1. Η αμοιβή του διαχειριστή αφερεγγυότητας προσδιορίζεται από το πτωχευτικό δικαστήριο με βάση τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες που αναλαμβάνει εφαρμόζοντας ως κριτήρια προσδιορισμού ιδίως την οικονομική αξία και το είδος της υπόθεσης, την επιμέλεια, την ικανότητα και εμπειρία του διαχειριστή, το είδος και την ποιότητα της παρασχεθείσας επιστημονικής εργασίας εκ μέρους του και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε και βαρύνουν τον ίδιο, για τα οποία ενημερώνει περιοδικά ανά εξάμηνο τους πιστωτές, καθώς και το πτωχευτικό δικαστήριο υποβάλλοντας τη σχετική έκθεση του άρθρου 146. Η αμοιβή αυτή μπορεί να καθορίζεται ως σταθερό ποσό, καταβαλλόμενο σταδιακά σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση ή στο τέλος της διαδικασίας. Κατά τον αυτό χρόνο θα καταβάλλονται και τα έξοδα που αναφέρονται στις σχετικές εκθέσεις του άρθρου 146. Στην περίπτωση διαχειριστή αφερεγγυότητας νομικού προσώπου η σχετική αμοιβή, καθώς και η αμοιβή επιτυχίας της επόμενης παραγράφου καταβάλλονται στο όνομα του νομικού προσώπου και όχι του πιστοποιημένου προσώπου που απασχολείται σε αυτό.
2. Επιτρέπεται η κατάρτιση έγγραφης συμφωνίας με πιστωτές που εκπροσωπούν το εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, στο οποίο περιλαμβάνεται το σαράντα τοις εκατό (40%) των απαιτήσεων των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων, σύμφωνα με την οποία ο διαχειριστής αφερεγγυότητας δικαιούται να λάβει πρόσθετη αμοιβή, το ύψος και το είδος της οποίας εξαρτάται από την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος, όπως ιδίως το ύψος του τιμήματος της εκποίησης ή ρευστοποίησης και το χρόνο περάτωσής τους. Ο κατά τα ανωτέρω προσδιορισμός της αμοιβής του διαχειριστή δεν μπορεί να υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) του προϊόντος της εκποίησης ή ρευστοποίησης που πραγματοποιείται κάθε φορά ή την επίτευξη συγκεκριμένου αποτελέσματος. Η πρόσθετη αμοιβή καταβάλλεται στο σύνολό της μετά την επίτευξη του συγκεκριμένου αποτελέσματος και στην περίπτωση που αυτό αφορά σε εκποίηση ή ρευστοποίηση του ενεργητικού, τότε μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκποίησης ή ρευστοποίησης τουλάχιστον του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης του οφειλέτη ως λογιστική αξία.
3. Η συμφωνία της παρ. 2 φέρεται προς επικύρωση ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου, το οποίο επικυρώνει τη συμφωνία εφόσον διαπιστώσει ότι υπογράφεται από την απαιτούμενη πλειοψηφία των πιστωτών.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης μπορεί να ορισθεί ελάχιστη νόμιμη αποζημίωση διαχειριστών αφερεγγυότητας και οι όροι καταβολής της (που μπορεί να προβλεφθεί ότι γίνεται σταδιακά σε σχέση με την ολοκλήρωση συγκεκριμένων σταδίων της διαδικασίας), και να προσδιορισθούν οι Δημόσιοι πόροι για την κάλυψη των σχετικών υποχρεώσεων, η σχετική διαδικασία και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.