1. Από την επικύρωσή της, η συμφωνία εξυγίανσης δεσμεύει το σύνολο των πιστωτών, οι απαιτήσεις των οποίων ρυθμίζονται από αυτή, ακόμη και αν δεν είναι συμβαλλόμενοι στη συμφωνία εξυγίανσης.
2. Η συμφωνία εξυγίανσης δύναται να ρυθμίσει απαιτήσεις που γεννώνται μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της επικυρωτικής απόφασης.
3. Τα δικαιώματα των πιστωτών κατά των εγγυητών και συνοφειλετών εις ολόκληρον του οφειλέτη, καθώς και τα υφιστάμενα δικαιώματά τους σε περιουσιακά αντικείμενα τρίτων, περιορίζονται στο ίδιο ποσό με την απαίτηση κατά του οφειλέτη, εκτός αν δεν συναινεί ο πιστωτής. Η διάταξη αυτή ισχύει και σε σχέση με τις εγγυήσεις που παρέχονται από το Δημόσιο εφόσον περιορίζεται με τη συμφωνία το ποσό του εγγυημένου από τον άνω φορέα κεφαλαίου. Σε περίπτωση που δεν συναινεί ο πιστωτής, οι άνω εγγυήσεις δεν θίγονται στο σύνολό τους ως προς το εκάστοτε ανεξόφλητο εγγυημένο κεφάλαιο. Η παραγραφή των δικαιωμάτων των πιστωτών κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ως εγγυητή, καθώς και η τυχόν οριζόμενη στις οικείες υπουργικές αποφάσεις προθεσμία υποβολής αιτημάτων κατάπτωσης, αναστέλλονται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επικύρωσης και για όσο χρονικό διάστημα η συμφωνία είναι σε ισχύ, και σε κάθε περίπτωση μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της αίτησης επικύρωσης, τα δε εκκρεμή αιτήματα κατάπτωσης θεωρούνται ως μηδέποτε υποβληθέντα. Η μη συναίνεση πιστωτή γνωστοποιείται με κάθε πρόσφορο μέσο στον οφειλέτη, στους εγγυητές και τους συμβαλλόμενους πιστωτές εντός εξήντα (60) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της επικυρωτικής απόφασης.
4. Σε περίπτωση ικανοποίησης πιστωτή από εγγυητή ή συνοφειλέτη εις ολόκληρον, ο οφειλέτης ευθύνεται έναντι των τελευταίων, εάν συντρέχει δικαίωμα αναγωγής, με τον ίδιο τρόπο που ευθύνεται κατά τη συμφωνία έναντι του πιστωτή που ικανοποιήθηκε από αυτούς.
5. Με την επικύρωση της συμφωνίας:
α. Αίρεται αυτοδικαίως η απαγόρευση ή το κώλυμα έκδοσης επιταγών που είχε επιβληθεί στον οφειλέτη πριν από την έναρξη της διαδικασίας εξυγίανσης.
β. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη των πλημμελημάτων της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής (άρθρο 79 ν. 5960/1933), της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο (άρθρο 25 του ν. 1882/1990), καθώς και της καθυστέρησης καταβολής οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία (άρθρο 1 α.ν. 86/1967), εφόσον οι παραπάνω πράξεις έχουν τελεσθεί πριν από την υποβολή της αίτησης του άρθρου 126. Η αναστολή δεν υπόκειται στο χρονικό περιορισμό της παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και ισχύει για όσο χρονικό διάστημα προβλέπεται να διαρκέσει η εκπλήρωση των υποχρεώσεων του οφειλέτη που απορρέουν από τη συμφωνία εξυγίανσης και υπό τον όρο της εμπρόθεσμης εκπλήρωσης των συμφωνηθέντων.
γ Οι ρυθμιζόμενες με τη συμφωνία εξυγίανσης οφειλές προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης καθίστανται ενήμερες υπό τον όρο τήρησης της συμφωνίας εξυγίανσης και οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να χορηγούν τις αντίστοιχες βεβαιώσεις ενημερότητας, σύμφωνα και με τα προβλεπόμενα στη συμφωνία εξυγίανσης και
δ. εφόσον προβλέπεται στη συμφωνία εξυγίανσης, αίρονται τυχόν υφιστάμενες κατασχέσεις (συμπεριλαμβανομένων και των κατασχέσεων εις χείρας τρίτων) που έχουν ως αιτία ρυθμιζόμενες με τη συμφωνία οφειλές.
6. Σε περίπτωση πλήρους και εμπρόθεσμης εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του οφειλέτη που απορρέουν από τη συμφωνία εξυγίανσης εξαλείφεται το αξιόποινο των πράξεων που αναφέρονται στην παρ. 5.
7. Η απόφαση που επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης αποτελεί τίτλο εκτελεστό για τις αναλαμβανόμενες με αυτήν υποχρεώσεις, εφόσον από τη συμφωνία προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής.
8. Η συμφωνία εξυγίανσης μπορεί να ακυρωθεί με απόφαση του δικαστηρίου μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, εάν μετά από την επικύρωση αποκαλύφθηκε ότι η συμφωνία αποτέλεσε προϊόν δόλου του οφειλέτη ή συμπαιγνίας του με πιστωτή ή τρίτο, ιδίως λόγω απόκρυψης του ενεργητικού ή διόγκωσης του παθητικού του.
9. Η ακύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης επιφέρει αυτοδικαίως την αποδέσμευση των πιστωτών από τους όρους της συμφωνίας εξυγίανσης και την επαναφορά τους στην πριν από την επικύρωση της συμφωνίας νομική θέση τους ως προς το ύψος, το είδος, την εξασφάλιση και τα προνόμια των απαιτήσεών τους κατά του οφειλέτη και τυχόν συνοφειλετών και εγγυητών, εφόσον είχαν διαμορφωθεί διαφορετικά στη συμφωνία εξυγίανσης, μετά από αφαίρεση των ποσών που τυχόν είχαν λάβει κατά τη συμφωνία. Η απόφαση που ακυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης ή που απορρίπτει την αίτηση ακύρωσής της δημοσιεύεται αμελλητί σε περίληψη με επιμέλεια του οφειλέτη ή πιστωτών. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης μπορεί να προβλέπεται η αυτεπάγγελτη δημοσίευση από το δικαστήριο.
10. Η ακύρωση της συμφωνίας δεν θίγει τα δικαιώματα τρίτου που απέκτησε εξ επαχθούς αιτίας περιουσιακά στοιχεία από τον οφειλέτη μετά την επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης, χωρίς να γνωρίζει τον δόλο ή τη συμπαιγνία του τελευταίου.
11. Κατά τα λοιπά ισχύουν τα δικαιώματα που έχει κάθε πιστωτής, συμβαλλόμενος ή μη, κατά το κοινό δίκαιο για τις περιπτώσεις μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων του οφειλέτη που αναλαμβάνονται ή διαμορφώνονται με τη συμφωνία, καθώς και καθυστερημένης ή πλημμελούς εκπλήρωσης, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων καταγγελίας ή υπαναχώρησης, συμπεριλαμβανομένης της αποδέσμευσής τους από τους όρους της συμφωνίας εξυγίανσης και της επαναφοράς των απαιτήσεων στο αρχικό τους ύψος αφού αφαιρεθούν τυχόν ενδιάμεσες καταβολές.
Με τη διάταξη του τελευταίου εδαφίου της παρ.3 διευκρινίζεται ο χρόνος εναντίωσης του πιστωτή στην απομείωση απαιτήσεων κατά εγγυητή και εις ολόκληρον συνοφειλετών κατά τρόπο ανάλογο της απομείωσης που επιτυγχάνει ο πρωτοφειλέτης. Ωστόσο, τίθεται προθεσμία εναντίωσης 60 ημέρες μετά την έκδοση της επικυρωτικής απόφασης. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και στην περίπτωση που περιουσία του εγγυητή περιλαμβάνεται στο επιχειρηματικό σχέδιο για ικανό χρονικό διάστημα (60 ημέρες) η σχετική ρύθμιση θα είναι υπό την αίρεση συναίνεσης τρίτων πιστωτών. Για ποιο λόγο να μην τεκμαίρεται η συναίνεσή τους εφόσον δεν άσκησαν κύρια παρέμβαση στη δίκη της επικύρωσης;
Η άρση διασφαλιστικών μέτρων και δεσμεύσεων δυνάμει διατάξεων ανακριτή που προβλέπεται στο αρ. 26 αναφορικά με την πτώχευση θα μπορούσε να προστεθεί και ως συνέπεια της επικύρωσης συμφωνίας εξυγίανσης, πρόβλεψη η οποία θα διευκολύνει τις επιμέρους μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων στις περιπτώσεις συμφωνιών εξυγίανσης με μεταβίβαση επιχείρησης. Σε αντίθετη περίπτωση η υλοποίηση των συναλλαγών θα καταστεί προβληματική αν όχι ανέφικτη.