1. Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001 η φράση «εντός μηνός» αντικαθίσταται από τη φράση «εντός δύο μηνών» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι επιχειρήσεις καπνικών προϊόντων και συγκεκριμένα οι αδειοδοτημένες καπνοβιομηχανίες, τα αδειοδοτημένα επαγγελματικά εργαστήρια, οι εισαγωγείς βιομηχανοποιημένων καπνών από τρίτη χώρα και οι παραλήπτες βιομηχανοποιημένων καπνών από άλλο κράτος – μέλος κοινοποιούν κατάλογο των εμπορικών τους σημάτων ή των σημάτων για τα οποία διαθέτουν άδεια χρήσης προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), καθώς και τα στοιχεία γνησιότητας, όπως τροποποιούνται και ισχύουν. Η πρώτη υποβολή του καταλόγου αυτού λαμβάνει χώρα εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου. Για κάθε ημέρα καθυστέρησης στην υποβολή του καταλόγου των εμπορικών σημάτων επιβάλλεται πρόστιμο εκατό (100) ευρώ με ανώτατο όριο τις πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ με καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου του Τελωνείου, στην τοπική αρμοδιότητα του οποίου βρίσκεται η έδρα της επιχείρησης καπνικών προϊόντων ή το υποκατάστημα, σε περίπτωση που η έδρα της επιχείρησης δεν βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια. Ο κατάλογος αυτός υποχρεωτικά επανυποβάλλεται επικαιροποιημένος από όλους τους ανωτέρω εντός δύο (2) μηνών από την προσθήκη ή διαγραφή εμπορικού σήματος.».
2. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001 οι λέξεις «που κοινοποιείται στην επιχείρηση από υπάλληλο της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής, συντασσομένου αποδεικτικού επίδοσης» αντικαθίστανται από τις λέξεις «που κοινοποιείται ηλεκτρονικά στην επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013 (Α’ 170)» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Σε περίπτωση επιβολής κατάσχεσης πενήντα χιλιάδων (50.000) και άνω τεμαχίων βιομηχανοποιημένων καπνών, που φέρουν τα εμπορικά σήματα οποιασδήποτε επιχείρησης καπνικών προϊόντων από τις μνημονευόμενες στην παρ. 1, η οποία διενεργήθηκε από οποιαδήποτε τελωνειακή αρχή ή άλλη υπηρεσία με αρμοδιότητα για τη δίωξη του λαθρεμπορίου, η Α.Α.Δ.Ε., εντός τριάντα (30) εργάσιμων ημερών από την επιβολή της κατάσχεσης, προβαίνει σε γνωστοποίηση της κατάσχεσης στην επιχείρηση, με επιστολή της, που κοινοποιείται ηλεκτρονικά στην επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013 (Α’ 170), η οποία περιλαμβάνει:
(α) την ημερομηνία, ώρα και τόπο της κατάσχεσης,
(β) τη μάρκα των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών, όπως αναφέρεται στη συσκευασία, και, εφόσον υπάρχει, οποιαδήποτε ένδειξη ως προς την προοριζόμενη αγορά λιανικής πώλησης,
(γ) οποιεσδήποτε ενδείξεις ταυτότητας εμφανίζονται στη συσκευασία master case ή στις κούτες ή στα πακέτα των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών,
(δ) την ποσότητα των κατασχεθέντων βιομηχανοποιημένων καπνών. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ένα (1) γραμμάριο λεπτοκομμένου καπνού για στριφτά τσιγάρα θα θεωρείται ως αντίστοιχο ενός τεμαχίου τσιγάρου.»
3. Η παρ. 3 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Επί της αναφερόμενης στην παρ. 2 κατασχεθείσας ποσότητας, διενεργείται δειγματοληψία ως ακολούθως:
α) Η Τελωνειακή Αρχή που προέβη στην κατάσχεση, λαμβάνει, κατά τον χρόνο της κατάσχεσης, τέσσερα (4) όμοια δείγματα βιομηχανοποιημένων καπνών για εργαστηριακή εξέταση, δύο (2) από τα οποία αποστέλλει στην επιχείρηση καπνικών και τα άλλα δύο (2) στην αρμόδια Χημική Υπηρεσία, για εξέταση.
β) Σε περίπτωση που η κατάσχεση διενεργήθηκε από άλλη Υπηρεσία με αρμοδιότητα για τη δίωξη του λαθρεμπορίου, η Υπηρεσία αυτή προβαίνει, κατόπιν υπόδειξης της αρμόδιας Τελωνειακής Αρχής στην οποία αποστέλλει την έκθεση κατάσχεσης, στη δειγματοληψία κατά τα οριζόμενα στην περ. α’ και παραδίδει τα δείγματα αυτά στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή. Αμέσως μετά την παραλαβή των δειγμάτων, η αρμόδια Τελωνειακή Αρχή αποστέλλει τα δύο (2) δείγματα στην επιχείρηση καπνικών και τα άλλα δύο (2) στην αρμόδια Χημική Υπηρεσία, για εξέταση.
γ) Κατόπιν σχετικού αιτήματος της επιχείρησης καπνικών που υποβάλλεται στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή, εντός τριάντα (30) ημερών από τη γνωστοποίηση της κατάσχεσης στην επιχείρηση, η επιχείρηση καπνικών μπορεί να επιθεωρήσει το σύνολο των κατασχεθέντων προϊόντων.
Με το ίδιο αίτημα μπορεί να ζητηθεί εκ νέου δειγματοληψία της κατασχεθείσας ποσότητας, παρουσία εκπροσώπου της, η οποία διενεργείται από μικτά κλιμάκια αποτελούμενα από υπαλλήλους της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης και της Γενικής Διεύθυνσης του Γενικού Χημείου του Κράτους της Α.Α.Δ.Ε. και λαμβάνονται τέσσερα (4) όμοια δείγματα, δύο (2) για την επιχείρηση και δύο (2) για εξέταση από την αρμόδια χημική υπηρεσία της Α.Α.Δ.Ε.».
4. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 119Β του ν. 2960/2001 προστίθεται παρ. 5Α ως εξής:
«5Α. Σε περιπτώσεις επιχειρήσεων καπνικών προϊόντων της παρ. 1, οι οποίες έχουν συνάψει Συμφωνίες Συνεργασίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου, στις οποίες προβλέπονται πληρωμές εξαρτώμενες από τις κατασχέσεις γνήσιων βιομηχανοποιημένων καπνών τους και για όσο χρονικό διάστημα ισχύουν, η υποχρεωτική πληρωμή της παρ. 5 επιβάλλεται ως ακολούθως:
α) Εάν στο πλαίσιο των Συμφωνιών Συνεργασίας έχει καταβληθεί πληρωμή για τη συγκεκριμένη κατάσχεση από την επιχείρηση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ποσό αυτής που αναλογεί στην Ελλάδα υπολείπεται της πληρωμής που οφείλει να καταβληθεί κατά την παρ. 5, επιβάλλεται το ποσό που προκύπτει κατόπιν αφαίρεσης του ποσού που αναλογεί στην Ελλάδα και έχει καταβληθεί προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν το ποσό της πληρωμής που έχει καταβληθεί προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και αναλογεί στην Ελλάδα υπερβαίνει το οφειλόμενο ποσό κατά την παρ. 5, δεν εκδίδεται καταλογιστική πράξη σε βάρος της επιχείρησης.
β) Εάν η έκδοση της καταλογιστικής πράξης κατά την παρ. 5 προηγηθεί της καταβολής πληρωμής προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε η καταλογιστική πράξη τροποποιείται και το επιβαλλόμενο ποσό μειώνεται κατά το ποσό της πληρωμής προς την Ευρωπαϊκή Ένωση που αναλογεί στην Ελλάδα. Εάν το ποσό αυτό υπερβαίνει το ποσό που επιβλήθηκε δυνάμει της καταλογιστικής πράξης, η καταλογιστική πράξη ανακαλείται.
γ) Στην περ. β) της παρ. 5 εφαρμόζονται αναλογικά τα ανωτέρω.
Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, η καταβολή της πληρωμής προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ποσό αυτής που αναλογεί στην Ελλάδα αποδεικνύονται με επίσημο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο οφείλει να προσκομίσει η επιχείρηση στην αρμόδια Τελωνειακή Αρχή.».
5. Στο άρθρο 119Β του ν. 2960/2001 προστίθεται παρ. 9 ως εξής:
«9. Τα κατασχεθέντα βιομηχανοποιημένα καπνά της παρ. 2 καταστρέφονται κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην περ. α’ της παρ. 4 του άρθρου 171.».