1. Η αξίωση του υπαλλήλου για αποδοχές αρχίζει από την ανάληψη υπηρεσίας και παύει με τη λύση της υπαλληλικής του σχέσης. Δεν καταβάλλονται αποδοχές, όταν ο υπάλληλος από υπαιτιότητά του δεν παρέσχε υπηρεσία καθόλου ή εν μέρει.
2. Για τον υπολογισμό των αποδοχών ο μήνας λογίζεται για τριάντα (30) ημέρες. Στις περιπτώσεις αποχής του υπαλλήλου από τα καθήκοντά του, λόγω απεργίας, ο μήνας λογίζεται για είκοσι πέντε (25) ημέρες. Στην περίπτωση απεργίας, στην έννοια της οποίας υπάγονται και οι στάσεις εργασίας, γίνεται περικοπή των μεικτών μηνιαίων αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων και των κρατήσεων, εργοδότη και εργαζόμενου, για κύρια και επικουρική σύνταξη, στην περίπτωση που η ημέρα απεργίας αναγνωρίζεται ως συντάξιμη.
3. Ο υπάλληλος κατά τη διάρκεια θέσης σε διαθεσιμότητα δικαιούται τα τρία τέταρτα (3/4) των αποδοχών του, πλην αυτών που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του και της ειδικής αμοιβής του άρθρου 11. Ο χρόνος διαθεσιμότητας δεν λαμβάνεται υπόψη για μισθολογική εξέλιξη.
4. Ο υπάλληλος που τελεί σε κατάσταση αργίας δικαιούται το ήμισυ των αποδοχών του, πλην αυτών που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του και της ειδικής αμοιβής του άρθρου 11. Ο χρόνος αργίας δεν λαμβάνεται υπόψη για μισθολογική εξέλιξη. Ειδικές διατάξεις παραμένουν σε ισχύ. Σε περίπτωση που επιβληθεί η ποινή της απόλυσης, οι αποδοχές που καταβλήθηκαν σε αυτόν κατά το διάστημα της αργίας αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες.
5. Υπάλληλος, ο οποίος επανέρχεται από την κατάσταση της διαθεσιμότητας ή της αργίας ή λόγω πλάνης σχετικά με το συνταξιοδοτικό του δικαίωμα στα καθήκοντά του δικαιούται πλήρεις αποδοχές από την εκ νέου ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων του. Στην περίπτωση που από οικείες διατάξεις, προβλέπεται επιστροφή αποδοχών για την περίοδο που ο υπάλληλος είχε τεθεί σε αργία, αυτή δεν δύναται να περιλαμβάνει αποδοχές που συνδέονται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του και της ειδικής αμοιβής του άρθρου 11.
6. Στην περίπτωση που ο υπάλληλος επιστρέφει στα καθήκοντά του μετά από τη θέση του σε διαθεσιμότητα με υπαιτιότητα της Υπηρεσίας, για το διάστημα αυτό καταβάλλεται το σύνολο των αποδοχών του.
7. Σε περίπτωση της πειθαρχικής ποινής της επιβολής προστίμου, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, αυτό υπολογίζεται επί των συνολικών μηνιαίων αποδοχών του υπαλλήλου, αφαιρουμένων των προβλεπόμενων κρατήσεων.
8. Υπάλληλοι μερικής απασχόλησης ή εργαζόμενοι ως ωρομίσθιοι λαμβάνουν αναλογία των αποδοχών αντίστοιχου υπαλλήλου πλήρους απασχόλησης.
9. Υπάλληλοι, οι οποίοι μετατάσσονται, αποσπώνται ή παρέχουν τις υπηρεσίες τους με οποιονδήποτε τρόπο σε υπηρεσίες εκτός της Αρχής, δεν λαμβάνουν την ειδική αμοιβή του άρθρου 11.
10. Υπάλληλοι, οι οποίοι λαμβάνουν άδεια άνευ αποδοχών και ο χρόνος της αδείας τους δεν λογίζεται ως πραγματική δημόσια υπηρεσία, δεν λαμβάνουν αποδοχές για όσο χρόνο διαρκεί η άδεια. Υπάλληλοι, οι οποίοι λαμβάνουν άδεια άνευ αποδοχών και ο χρόνος της αδείας τους λογίζεται ως πραγματική δημόσια υπηρεσία, δεν λαμβάνουν αποδοχές για όσο χρόνο διαρκεί η άδεια και προκειμένου ο χρόνος της άδειας να αναγνωριστεί ως συντάξιμος ισχύουν οι διατάξεις του π.δ. 169/2007 «Κώδικας Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων».
11. Υπάλληλοι που αποσπώνται εκτός Α.Α.Δ.Ε. σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων ή συνεργατών στην Προεδρία της Κυβέρνησης, στα ιδιαίτερα γραφεία των μελών της Κυβέρνησης ή Υφυπουργών ή των Γενικών, Αναπληρωτών Γενικών Γραμματέων και Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων, λαμβάνουν με δήλωσή τους είτε τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης, με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους, πλην της ειδικής αμοιβής του άρθρου 11, είτε τις αποδοχές της θέσης που αποσπώνται. Τα ανωτέρω ισχύουν και για αυτούς που αποσπώνται σε θέσεις συνεργατών στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, καθώς και στους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού.
12. Υπάλληλοι της Α.Α.Δ.Ε. που αποκτούν την ιδιότητα αιρετών Ο.Τ.Α. ή διορίζονται ή αναλαμβάνουν θέση σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, ως διοικητές, αναπληρωτές διοικητές, υποδιοικητές, πρόεδροι, αντιπρόεδροι, διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι ή μέλη πλήρους απασχόλησης, μπορούν να επιλέγουν είτε τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης, με τις προϋποθέσεις χορήγησής τους, πλην της ειδικής αμοιβής του άρθρου 11, είτε τις αποδοχές της θέσης στην οποία διορίζονται.
13. Σε περίπτωση παράλληλης ανάθεσης καθηκόντων στο γραφείο του Διοικητή της Αρχής ο υπάλληλος επιλέγει πλέον των αποδοχών της οργανικής του θέσης, την καταβολή είτε της ειδικής αμοιβής του άρθρου 11, είτε το σαράντα τοις εκατό (40%) του βασικού μισθού της θέσης του μετακλητού.