κάθε φορά υπόψιν και οι οφειλές από ανεξόφλητες κατά τον χρόνο της υπαγωγής δόσεις ρυθμίσεων οι οποίες χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων της υποπερίπτωσης α’ (ii), στο βαθμό που ο χρόνος αποπληρωμής των δόσεων των προηγουμένων ρυθμίσεων συμπίπτει με τον χρόνο αποπληρωμής των δόσεων της ρύθμισης.

Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, με βάση
-το μέσο όρο των συνολικών ακαθαρίστων εσόδων των τριών τελευταίων πριν την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση φορολογικών ετών για τα οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ή
-τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση, για τα οποία έχει παρέλθει η προθεσμία υποβολής της οικείας δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, εφόσον αυτά είναι μεγαλύτερα. Τα συνολικά ακαθάριστα έσοδα πολλαπλασιάζονται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο επόμενο εδάφιο.
Για εσόδων:
αα) από 0,01 ευρώ έως 1.000.000 ευρώ με συντελεστή πέντε τοις εκατό (5%),
ββ) από 1.000.000,01 ευρώ έως 1.500.000 ευρώ με συντελεστή επτά τοις εκατό (7%),
γγ) από 1.500.000,01 ευρώ και άνω με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),

Το άθροισμα των γινομένων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Ο αριθμός των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Σε περίπτωση που για όλα τα φορολογικά έτη με βάση τα οποία καθορίζεται η ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη έχουν υποβληθεί μηδενικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, χορηγείται ο μέγιστος αριθμός δόσεων, υπό τον περιορισμό του ποσού της ελάχιστης μηνιαίας δόσης. Για τον καθορισμό της ικανότητας αποπληρωμής λαμβάνονται κάθε φορά υπόψιν και οι οφειλές από ανεξόφλητες κατά τον χρόνο της υπαγωγής δόσεις ρυθμίσεων οι οποίες χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων της υποπερίπτωσης α’ (ii), στο βαθμό που ο χρόνος αποπληρωμής των δόσεων των προηγουμένων ρυθμίσεων συμπίπτει με τον χρόνο αποπληρωμής των δόσεων της ρύθμισης.
Αν το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα έχει προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό ακαθάριστο εισόδημα, του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορίζεται χαμηλότερος συντελεστής για νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που ασκούν αποκλειστικά ή κυρίως ορισμένες δραστηριότητες, λαμβάνοντας υπόψη κάθε πρόσφορο στοιχείο σχετικά με τους συντελεστές κερδοφορίας των δραστηριοτήτων αυτών.
Ο αριθμός των δόσεων που καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση για οφειλές της υποπερίπτωσης α’ (ii), δεν μπορεί να είναι μικρότερος των είκοσι τεσσάρων (24), υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Ο οφειλέτης μπορεί να επιλέξει την αποπληρωμή σε λιγότερες των είκοσι τεσσάρων (24) μηνιαίων δόσεων.γ. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, επιτρέπεται, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων α’ και β’, η υπαγωγή της ίδιας οφειλής ανά οφειλέτη στη ρύθμιση του παρόντος για δεύτερη φορά και για αριθμό δόσεων, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των δόσεων που υπολείπονταν κατά το χρόνο απώλειας της ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή, για την εκ νέου υπαγωγή απαιτείται η προκαταβολή ποσού διπλάσιου της μηνιαίας δόσης. Το ποσό προκαταβολής δηλώνεται από τον οφειλέτη κατά την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής στη ρύθμιση και καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της αίτησης. Οι υπόλοιπες δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση.
δ. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.

2. Η περιπτ. 3 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 αντικαθίσταται ως εξής :

«3. Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή επιβαρύνεται, από την ημερομηνία υπαγωγής, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά ν. 4174/2013 (Α΄170) τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, με τόκο ως εξής:
α) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως δώδεκα (12) δόσεις, ο τόκος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα Πιστωτικά Ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, πλέον είκοσι πέντε εκατοστών της εκατοστιαίας μονάδας (0,25%), ετησίως υπολογιζόμενο. Το επιτόκιο υπολογισμού του τόκου αναπροσαρμόζεται ετησίως, την πρώτη εργάσιμη ημέρα του επομένου μήνα από αυτόν της δημοσίευσης του ως άνω μέσου ετήσιου επιτοκίου και ισχύει για όλες τις ρυθμίσεις που χορηγούνται μέχρι τον επανακαθορισμό του το επόμενο έτος. Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ` όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
β) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο της ανωτέρω περίπτωσης α΄, με βάση το οποίο υπολογίζεται ο τόκος, προσαυξάνεται κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα (1,5%). Ο ως άνω τόκος είναι ετησίως υπολογιζόμενος και παραμένει σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης .
γ) Σε περίπτωση απώλειας και υπαγωγής των ίδιων οφειλών στη ρύθμιση για δεύτερη φορά από τον ίδιο οφειλέτη, τα επιτόκια των υποπεριπτώσεων α’ και β’ προσαυξάνονται κατά μιάμιση (1,5) ποσοστιαία μονάδα.Τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο δεν ισχύουν για οφειλές από δασμούς.
δ) Τα επιτόκια των προηγουμένων υποπεριπτώσεων δεν υπερβαίνουν τα επιτόκια που ορίζονται για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) και της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 356/1974 (Α’ 90).
ε) Για οφειλές από δασμούς, και ανεξαρτήτως του αριθμού των δόσεων της ρύθμισης αυτών, το επιτόκιο υπολογισμού του τόκου ισούται με το εκφρασμένο σε ετήσια βάση και δημοσιευμένο στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, επιτόκιο που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις κύριες πράξεις αναχρηματοδότησής της την πρώτη ημέρα του μήνα λήξης της προθεσμίας καταβολής τους, για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, ή την πρώτη ημέρα του μήνα βεβαίωσης τους, για τις μη ληξιπρόθεσμες οφειλές, προσαυξημένο κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ` όλη τη διάρκεια της ρύθμισης και δεν προσαυξάνεται λόγω υπαγωγής της συγκεκριμένης κατηγορίας οφειλών σε ρύθμιση για δεύτερη φορά από τον ίδιο οφειλέτη. Τόκος δεν υπολογίζεται, εφόσον οι ρυθμιζόμενες οφειλές δεν υπερβαίνουν ανά πράξη βεβαίωσης το ποσό των δέκα (10) ευρώ.»

3. Η περίπτ. 4 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων οφειλών στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή άλλη νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής ληξιπρόθεσμων οφειλών, ενώ δύνανται να υπαχθούν μετά από επιλογή του οφειλέτη και βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές που τελούν σε διοικητική ή δικαστική αναστολή.»

4. Στην περιπτ. 7 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 μετά το δεύτερο εδάφιο προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Με την υποβολή από τον οφειλέτη αιτήματος περί υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος, τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε., από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 (Α΄170) και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης δύνανται να καλύπτουν την πρώτη δόση, εφόσον εισπράττονται εντός της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.».

5. Στην περιπτ. 9 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 μετά την υποπεριπτ. δ’ προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«ε. Οι οφειλέτες που είναι συνεπείς στην εκπλήρωση των όρων της παρούσας ρύθμισης μέχρι το πέρας αυτής, κατά την καταβολή της τελευταίας δόσης, απαλλάσσονται από την πληρωμή ποσού που ισούται με το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των τόκων που ορίζονται στην παράγραφο 2 και έχουν επιβαρύνει το ποσό των δόσεων της ρυθμιζόμενης οφειλής. Η απαλλαγή δεν μπορεί να υπερβαίνει το ύψος της τελευταίας δόσης».
«Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης και υπαγωγής των ίδιων οφειλών από τον ίδιο οφειλέτη σε ρύθμιση για δεύτερη φορά, ως βάση υπολογισμού του ποσού των τόκων που απαλλάσσονται, λαμβάνεται το σύνολο των τόκων της παραγράφου 2 που επιβαρύνουν τις οφειλές από την πρώτη υπαγωγή τους στη ρύθμιση και ως την εξόφλησή τους».

6. Η περίπτ. 15 της υποπαρ. Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου ν. 4152/2013 τροποποιείται ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ δύνανται να καθορίζονται οι προϋποθέσεις υπαγωγής στις ανωτέρω διατάξεις και μέσω διαδικτυακής εφαρμογής της ΑΑΔΕ οι φορολογικές υποχρεώσεις οι οποίες πρέπει να εκπληρώνονται για να μην απωλεσθεί η ρύθμιση, οι περιπτώσεις για τις οποίες η φορολογική διοίκηση θα απαιτεί υποχρεωτικά την πληρωμή της ρύθμισης μέσω πάγιας εντολής στους φορείς είσπραξης, επιπλέον όροι και προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για να καθίσταται ενεργή η ρύθμιση, οι λεπτομέρειες και κάθε ειδικότερο θέμα εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού.»

7. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται για οφειλές που βεβαιώνονται στις Δ.Ο.Υ., τα ελεγκτικά κέντρα και τα τελωνεία μετά την 1.1.2020.

8. Με την επιφύλαξη των οφειλών από δασμούς, για τις οποίες δεν έχει εφαρμογή η παρούσα παράγραφος, οφειλές που είχαν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία έχει απωλεσθεί μέχρι την 1.1.2020, δύνανται να ενταχθούν στην παρούσα ρύθμιση υπό τους όρους και προϋποθέσεις αυτής μόνο μία φορά, με το επιτόκιο που καθορίζεται σύμφωνα με την υποπερίπτωση γ΄ της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 και ο αριθμός των δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των δόσεων που υπολείπονταν κατά το χρόνο απώλειας της ρύθμισης ή διευκόλυνσης τμηματικής καταβολής.

9. Ειδικά για ρυθμίσεις που χορηγούνται από 1.1.2020 έως τις 31.1.2020, με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, για τον καθορισμό του επιτοκίου της υποπερ. α’ της περ. 3 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 λαμβάνεται υπόψιν το μέσο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα Πιστωτικά Ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις του τρίτου τριμήνου του 2019, όπως αυτό δημοσιεύεται από την της Τράπεζας της Ελλάδος.

10. Το άρθρο 43 του ν. 4174/2013 (Α’ 170) καταργείται για οφειλές που βεβαιώνονται στη Φορολογική Διοίκηση μετά την 1.1.2020.

  • 14 Νοεμβρίου 2019, 19:30 | Μαρία

    Πιστεύω ότι δεν πρέπει να υπάρχει περιορισμός στην δυνατότητα ένταξης των οφειλών στην νέα ρύθμιση των 24 η 48 δόσεων με βάση τον χρόνο βεβαίωσης τους.
    Όλες οι οφειλές ανεξαρτήτως χρόνου βεβαίωσης να μπορούν να ενταχθούν στην νέα ρύθμιση.

  • 14 Νοεμβρίου 2019, 13:55 | ΧΑΡΗΣ

    1. Η Υπαγωγή στις διατάξεις της νέας ρύθμισης όλων των βεβαιωμένων οφειλών θα έπρεπε να είναι αυτονόητη όπως προκύπτει και από το πλήθος των σχετικών παρατηρήσεων.
    2. Για λόγους χρηστής διοίκησης και προστασίας της εύλογης εμπιστοσύνης του Διοικούμενου, να δοθεί η δυνατότητα σε όσους ενώ είχαν τις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις να ενταχθούν στις διατάξεις του Ν.4611/2019, δεν κατέστη τελικά εφικτό να επωφεληθούν από αυτές λόγω τεχνικής αδυναμίας του taxis δεδομένου ότι ενώ υπέβαλλαν τις φορολογικές τους δηλώσεις με ημερομηνία υποβολής την 07.10.2019 που ήταν και η τελευταία μέρα της παράτασης και βεβαιώθηκαν οι φόροι την ίδια ως άνω ημερομηνία εν τούτοις το σύστημα απαντούσε στη διαδικασία της αίτησης ότι δεν υπάρχουν οφειλές προς ρύθμιση και αυτό διότι δεν εμφανίζονταν οι οφειλές αυτές στην προσωποποιημένη πληροφόρηση ώστε να μπορεί να υποβάλλει την αίτηση ρύθμισης, την ίδια στιγμή που είχε τη σχετική εκκαθάριση και τη βεβαίωση της οφειλής τυπωμένη στα χέρια του.
    Νομίζω ότι όπως και στη ρύθμιση των ασφαλιστικών οφειλών έτσι και εδώ θα έπρεπε να υπάρχει μια ανάλογη πρόβλεψη. Έστω και τώρα όμως μπορεί και πρέπει να διορθωθεί αυτή η στρέβλωση.

    Ευχαριστώ,
    Χαράλαμπος Γ. Κουρμουλάκης

  • 14 Νοεμβρίου 2019, 12:46 | ΕΜΠΟΡΙΚΟ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

    Αύξηση του αριθμού των δόσεων των υφιστάμενων ρυθμίσεων (πάγια ρύθμιση ν.4152/2013), από 12 σε 24 μηνιαίες δόσεις και από 24 σε 48 μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από φόρο κληρονομιών, από φορολογικό και τελωνειακό έλεγχο, καθώς και για μη φορολογικές και τελωνειακές οφειλές. Η συγκεκριμένη ρύθμιση όμως θα κοστίσει ακριβότερα σε όσους επιθυμούν τη ρύθμιση των χρεών τους σε 13 δόσεις και πάνω, καθώς θα υπάρχει επιπλέον επιβάρυνση θα προσαυξάνεται κατά 1,5% πέραν του βασικού επιτοκίου. Επιπλέον οι εν λόγω αλλαγές στην πάγια ρύθμιση θα αφορούν οφειλές που θα βεβαιωθούν από την 1.1.2020, οπότε και θα τεθεί σε εφαρμογή.

  • 13 Νοεμβρίου 2019, 21:23 | ΑΝΔΡΕΑΣ ΦΩΚΑΣ

    ΟΧΙ ΠΡΟΣΚΟΜΙΣΗ ΑΠΟΔΕΙΞΕΩΝ (ΔΕΗ,ΟΤΕ,ΝΕΡΟ ΚΛΠ) ΑΥΤΟΙ ΦΟΡΟΔΙΑΦΕΥΓΟΥΝ?
    ΔΩΣΤΕ ΚΙΝΗΤΡΑ ΜΕΙΩΣΗΣ ΦΟΡΟΥ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΠΡΟΣΚΟΜΙΖΟΥΝ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΑΠΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ. (ΙΑΤΡΟΥΣ,ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΥΣ,ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ,ΜΗΧΑΝΙΚΟΥΣ,ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΟΥΣ,ΥΔΡΑΥΛΙΚΟΥΣΚΛΠ)
    ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΑΠΟ ΤΑ ΕΙΣΠΡΑΤΟΜΕΝΑ ΕΝΟΙΚΙΑ ΔΑΠΑΝΕΣ ΕΠΙΣΚΕΥΩΝ & ΣΥΝΤΗΡΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΕΝΟΙΚΙΑΖΟΜΕΝΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΚΛΠ.

  • 13 Νοεμβρίου 2019, 19:45 | Γιάννης

    Γιατί να μην υπάρχει η δυνατότητα ένταξης στη ρύθμιση των 24 δόσεων και για τις βεβαιωμένες οφειλές του 2019.
    Για βεβαιωμένες οφειλές έως και 31/12/2018 υπήρξε η δυνατότητα πριν ένα μήνα για ρύθμιση έως και 120 δόσεις.
    Με ποία λογική δεν θα μπορούν να ενταχθούν στις 24 δόσεις?

    Το ίδιο βέβαια και για τις οφειλές του 2019 για τις οποίες δεν υπήρξε ή δυνατότητα ένταξης ούτε στις 120 δόσεις.

  • 13 Νοεμβρίου 2019, 14:11 | Νίκος

    Δεν καταλαβαίνω τον λόγο για τον οποίο η αύξηση του αριθμού των δόσεων της πάγιας ρύθμισης θα αφορά οφειλές που βεβαιώνονται μετά τίς 01/01/2020.Γιά ποιο λόγο οφειλές του 2019 η του 2018 και πίσω που για οποιοδήποτε λόγο δεν έχουν ρυθμιστεί η είναι ρυθμισμένες με την παλαιά
    ρύθμιση να μην μπορούν να ρυθμισττουν με τις νέες ρυθμίσεις.

  • Ένας από τους λόγους για τους οποίους ακόμα και η ρύθμιση των 120 δόσεων δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα είναι πως δεν μπορεί να γίνει μερική ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα για βεβαιωμένες οφειλές που εταιρείες ή φυσικά πρόσωπα έχουν προσφύγει στα φορολογικά δικαστήρια, να μην επιθυμούν να εντάξουν και αυτές τις οφειλές σε ρύθμιση ειδικά στην περίπτωση που υπάρχει αναστολή είσπραξης. Σε άμεση συνάφεια με το παραπάνω, θα πρέπει η διοίκηση να καταφέρει και να επαναδιαπραγματευτεί, τρόπον τινά, τις επίδικες υποθέσεις που χρονίζουν στα φορολογικά δικαστήρια. Να αποσύρει εκ των προτέρων την υποστήριξή της σε υποθέσεις που προτάσσεται παραγραφή εκ μέρους του φορολογούμενου για ελέγχους που τα βιβλία κρίνονται ειλικρινή και χωρίς πρόσθετα στοιχεία που επιμηκύνουν τον χρόνο παραγραφής , χωρίς να περιμένουν τα δύο μέρη μια απόφαση δικαστηρίου που θα καθυστερήσει σε κάθε περίπτωση. Τέτοιες περιπτώσεις αποτρέπουν τους οφειλέτες να προβούν σε ρύθμιση. Επιπλέον πρέπει να επαναυπολογιστούν με λογιστικά παραδεκτές μεθόδους και επαληθεύσεις όσες υποθέσεις βρίσκονται στα φορολογικά δικαστήρια με εξωλογιστικό προσδιορισμό ο οποίος σε κάθε περίπτωση έχει δημιουργήσει τεράστιες και αδύνατον να εξυπηρετηθούν οφειλές. Σημειωτέον πως ο εξολογιστικώς προσδιορισμός γίνεται με την χρήση αυθαιρέτων και κυρίως ανεπίκαιρων συντελεστών κέρδους. Τότε θα ξεκαθαρίσει το τοπίο και κάθε ρύθμιση θα είναι επιτυχημένη καθώς ο φορολογούμενος θα μπορεί και κυρίως θα νιώθει πως πρέπει να ρυθμίσει και να εξοφλήσει τις οφειλές του. Να υπάρξει δηλαδή μια περαίωση εκκρεμών υποθέσεων στα φορολογικά δικαστήρια. Οι παραπάνω ενέργειες, θα αποτελέσουν επιστροφή στην πραγματικότητα καθώς από την μια πλευρά θα βελτιώσουν την βιωσιμότητα των ελληνικών επιχειρήσεων και από την άλλη θα βελτιώσουν τόσο την εισπραξιμότητα προς όφελος των δημοσίων οικονομικών όσο και την εύλογη παρουσίαση των δημοσίων οικονομικών μεγεθών τα οποία σήμερα χαρακτηρίζονται μεγεθυμένα με χρέη ανεπίδεκτα είσπραξης

  • 12 Νοεμβρίου 2019, 15:12 | ΙΩΑΝΝΗΣ

    ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΝΟΙΚΗ ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΥΠΑΧΘΟΥΝ.ΤΟ ΕΠΙΤΟΚΙΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΟΠΩΣ ΣΤΙΣ 120 ΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΙΜΩΡΗΤΙΚΟ.ΕΤΣΙ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΜΠΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΘΕΙ ΚΑΙ Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΤΩΝ 120 ΔΟΣΕΩΝ.ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΓΙΑ ΟΛΑ ΕΩΣ 48 ΔΟΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΒΛΕΦΘΕΙ ΚΑΙ ΡΥΘΜΙΣΗ ΕΩΣ 60 ΔΟΣΕΙΣ ΓΙΑ ΧΡΕΗ ΠΑΛΑΙΑ ΠΡΙΝ ΤΟ 2017 ΜΕ ΧΑΜΗΛΟ ΕΠΙΤΟΚΙΟ.ΤΟ ΕΠΙΤΟΚΙΟ ΕΙΝΑΙ ΠΟΥ ΦΟΒΙΖΕΙ ΠΟΛΛΟΥΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΣΤΙς ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ.ΕΠΙΣΗΣ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΑ ΕΧΕΙ ΕΠΙΛΟΓΗ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΟΣΩΝ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ.ΝΑ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝΝΟΙΕΑ ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΑ ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΕΦΟΡΙΑ ΠΟΥ ΗΣΟΥΝ ΠΑΛΙΑ Η ΕΙΣΑΙ ΤΩΡΑ ΚΑΙ ΒΓΑΙΝΕΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΟΦΕΙΛΗΣ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΝΑ ΧΑΝΟΥΝ ΟΛΟΙ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΤΙΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΛΟΓΩ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ.ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΡΙΜΝΑ ΓΙΑ ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΠΟΣΩΝ ΜΕ ΑΦΑΙΡΕΣΗ ΤΩΝ ΤΟΚΩΝ ΟΤΑΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΑΜΕΣΑ ΣΕ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΔΥΟ ΔΟΣΕΙΣ.ΕΤΣΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΘΑ ΜΠΟΡΕΣΕΙ ΝΑ ΜΕΙΩΣΕΙ ΤΙΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΑΙ ΝΕΕΣ.

  • 12 Νοεμβρίου 2019, 13:42 | Μαρια

    Στη ρύθμιση των 24 ή 48 δόσεων θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ενταχθούν όλες οι οφειλές που έχουν βεβαιωθεί έως και σήμερα.
    Το λογικό άλλωστε είναι η όποια ρύθμιση τίθεται σε ισχύ να συμπεριλαμβάνει τις ήδη υπάρχουσές οφειλές και όχι μόνο τις μελλοντικές.

  • 12 Νοεμβρίου 2019, 12:33 | Κώστας

    Γιατί να μην υπάρχει η δυνατότητα ένταξης στη ρύθμιση των 24 δόσεων και για τις βεβαιωμένες οφειλές του 2019 ή του 2018 και νωρίτερα.
    Για βεβαιωμένες οφειλές έως και 31/12/2018 υπήρξε η δυνατότητα πριν ένα μήνα για ρύθμιση έως και 120 δόσεις.
    Με ποία λογική δεν θα μπορούν να ενταχθούν στις 24 δόσεις?
    Το ίδιο βέβαια και για τις οφειλές του 2019 για τις οποίες δεν υπήρξε ή δυνατότητα ένταξης ούτε στις 120 δόσεις.

  • 11 Νοεμβρίου 2019, 17:42 | Θάνος Δογάνης

    Στο σχόλιο μου θα αναφερθώ στο θέμα της παρακράτησης από αμοιβές για την έκδοση φορολογικής ενημερότητας σε ελεύθερους επαγγελματίες ή επιχειρήσεις που έχουν διακανονισμένες οφειλές.

    Για όσους δεν το γνωρίζουν για την έκδοση φορολογικής ενημερότητας οταν κάποιος έχει διακανονισμένες οφειλές πρέπει να επισκευτεί την ΔΟΥ του δύο φορές. Την πρώτη για την έκδοση της ενημερότητας, όπου ο έφορος ανάλογα με την διάθεση του αναγράφει ένα ποσοστό που θα παρακρατηθεί από την αμοιβή και την δευτερη για να αντιστοιχηθεί το ποσό της παρακρατηθείσας αμοιβής με την οφειλή του.

    Η παρακράτηση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται αυτόματα και να εκδίδεται το πιστοποιητικό φορολογικής ενημερότητας. Ο αυτόματος υπολογισμός θα πρέπει να είναι συνάρτηση του εναπομένοντος ποσού σχέση με το αρχικώς διακανονισθέν.

    Επίσης ο φορόλογούμενος θα πρέπει να επιλέγει το παρακρατηθέν ποσό με ποιές οφειλές να συμψηφιθεί.

    Επίσης, όπως εγινε με τις 120 δόσεις, να υπάρχει η δυνατότητα ο φορολογούμενος να επιλέγει ένα ποσό που θα πληρώνει ως προκαταβολή.

  • 11 Νοεμβρίου 2019, 11:43 | Σ. Θ. Στράτος

    Να προβλεφθεί διάταξη που να ορίζει ότι όσοι είχαν υπαχθεί στην ρύθμιση των 100 δόσεων του Ν.4321/2015 και κατάφεραν να «κρατηθούν» σε αυτήν και συνεχίζουν να είναι ενήμεροι, να μεταπηδήσουν, εφόσον το επιθυμούν, στην τελευταία ρύθμιση των 120 δόσεων με τον ίδιο τρόπο που ίσχυσε και για τις ασφαλιστικές οφειλές που είχαν ρυθμισθεί με τον Ν.4321/2015.
    Επίσης, όσοι επέλεξαν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους σε 120 δόσεις με τον νόμο της προηγούμενης κυβέρνησης να αποκτήσουν το ευεργέτημα του χαμηλότερου επιτοκίου που όρισε ο τελευταίος νόμος των 120 δόσεων που ψηφίσθηκε από την σημερινή κυβέρνηση.

  • 10 Νοεμβρίου 2019, 19:30 | Δέσποινα

    Να ισχύσει η αυξηση του αριθμού των δόσεων της πάγιας ρύθμισης και για τις βεβαιωμένες οφειλές του 2019 έτσι ώστε όσοι υπήχθησαν στη ρύθμιση των 120 δόσεων να μπορούν να καταβάλουν κ τις τρέχουσες οφειλές του 2019 αλλιώς δε θα καταφέρουν να κρατηθούν στη ρύθμιση των 120.

  • 8 Νοεμβρίου 2019, 16:39 | ΓΕΝΙΑΣ

    Στις 48 δόσεις να εντάσσονται όλοι οι φόροι. Να γίνει μια πρόσθεση για 60 δόσεις που θα είναι τα χρέη από το 1999 έως το 2019

  • 8 Νοεμβρίου 2019, 14:33 | Στάμος

    Ένας απο τους λόγους για τους οποίους ακόμα και η ρύθμιση των 120 δόσεων δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα είναι πως δεν μπορεί να γίνει μερική ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα για οφειλές που εταιρείες ή φυσικά πρόσωπα έχουν προσφύγει στα φορολογικά δικαστήρια να μην επιθυμούν να εντάξουν αυτές τις οφειλές σε ρύθμιση ειδικά στην περίπτωση που υπάρχει αναστολή είσπραξης. Σε άμεση συνάφεια με το παραπάνω, θα πρέπει η διοίκηση να καταφέρει και να επαναδιαπραγματευτεί, τρόπον τινά, τις επίδικες υποθέσεις. Να αποσύρει εκ των προτέρων την υποστήριξή της σε υποθέσεις που προτάσσεται παραγραφή χωρίς να περιμένουν τα δύο μέρη μια απόφαση δικαστηρίου που θα καθυστερήσει σε κάθε περίπτωση και κυρίως να επαναυπολογσιτούν όσες υποθέσεις βρίσκονται στα φορολογικά δικαστήρια με εξωλογιστικό προσδιορισμό ο οποίος σε κάθε περίπτωση έχει δημιουργήσει τεράστιες και αδύνατον να εξυπηρετηθούν οφειλές. Τότε θα ξεκαθαρίσει το τοπίο και κάθε ρύθμιση θα είναι επιτυχημένη καθώς ο φορολογούμενος θα μπορεί και κυρίως θα νιώθει πως πρέπει να ρυθμίσει και να εξοφλήσει τις οφειλές του. Να υπάρξει δηλαδή μια περαίωση εκκρεμών υποθέεων στα φορολογικά δικαστήρια.