1. Οι θεσμικοί επενδυτές και οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων αναπτύσσουν και δημοσιοποιούν πολιτική για την ενεργό συμμετοχή που περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ενσωματώνουν την ενεργό συμμετοχή των μετόχων στην επενδυτική στρατηγική τους. Η πολιτική περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο παρακολουθούν τις εταιρείες στις οποίες γίνονται επενδύσεις όσον αφορά σημαντικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων της στρατηγικής, της χρηματοοικονομικής και μη χρηματοοικονομικής απόδοσης και του κινδύνου, της διάρθρωσης του κεφαλαίου, του κοινωνικού και περιβαλλοντικού αντικτύπου και της εταιρικής διακυβέρνησης, τη διεξαγωγή διαλόγου με τις εταιρείες στις οποίες γίνονται επενδύσεις, την άσκηση δικαιωμάτων ψήφου και άλλων δικαιωμάτων που απορρέουν από τις μετοχές, τη συνεργασία με άλλους μετόχους και την επικοινωνία με τους ενδιαφερομένους φορείς των εταιρειών στις οποίες γίνονται επενδύσεις, καθώς και τη διαχείριση υφιστάμενων ή ενδεχόμενων περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων που σχετίζονται με τη συμμετοχή τους.
2. Οι θεσμικοί επενδυτές και οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων δημοσιοποιούν σε ετήσια βάση τον τρόπο εφαρμογής της εν λόγω πολιτικής ενεργού συμμετοχής τους, συμπεριλαμβανομένων μιας γενικής επισκόπησης της συμπεριφοράς τους στις ψηφοφορίες, μιας επεξήγησης σχετικά με τις πιο σημαντικές ψηφοφορίες και σχετικά με τη χρήση υπηρεσιών πληρεξουσίων συμβούλων. Επίσης, γνωστοποιούν πώς ψήφισαν στις γενικές συνελεύσεις των εταιρειών στο μετοχικό κεφάλαιο των οποίων συμμετέχουν. Από την υποχρέωση γνωστοποίησης μπορεί να εξαιρούνται ψήφοι ήσσονος σημασίας εξαιτίας του θέματος της ψηφοφορίας ή του μεγέθους της συμμετοχής στην εταιρεία.
3. Οι θεσμικοί επενδυτές και οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων δύναται να παρεκκλίνουν από τις υποχρεώσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος με την προϋπόθεση ότι έχουν δημοσιοποιήσει σαφή και αιτιολογημένη επεξήγηση σχετικά με τους λόγους για τους οποίους επέλεξαν να μη συμμορφωθούν με μία ή περισσότερες από τις εν λόγω απαιτήσεις.
4. Οι αναφερόμενες πληροφορίες στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος είναι διαθέσιμες χωρίς χρέωση στον δικτυακό τόπο του θεσμικού επενδυτή ή του διαχειριστή περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση που ένας διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων εφαρμόζει την πολιτική ενεργού συμμετοχής, περιλαμβανομένης της ψηφοφορίας εκ μέρους ενός θεσμικού επενδυτή, ο θεσμικός επενδυτής αναφέρει πού έχουν δημοσιευθεί οι συγκεκριμένες πληροφορίες ψήφου από τον διαχειριστή περιουσιακών στοιχείων.
5. Οι κανόνες περί σύγκρουσης συμφερόντων που εφαρμόζονται για τους θεσμικούς επενδυτές και τους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, όπως το άρθρο 14 του ν. 4209/2013, το άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο β) και το άρθρο 23 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του ν. 4099/2012 και οι σχετικοί κανόνες για την εφαρμογή τους, καθώς και το άρθρο 23 του ν. 4514/2018, εφαρμόζονται και για τις δραστηριότητες ενεργού συμμετοχής.
Άρθρο 32: Πολιτική ενεργού συμμετοχής
Η ενεργός συμμετοχή των θεσμικών επενδυτών και των διαχειριστών περιουσιακών στοιχείων είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της μετοχικής εποπτείας, η ενσωμάτωση και η εφαρμογή της οποίας στην επενδυτική στρατηγική εξαρτάται αναπόφευκτα από το στυλ της επενδυτικής τακτικής. Για παράδειγμα, ένας θεσμικός επενδυτής που διαχειρίζεται ίδια κεφάλαια και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Σχεδίου Νόμου δε μπορεί να ενσωματώσει και να ασκήσει με τον ίδιο τρόπο την πολιτική ενεργού συμμετοχής όπως μία ένας θεσμικός επενδυτής που διαχειρίζεται ξένα κεφάλαια, για παράδειγμα μια Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (Α.Ε.Δ.Α.Κ) ή μια Ανώνυμη Εταιρία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.).
Διονυσία Κατελούζου, Μετοχική Εποπτεία (Shareholder Stewardship), http://www.syneemp.gr/assets/Shareholder%20Stewardship.pdf. Για μια εκτενής ανάλυση των δυνατοτήτων εποπτείας διαφόρων θεσμικών επενδυτών και διαμεσολαβητών, μεταξύ των οποίων και κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου, βλ. Dionysia Katelouzou, ‘Hedge Fund Activism and Shareholder Stewardship: Incompatible, Reciprocal or Something in Between?’ (Working Paper) και Dionysia Katelouzou Institutional Shareholders and Corporate Governance: A Shift to Enlightened Stewardship (Cambridge: Cambridge University Press, 2021, Forthcoming).
Επιπρόσθετα, τόσο οι θεσμικοί επενδυτές όσο και οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων εφαρμόζουν διάφορες επενδυτικές πρακτικές και μεθοδολογές και έχουν διαφορετικές προτιμήσεις ως προ το βαθμό και τρόπο συμμετοχής τους στις εταιρείες που επενδύουν. Κατά συνέπεια, ένα ρυθμιστικό πλαίσιο μετοχικής εποπτείας για να είναι αποτελεσματικό πρέπει να αναγνωρίζει ότι η ανάπτυξη και ενσωμάτωση της ενεργού συμμετοχής δε μπορεί να γίνει με απόλυτα ομοιόμορφο τρόπο από τους θεσμικούς επενδυτές και διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων. Για αυτό το λόγο η εισαγωγή της αρχής της «συμμόρφωσης ή εξήγησης» (comply or explain) από την παράγραφο 3 του άρθρου 32 είναι κομβικής σημασίας.
Για μια αναλυτική μελέτη του φαινομένου του comply or explain: Konstantinos Sergakis, ‘Deconstruction and Reconstruction of the “Comply or Explain” principle in EU capital markets’ (2015) 5(3) Accounting, Economics and Law: A Convivium 233; ‘EU Corporate Governance: A New Supervisory Mechanism for the “Comply or Explain” Principle?’ (2013) 3 European Company and Financial Law Review 394, available at https://www.ssrn.com/abstract=2516741.
Εξίσου σημαντικό είναι να επισημανθεί ότι η δυνατότητα παρέκκλισης από τις υποχρεώσεις του άρθρου 32 πρέπει να θεωρείται εξίσου έγκυρη εφόσον συνοδεύεται με τη σαφή και αιτιολογημένη εξήγηση. Μολονότι οι εξηγήσεις θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν τα διαφορετικά επενδυτικά μοντέλα και εκφάνσεις της ενεργού συμμετοχής αναγνωρίζοντας τις αρχές της ευελιξίας και της πολυμορφίας, το γράμμα και πνεύμα του άρθρου 32 δε θα πρέπει να καταστρατηγείται.
Διονυσία Κατελούζου, Μετοχική Εποπτεία (Shareholder Stewardship), http://www.syneemp.gr/assets/Shareholder%20Stewardship.pdf
Μία ακόμη πρόκληση για την αποτελεσματικότητα του άρθρου 32 και την εφαρμογή της ενεργού συμμετοχής τόσο για τους θεσμικούς επενδυτές όσο και για τους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων είναι η παρακολούθηση και η αξιολόγηση της μη χρηματοοικονομικής απόδοσης καθώς και του κοινωνικού και περιβαλλοντικού αντικτύπου και της καλής εταιρικής διακυβέρνησης των εταιρειών (π.χ. αρχή ανεξαρτησίας, αρχή πολυμορφίας).
Περαιτέρω για πως η εποπτεία μπορεί να ενθαρύνει τη βιώσιμη χρηματοδότηση και την πράσινη ανάπτυξη, βλ. Dionysia Katelouzou and Alice Klettner ‘Sustainable Finance and Stewardship: Unlocking Stewardship’s Sustainability Potential’ in Dionysia Katelouzou and Dan Puchniak (eds) Global Shareholder Stewardship: Complexities, Challenges and Possibilities (Cambridge: Cambridge University Press, 2021, Forthcoming).
Οι συγκεκριμένοι στόχοι παρουσιάζουν σημαντικές και διαφορετικές εκφάνσεις οι οποίες δεν μπορούν να αποκωδικοποιηθούν και να αξιολογηθούν με τον ίδιο τρόπο από όλους τους θεσμικούς επενδυτές και διαχειριστές περουσιακών στοιχείων. Η εν προκειμένω δυσκολία πηγάζει από τη μη εναρμόνιση συγκεκριμένων κριτηρίων που δεν εφάπτονται χρηματοοικονομικών στοιχείων, όπως περιβαλλοντικοί και κοινωνικοί παράγοντες. Η άσκηση της πολιτικής ενεργού συμμετοχής εξαρτάται επίσης από τη σταδιακή τυποποίηση αυτού του τύπου πληροφοριών από τις εταιρείες.
Περαιτέρω για τα θεσμικά βήματα ως προς μία πιο βιώσιμη και πράσινη εταιρική διακυβέρνηση, βλ. Dionysia Katelouzou and Peer Zumbansen “Transnational Corporate Governance: The State of the Art and Twenty-First Century Challenges” in Peer Zumbansen (ed.) Oxford Handbook of Transnational Law (Oxford University Press, forthcoming 2020), also available at https://ssrn.com/abstract=3536488.
Οι παρούσες πρωτοβουλίες σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο θα βοηθήσουν σημαντικά προς την περαιτέρω ανάπτυξη πολιτικών ενεργού συμμετοχής και γενικότερης μετοχικής εποπτείας. Σε αυτό το συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, η πολιτική ενεργού συμμετοχής αλλά και το γενικότερο ρυθμιστικό πλαίσιο μετοχικής εποπτείας πρέπει να εφαρμοστεί μέσα σε ένα πλαίσιο μέγιστης ευελιξίας και συνεχούς επαναπροσδιορισμού.