1. Η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει το σύνολο της περιουσίας που ανήκει στον οφειλέτη κατά την κήρυξη της πτώχευσης, οπουδήποτε και αν βρίσκεται.
2. Με την επιφύλαξη της παρ. 3, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του πτωχού, ανήκει στην πτωχευτική περιουσία το μέρος του ετησίου εισοδήματός του που υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης. Εντός τριάντα (30) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας αναγγελίας των απαιτήσεων κατά το άρθρο 81, ο σύνδικος υποβάλλει στον εισηγητή, με κοινοποίηση στον οφειλέτη, σχέδιο περιοδικών πληρωμών για την εφαρμογή της διάταξης του πρώτου εδαφίου της παρούσας. Εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση, ο οφειλέτης μπορεί να εκθέσει τις απόψεις του επί του σχεδίου περιοδικών πληρωμών, καταθέτοντας σημείωμα με συνημμένα τα σχετικά έγγραφα. Ο εισηγητής, με αιτιολογημένη διάταξή του, αποφασίζει περί της αποδοχής ή μη, εν όλω ή εν μέρει, του σχεδίου περιοδικών πληρωμών. Εγκεκριμένο σχέδιο πληρωμών εφαρμόζεται αναδρομικά από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης.
3. Σε περίπτωση που μετά από αίτηση του πτωχού το πτωχευτικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνει την κύρια κατοικία του πτωχού ή/και άλλα πάγια περιουσιακά του στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το 10% των συνολικών του υποχρεώσεων, εφόσον η ελάχιστη αξία τους δεν υπολείπεται των εκατό χιλιάδων (100.000) Ευρώ, εκτός από αυτά που έχουν αποκτηθεί στην διάρκεια των δώδεκα (12) μηνών που προηγούνται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης, τα ετήσια εισοδήματά του εξαιρούνται της πτωχευτικής περιουσίας ανεξαρτήτως ύψους. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η παρ. 2 του άρθρου 103 ενώ προσφυγή πιστωτή κατά της απαλλαγής μπορεί να ασκηθεί και με παρέμβαση στην δίκη της παρούσας.
4. Σε περίπτωση ουσιώδους μεταβολής του εισοδήματος του οφειλέτη, τότε με αίτησή δική του ή του συνδίκου ο εισηγητής, με διάταξή του, δύναται να μεταβάλει τους όρους του σχεδίου περιοδικών πληρωμών για να ληφθούν υπόψη οι ουσιώδεις μεταβολές του εισοδήματος. Τεκμαίρεται ουσιώδης η μεταβολή που υπερβαίνει το ποσοστό 35%.
5. Οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης προσδιορίζονται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 73 του ν. 4389/2016. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, μπορεί να ορίζεται άλλη μέθοδος προσδιορισμού των εύλογων δαπανών διαβίωσης του οφειλέτη. Με όμοια απόφαση ορίζονται η μέθοδος προσδιορισμού όταν ο πτωχός υπάγεται στις διατάξεις της παρ. 3, η σχετική διαδικασία, καθώς και κάθε σχετικό θέμα και ειδική λεπτομέρεια.
6. Δεν ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία τα κατά το κοινό δικονομικό δίκαιο ή άλλες διατάξεις ακατάσχετα ή εξαιρούμενα με ειδικές διατάξεις νόμων περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη. Στην πτωχευτική περιουσία περιλαμβάνεται κάθε ακίνητο ιδιοκτησίας του οφειλέτη το οποίο έτυχε τυχόν προστασίας με απόφαση δικαστηρίου κατ’ εφαρμογή του ν. 3869/2010.
7. Στην πτωχευτική περιουσία ανήκουν τα λογιστικά αρχεία (βιβλία) του οφειλέτη που αφορούν την επιχείρηση του. Η υποχρέωση διατήρησης τους, σύμφωνα με το νόμο, δεν θίγεται.
8. Εάν μεταξύ των συζύγων ισχύει το σύστημα κοινοκτημοσύνης, η κοινή περιουσία καταλαμβάνεται από την πτωχευτική απαλλοτρίωση ως χωριστή περιουσία και από αυτήν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 1408 – 1409 ΑΚ και υπό τις προϋποθέσεις των διατάξεων αυτών.
9. Στην πτωχευτική περιουσία δεν περιλαμβάνεται η περιουσία που αποκτά ο οφειλέτης μετά την κήρυξη της πτώχευσης. Κατ` εξαίρεση, περιλαμβάνονται τα εισοδήματά του που προσδιορίζονται στην παρ. 2, ενώ τόκοι και άλλες περιοδικές παροχές, καθώς και παρεπόμενες αξιώσεις ή δικαιώματα, και αν ακόμη γεννώνται ή αναπτύσσονται μετά την κήρυξη της πτώχευσης, ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία, εφόσον προέρχονται από έννομη σχέση που υπήρχε πριν την κήρυξη της πτώχευσης, ακόμα και σε περίπτωση που έχουν κατασχεθεί.
10. Η πτώχευση δεν επηρεάζει τα δικαιώματα του εκδοχέα επί μελλοντικών απαιτήσεων του οφειλέτη που εκχωρήθησαν πριν την κήρυξη της πτώχευσης αλλά δεν έχουν ακόμα γεννηθεί.