1. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης, εφόσον έχει υπογραφεί από τον οφειλέτη (εκτός από την περίπτωση της παρ. 2 του άρθρου 123) και από την απαιτούμενες κατά την παρ. 1 του άρθρου 123 πλειοψηφίες αφενός των πιστωτών με ειδικό προνόμιο και αφετέρου των λοιπών πιστωτών ή εφόσον οι απαιτούμενες πλειοψηφίες των πιστωτών έχουν ψηφίσει θετικά σε ψηφοφορία με ηλεκτρονικά μέσα, ή μόνον από πιστωτές του που συγκεντρώνουν την ανωτέρω πλειοψηφία κατά την παρ. 2.
2. Συμφωνία εξυγίανσης, η οποία δεν έχει εγκριθεί από πιστωτές που εκπροσωπούν την πλειοψηφία των απαιτήσεων μίας από τις αναφερόμενες στην παρ. 1 κατηγορίες, δύναται να επικυρωθεί από το δικαστήριο και να καταστεί δεσμευτική έναντι της μη συναινούσας κατηγορίας εφόσον η συμφωνία εξυγίανσης πληροί τουλάχιστον τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. έχει εγκριθεί από πιστωτές που εκπροσωπούν περισσότερο από το εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη και περισσότερο από πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων με ειδικό προνόμιο,
β. οι μη συναινούντες θιγόμενοι πιστωτές τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης σε σχέση με κάθε πιστωτή του οποίου η απαίτηση έχει ελάσσονα εξοφλητική προτεραιότητα, όπου αυτό προκύπτει βάσει της κατάταξής τους στην πτωχευτική εκκαθάριση σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 97,
γ. καμία κατηγορία θιγόμενων μερών δεν μπορεί, στο πλαίσιο της συμφωνίας εξυγίανσης, να λάβει αξία μεγαλύτερη της συνολικής απαίτησής της κατά το οφειλέτη, και
δ. ειδικά για τις επιχειρήσεις που ικανοποιούν τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του ν. 4308/2014, απαιτείται επιπροσθέτως η συμφωνία να έχει προταθεί από τον οφειλέτη ή να έχει την συναίνεση του οφειλέτη.
3. Το πτωχευτικό δικαστήριο επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης όταν, επιπλέον των προϋποθέσεων των παρ. 1 ή 2, κατά περίπτωση, πληρούνται σωρευτικά και τα ακόλουθα:
α. Πιθανολογείται ότι η συμφωνία εξυγίανσης διαμορφώνει εύλογη προοπτική εξασφάλισης της βιωσιμότητας της επιχείρησης του οφειλέτη, όπως αυτή αναδιαρθρώνεται βάσει της συμφωνίας εξυγίανσης.
β. Πιθανολογείται ότι πληρούται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 122. Η πλήρωση του κριτηρίου αυτού απαιτείται να εξετάζεται μόνο σε σχέση με πιστωτές των οποίων η συναίνεση συνάγεται ή δύναται να συναχθεί σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 124 και όσους αντιτάσσονται στην επικύρωση της συμφωνίας είτε με την άσκηση παρέμβασης ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου, είτε με αρνητική ψήφο σε περίπτωση ηλεκτρονικής ψηφοφορίας ή, εναλλακτικά, αν ασκήσουν τριτανακοπή κατόπιν επικύρωσης.
γ. Η συμφωνία εξυγίανσης δεν είναι αποτέλεσμα δόλου και δεν παραβιάζει διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, ιδίως του δικαίου του ανταγωνισμού.
δ. Η συμφωνία εξυγίανσης αντιμετωπίζει με βάση την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης τους πιστωτές, που βρίσκονται στην ίδια θέση. Αποκλίσεις από την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης μεταξύ των πιστωτών επιτρέπονται για σπουδαίο επιχειρηματικό ή κοινωνικό λόγο που εκτίθεται ειδικά στην απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου ή αν ο θιγόμενος πιστωτής συναινεί στην απόκλιση. Ενδεικτικά, δύνανται να τύχουν ευνοϊκής μεταχείρισης απαιτήσεις πιστωτών της επιχείρησης του οφειλέτη, η μη ικανοποίηση των οποίων βλάπτει ουσιωδώς τη φήμη της ή τη συνέχιση της επιχείρησης, απαιτήσεις, η εξόφληση των οποίων είναι αναγκαία για τη διατροφή του πιστωτή και της οικογένειάς του, καθώς και εργατικές απαιτήσεις.
ε. Συναινεί ο οφειλέτης, στην περίπτωση της αίτησης της παρ. 2 του άρθρου 123. Η συναίνεση του οφειλέτη θεωρείται ότι έχει δοθεί, εάν, έως και τη συζήτηση της αίτησης επικύρωσης, δεν ασκήσει παρέμβαση κατά της αποδοχής της. Η παρέμβαση του οφειλέτη κατά της αποδοχής της αίτησης επικύρωσης της συμφωνίας δεν εμποδίζει την επικύρωση της συμφωνίας από το πτωχευτικό δικαστήριο, εάν από την αίτηση και ιδίως από την έκθεση του εμπειρογνώμονα προκύπτει ότι η συμφωνία εξυγίανσης δεν θα καταστήσει τη νομική και οικονομική κατάσταση του οφειλέτη χειρότερη από εκείνη στην οποία θα βρισκόταν χωρίς τη συμφωνία.
4. Αν πιθανολογείται ότι με την επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης δεν αίρεται η παύση πληρωμών που τυχόν υφίσταται, το πτωχευτικό δικαστήριο δεν επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης και, αν εκκρεμεί αίτηση πτώχευσης, κηρύσσει την πτώχευση του οφειλέτη. Αν δεν εκκρεμεί αίτηση πτώχευσης, αλλά το δικαστήριο διαπιστώσει την παύση των πληρωμών, η απόφαση απόρριψης της επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης κοινοποιείται με μέριμνα της γραμματείας του δικαστηρίου στον εισαγγελέα πρωτοδικών για να κρίνει κατά πόσο θα υποβάλει αίτηση πτώχευσης.
5. Το πτωχευτικό δικαστήριο δύναται σε περίπτωση που δεν του έχουν προσκομιστεί όλα τα στοιχεία που τεκμηριώνουν το βάσιμο της αίτησης ή που διαπιστώνει ότι η συμφωνία εξυγίανσης δεν πρέπει να επικυρωθεί, αντί της απόρριψης της αίτησης να τάξει προθεσμία για την προσκόμιση εγγράφων, την παροχή διευκρινίσεων ή την τροποποίηση της συμφωνίας εξυγίανσης. Τα έγγραφα, οι διευκρινίσεις ή η τροποποίηση πρέπει να υποβληθούν εντός της προθεσμίας που τάσσει το δικαστήριο και δεν δύναται να υπερβαίνει το εικοσαήμερο.
6. Με την απόφαση επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης ή και με μεταγενέστερη απόφαση, το δικαστήριο, μετά από αίτηση του οφειλέτη ή πιστωτή του, δύναται να ορίσει πρόσωπο από το μητρώο διαχειριστών αφερεγγυότητας του άρθρου 142 ως ειδικό εντολοδόχο, για τη διενέργεια ειδικών πράξεων, τις οποίες ορίζει το δικαστήριο, ιδίως για τη διαφύλαξη της περιουσίας του οφειλέτη, τη διενέργεια ειδικών διαχειριστικών πράξεων, τη διενέργεια των πράξεων της παρ. 3 του άρθρου 124, την υπογραφή εκτελεστικών συμβάσεων της συμφωνίας εξυγίανσης και την επίβλεψη της εφαρμογής των επιμέρους όρων της. Η απόφαση ορίζει τις πράξεις στις οποίες δύναται να προβαίνει ο ειδικός εντολοδόχος και τη διάρκεια της εντολής, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια της συμφωνίας εξυγίανσης.
7. Εφόσον δεν έχει ασκηθεί παρέμβαση κατά της επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης, η απόφαση αρκεί να περιέχει συνοπτική μόνο αιτιολογία με απλή αναφορά στο κεφάλαιο της έκθεσης του εμπειρογνώμονα, από την οποία προκύπτει η συνδρομή κάθε απαιτούμενου για την επικύρωση της συμφωνίας στοιχείου. Ο Υπουργός Δικαιοσύνης δύναται να εκδίδει απόφαση που να περιέχει πρότυπο κείμενο της απόφασης που εκδίδεται στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου.
8. Η απόφαση που επικυρώνει τη συμφωνία εξυγίανσης ή που απορρίπτει την αίτηση επικύρωσής της δημοσιεύεται αμελλητί σύμφωνα με το άρθρο 10 με επιμέλεια του οφειλέτη ή πιστωτών. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης μπορεί να προβλέπεται η αυτεπάγγελτη δημοσίευση από το δικαστήριο.
9. Τριτανακοπή κατά της επικυρωτικής απόφασης δύναται να ασκηθεί ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση κατά την παρ. 8.
10. Στην περίπτωση τριτανακοπής το δικαστήριο ακυρώνει τη συμφωνία μόνο αν δεν είναι εφικτή η διατήρησή της με επανυπολογισμό των ποσών που δικαιούται να λάβει το πρόσωπο που άσκησε την τριτανακοπή. Στον επανυπολογισμό αυτόν προβαίνει το ίδιο το δικαστήριο.
11. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση επικύρωσης επιτρέπεται έφεση κατά τις κοινές διατάξεις.
12. Η επικυρωθείσα συμφωνία εξυγίανσης δύναται να τροποποιείται άπαξ με μεταγενέστερη συμφωνία όλων των συμβαλλόμενων μερών, η οποία κατατίθεται προς επικύρωση ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου, με επιμέλεια του οφειλέτη ή οποιουδήποτε εκ των συμβαλλόμενων πιστωτών. Το δικαστήριο επικυρώνει την τροποποιητική συμφωνία, εφόσον συντρέχουν περιοριστικά και σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Η τροποποίηση αφορά τον χρόνο και τον τρόπο αποπληρωμής των απαιτήσεων ή το είδος των εκατέρωθεν παροχών, ή το ύψος των προς αποπληρωμή απαιτήσεων.
β. Η τροποποιητική συμφωνία δεν θίγει την αρχή της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών, ούτε οδηγεί στο να μην πληρούται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 122. Το αν πληρούται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών εξετάζεται μόνο σε σχέση με πιστωτές που αντιτάσσονται στην επικύρωση της τροποποιητικής συμφωνίας με την άσκηση παρέμβασης ή με αρνητική ψήφο σε περίπτωση ηλεκτρονικής ψηφοφορίας και ως μέτρο σύγκρισης λαμβάνεται η αξία ανάκτησης σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη κατά τον χρόνο σύναψης της τροποποιητικής συμφωνίας.
γ. Προσκομίζεται με τις προτάσεις συμπληρωματική έκθεση του ορισθέντος εμπειρογνώμονα επί των τροποποιούμενων όρων.
13. Στη δίκη αίτησης τροποποίησης της παρ. 12 δύναται να ασκηθεί μόνο κύρια παρέμβαση, χωρίς προδικασία, από οποιονδήποτε έχοντα έννομο συμφέρον, ο οποίος επικαλείται τη μη τήρηση των ανωτέρω προϋποθέσεων και αποδεικνύει βλάβη στα συμφέροντά του, προερχόμενη από τη μη τήρησή τους. Κατά της απόφασης του δικαστηρίου που απορρίπτει την αίτηση τροποποίησης επιτρέπεται μόνον έφεση κατά τις κοινές διατάξεις, αποκλειόμενου οποιουδήποτε άλλου ένδικου μέσου ή βοηθήματος, συμπεριλαμβανομένης της τριτανακοπής.