Αρχική Μέτρα επιτάχυνσης και εξορθολογισμού της διοικητικής δίκηςΆρθρο 18 – Αρμοδιότητα για υποθέσεις προ του 2013Σχόλιο του χρήστη ΠΡΩΤΟΔΙΚΗΣ ΔΔ | 11 Οκτωβρίου 2016, 12:59
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Όπως όλοι σχεδόν οι προηγούμενοι σχολιαστές, να επισημάνουμε ότι η μικρότερη «δεξαμενή» εισηγητών (η αναλογία Πρωτοδικών σε σχέση με τους Προέδρους Πρωτοδικών είναι 5 προς 1) δίνει το στίγμα ότι για τις προ 2013 υποθέσεις, έχει ληφθεί «στρατηγική» απόφαση εγκατάλειψης στην τύχη τους, αφού στις οριακές περιπτώσεις θα αντιμετωπίσουν χρόνο αναμονής για προσδιορισμό σχεδόν στη 10ετία (για τον πρώτο βαθμό). Το γεγονός αυτό δημιουργεί νέους προβληματισμούς για το δικαίωμα δικαστικής προστασίας και τον ακραίο περιορισμό του τα χρόνια της κρίσης, όταν και είναι περισσότερο κρίσιμο (μετά και την επιβάρυνση του παραδεκτού με αύξηση των παραβόλων κλπ, αλλά και τον δραστικό περιορισμό της προσωρινής δικαστικής προστασίας, οποιοσδήποτε πολίτης έχει προσφύγει στη Διοικητική Δικαιοσύνη μέχρι και το έτος 2012, θα έχει να σκαρφαλώσει κάθετο και ολισθηρο τοίχο -πλέον θα απαιτείται και υπερβολική υπομονή- προκειμένου να δικαιωθεί, αν επιβιώσει της διαδικασίας, δεδομένου ότι υπάρχουν και οι συνταξιοδοτικές διαφορές). Η επιτάχυνση της απονομής της Δικαιοσύνης είναι ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟ να επιχειρείται με απόρριψη στον Καιάδα της αρνησιδικίας, μικρότερου ή μεγαλύτερου μέρους των εκκρεμών υποθέσεων, με βάση το τυχαίο κριτήριο του χρόνου της άσκησης του ενδίκου βοηθήματος. Η προμετωπίδα των Διοικητικών Δικαστηρίων δεν πρέπει να γίνει το σύνθημα «Δικαιοσύνη για όσους προσέφυγαν από το 2013 και μετά». Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε έκπτωση στο σκοπό της. Περαιτέρω, η συγκεκριμένη διάταξη δύσκολα συνδυάζεται με το κακοπαθημένο άρθρο 8 του ΚΔΔ (αφού έχει πολλάκις παρακαμφθεί τα τελευταία χρόνια γιατί δεν καταργείται να τελειώνουμε;). Οπωσδήποτε η διάταξη θα υποστεί τη βάσανο του ελέγχου συμβατότητας με τη συνταγματική διάταξη περί φυσικού δικαστή με το μεγάλο ρίσκο να κριθεί ασύμβατη και να ακολουθήσει σειρά παραπεμπτικών αποφάσεων από μια σύνθεση στην άλλη, με ολέθριο αποτέλεσμα στην οργάνωση των εργασιών οποιουδήποτε Δικαστηρίου και, φυσικά, στην αναμονή των «αιχμαλώτων» διαδίκων... Ας μην επιμείνουμε και στο πολλαπλώς τυχαίο της αρμοδιότητας (ανάλογα με το πότε ασκήθηκαν τα ένδικα βοηθήματα και το μέχρι πότε έχουν προσδιοριστεί προς εκδίκαση οι υποθέσεις από το κάθε δικαστήριο μέχρι το χρονικό «κατώφλι» της έναρξης ισχύος του νόμου, κάθε Δικαστήριο της Ελλάδος θα έχει τη δική του εκδοχή αρμόδιας σύνθεσης για την εκδίκαση του ίδιου είδους υποθέσεων), το οποίο, ας σημειωθεί, επηρεάζει και τα σχετικά ένδικα μέσα κατά την αρμοδιότητα. Αυτά και για την ισότητα. Τέλος, λυπάμαι αυτούς που πρέπει να συντάξουν πρόβλεψη για το φόρτο εργασίας των Διοικητικών Εφετείων σε βάθος πενταετίας... Πρέπει να αρχίσουν από την εξέταση του μέχρι πότε έχει προσδιορίσει υποθέσεις το κάθε Πρωτοδικείο της αντίστοιχης Περιφέρειας. Αυτά και για το «χάρτη» της αρμοδιότητας κατά βαθμό. Τώρα δεν θα μεταφέρονται κατηγορίες υποθέσεων μεταξύ Πρωτοδικείων και Εφετείων, αλλά ημερομηνίες... Συνολικά, διότι υπάρχουν άπειρα επιχειρήματα αλλά από ένα σημείο και μετά το σχόλιο θα πάρει μορφή διηγήματος, θα πρέπει να επισημανθεί το εξής: η λειτουργία της Δικαιοσύνης έχει προβλήματα, μεταξύ των οποίων αυτό της εκκρεμότητας και της καθυστέρησης απονομής και, ως εκεί, πρέπει όλοι να αναλάβουν το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί και να δεχθούν την ανάγκη για λύσεις που ίσως αλλάξουν τον τρόπο εργασίας των Δικαστικών Λειτουργών που την υπηρετούν. Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι το να λαμβάνουν μορφή νόμου σπασμωδικές διατάξεις που αντιστρατεύονται τον ίδιο τους το σκοπό («επιτάχυνση») και να δημιουργείται σοβαρός κίνδυνος για συνέπειες που θα επιβραδύνουν ακόμα περισσότερο τους ταλαιπωρημένους διαδίκους (παραπομπές λόγω αρμοδιότητας κλπ) και το αργοπορημένο ήδη σύστημα, η απόσταση είναι μεγάλη... Αν συνυπολογίσει, δε, κανείς, και το κόστος που αναλαμβάνεται από τη διολίσθηση της Διοκαιοσύνης (χώρος που πρέπει να χαρακτηρίζεται από σταθερότητα και ασφάλεια δικαίου) στο χώρο του «τυχαίου», αυτό (το κόστος) για τη Χώρα ως κράτος δικαίου θα είναι ανεπανόρθωτο, κάθως η διάταξη αυτή θα εγγραφεί στη μακρά δέλτο του «ράβε-ξήλωνε» της τελευταίας 8ετίας (αρχής γενομένης με το ν.3658-9/2008). Εκτός αν -ακριβώς- σκοπείται η απαξίωση της δικαστικής εξουσίας προκειμένου να θεσμοθετηθούν άλλες μορφές επίλυσης των διαφορών...