Αρχική Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίουΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΟΥ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ Άρθρο 13 Δικαίωμα επικοινωνίας – Αντικατάσταση άρθρου 1520 ΑΚΣχόλιο του χρήστη ΜΟΣΧΑ ΜΙΧΑΛΑΚΗ | 19 Μαρτίου 2021, 18:06
Φωτεινή Ν. Σόφτη: Οι αστοχίες και τα κενά του νομοσχεδίου για το οικογενειακό δίκαιο - Dikastiko.gr Με μεγάλο ενδιαφέρον περιμένουμε να ανακοινωθεί επισήμως και να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση το νέο νομοσχέδιο για το οικογενειακό δίκαιο. Σε σχέση με την τελευταία εκδοχή του που διέρρευσε στο τύπο δέον να παρατηρηθούν τα ακόλουθα: Α. Στο νομοσχέδιο αναφέρεται τεκμήριο 1/3 του χρόνου του παιδιού κατά τον οποίο πρέπει να επικοινωνεί με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει Πρόκειται για εισαγωγή αριθμητικού τεκμηρίου για ζήτημα μη οικονομικό . Πιο λογικό θα ήταν ενα μαθηματικό τεκμήριο στην διατροφή και όχι στην επικοινωνία Σε κάθε περίπτωση όμως δεν διευκρινίζεται το ζήτημα του ‘’ χρόνου’’ Εάν δεν αναφέρεται στο συνολικό ελεύθερο χρόνο αλλά αναφορά το συνολικό χρόνο ( δηλαδή το 24ωρο )τότε είναι προφανώς ρύθμιση ανέφικτη και θα μείνει ΄΄γράμμα κενό΄΄ διότι κανένας γονέας δεν μπορεί να επικοινωνεί με τα παιδιά του 8 ώρες την ημέρα ούτε και αυτός με τον οποίο διαμένουν, αφού τα παιδιά πρέπει να πάνε σχολείο να μάθουν ξένες γλώσσες να ακολουθήσουν τις εξωσχολικές τους αθλητικές δραστηριότητες και βεβαίως να μη στερηθούν τον ύπνο ή την καθημερινή τους υγιεινή. Επομένως η διάταξη αποτελεί λογικό άτοπο. Πρόβλημα θα αποτελέσει αν κάποιος ερμηνεύσει την διάταξη ως υποχρεωτική εναλλασσόμενη κατοικία ή επιχειρεί να αθροίζει οκτώ ώρες ημερησίως και να απαιτεί επικοινωνία σε όλα τα σαββατοκύριακα η το σύνολο του ελεύθερου χρόνου των διακοπών, κάτι που όμως θα υποβαθμίζει τον άλλο γονέα σε απλό διεκπεραιωτή της καθημερινότητας και θα αποστερούσε το δικό του δικαίωμα επικοινωνίας. Μαθηματικά τεκμήρια δεν ταιριάζουν με την ρύθμιση κοινωνικών πραγματικοτήτων και οικογενειακών θεμάτων και καταλήγουν σε αντίθετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα . Αντιθέτως ένας εξειδικευμένος οικογενειακός δικαστής πλαισιωμένος από κοινωνικές υπηρεσίες θα είχε τα εχέγγυα να ορίζει την ευρύτερη δυνατή επικοινωνία με βάση τα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά κάθε οικογένειας. Β . Το νομοσχέδιο επιχειρεί να απαριθμήσει λόγους για τους οποίους θα πρέπει να αφαιρείται η γονική μέριμνα δηλαδή η ΄΄μεγαλύτερη δυνατή ποινή΄΄ που μπορεί να επιβληθεί σε έναν γονέα αφού οδηγεί σε πλήρη αποξένωση από το παιδί και με το υπάρχον δίκαιο επιβάλλεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνον εφόσον το δικαστήριο το θεωρήσει αναγκαίο. Στην προσπάθεια ενδεικτικής απαρίθμησης δεν προτάσσονται λόγοι όπως, έκθεση του ανηλίκου σε κίνδυνο, κακές συνθήκες διαβίωσης, παραμέληση της υγείας, παρεμπόδιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας εγκατάλειψη , εκμετάλλευση του μέσω εργασίας που δε συνάδει με την ηλικία του κ.α. Αντιθέτως προτάσσονται λόγοι όπως η μη διευκόλυνση της επικοινωνίας, η προσπάθεια συναισθηματικής αποξένωσης του από τον άλλο γονέα ή από τους παππούδες, η μη καταβολή διατροφής και η μη χρήση του δικαιώματος επικοινωνίας, συμπεριφορές δηλαδή που παρότι κατακριτέες και επιζήμιες για το συμφέρον των παιδιών σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να οδηγούν σε αφαίρεση της γονικής μέριμνας. Αντιθέτως άλλες συμπεριφορές που αφορούν την υγεία ,την ασφάλεια, το περιβάλλον διαβίωσης, την παρεμπόδιση της εκπαίδευσης η την καθοιονδήποτε τρόπο εκμετάλλευση , περιέργως δεν θεωρούνται ενδεικτικές. Ταυτοχρόνως το νομοσχέδιο που επρόκειτο να προάγει το δικαίωμα επικοινωνίας του παιδιού και με τους δύο γονείς, προτρέπει εντούτοις το δικαστή να αφαιρεί την γονική μέριμνα, δηλαδή να αποξενώνει πλήρως το παιδί από το γονέα , πολύ πιο εύκολα από ότι συνέβαινε μέχρι σήμερα και μάλιστα να συσχετίζει την απόφαση αυτή με αόριστες νομικές έννοιες δηλαδή δυσαπόδειχτους ισχυρισμούς που αφήνουν μεγάλο ανοικτό πεδίο σε αυθαίρετες ερμηνείες και ατέρμονες αντιπαραθέσεις . Για να εξυπηρετηθεί δηλαδή το συμφέρον του τέκνου να επικοινωνεί και με τους δύο γονείς, προκρίνουμε τη λύση να το αποξενώσουμε με ευκολία από το έναν γονέα. Πρόκειται για περίπτωση που το αποτέλεσμα της ρύθμισης αντιστρατεύεται τα υποτιθέμενα κίνητρα του νομοθέτη! Γ. Μετά την απαρίθμηση λόγων (που θα συνιστούσαν ενδεχομένως βάση για αλλαγή του προσώπου που ασκεί την επιμέλεια και όχι προφανώς βάση για πλήρη στέρηση της γονικής μέριμνας) , διαβάζουμε και την μόνη σοβαρή κατά την άποψή μας περίπτωση κατά την οποία πρέπει να αφαιρείται η γονική μέριμνα και συγκεκριμένα την κακοποίηση, την βία, την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Το παράδοξο έγκειται στο ότι στη μία περίπτωση (εκ των απαριθμούμενων που πράγματι θα δικαιολογούσε αυτή την «βαρύτατη για το γονέα ποινή» , το νομοσχέδιο θέτει τον κακοποιητικό γονέα στο απυρόβλητο, και μάλιστα για χρονικό διάστημα που μπορεί να υπερβαίνει και την δεκαετία. Έτσι για τον κακοποιητικό γονέα απαιτείται αμετάκλητη δικαστική απόφαση προκειμένου να του αφαιρεθεί η γονική μέριμνα ενώ για το γονέα που κατηγορείται για ψυχική απομάκρυνση των παιδιών από τους συγγενείς του άλλου , αρκεί πιθανολόγηση αφού η “ψυχική απομάκρυνση” δεν αποτελεί ποινικό αδίκημα για να τελεσιδικήσει και επ΄αυτής απόφαση!!!! Οι νομικοί δεν παραγνωρίζουμε το τεκμήριο αθωότητας που πρέπει να ισχύει σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε όμως ότι η ενδεικτική απαρίθμηση ήταν ατυχής και η προσπάθεια περιπτωσιολογικής αντιμετώπισης εσφαλμένη. Ο δικαστής είναι ο μόνος αρμόδιος να κρίνει πότε υφίσταται σοβαρός λόγος για αφαίρεση γονικής μέριμνας δεν χρειάζεται υποδείξεις και μάλιστα σχετιζόμενες με αόριστες νομικές έννοιες και πρέπει σε σοβαρές περιπτώσεις να μπορεί να διατάσσει κάθε πρόσφορο μέτρο χωρίς δικονομικούς περιορισμούς. Δ. Στο νομοσχέδιο οπως διέρρευσε στον τύπο δεν γίνεται λόγος για το ζήτημα της Εκπροσώπησης του ανήλικου κατά την δικαστική διεκδίκηση της διατροφής. Φρονούμε οτι στο σχέδιο νόμου που θα τεθεί στην δημόσια διαβούλευση θα πρέπει να υπάρχει ειδική διάταξη που για το ζήτημα της διεκδίκησης διατροφής του ανηλίκου , θα ορίζει ότι το εκπροσωπεί ο γονέας με τον οποίο διαμένει. Ε. Τέλος σε ό,τι αφορά την μεταβολή της κατοικίας του ανήλικου τέκνου και τον περιορισμό που προβλέπει το άρθρο 1519 στον γονέα με τον οποίο διαμένει, Θεωρούμε ότι ο περιορισμός αυτός αντιστρατεύεται σειρά ατομικών δικαιωμάτων όπως αυτά της ελευθερίας μετακινήσεως της ελευθερίας ευρέσεως εργασίας ανάπτυξης προσωπικότητας και συνιστά υπέρμετρη επέμβαση της πολιτείας στην οικογένεια. Το συμφέρον και έννομο δικαίωμα του γονέα να μην αλλάζει ουσιωδώς η επικοινωνία του με το τέκνο που δεν διαμένει μαζί του δεν μπορεί να κρίνετε υπέρτερο από όλα τα ανωτέρω συνταγματικά αναγνωρισμένα , ατομικά δικαιώματα. Άλλωστε ο γονέας που αρνείται να συναινέσει στην αλλαγή κατοικίας του τέκνου του, δεν προκύπτει ότι είναι υποχρεωμένος να διεκδικήσει ο ίδιος την επιμέλεια του πράγμα που καταλήγει στο λογικό άτοπο και παράδοξο ο ένας εκ των δύο γονέων και να μην επιθυμεί να αναλάβει την καθημερινή φροντίδα του παιδιού και να απαγορεύει στον άλλο γονέα (που έχει αναλάβει την επιμέλεια) την μετοίκηση . Στο επίσης παράδοξο οδηγούμαστε, όταν κρίνεται είτε συναινετικά είτε δικαστικά ο ένας γονέας ως καταλληλότερος για να αναλάβει την επιμέλεια του ανηλίκου και καθίσταται αυτομάτως ακατάλληλος όταν αποφασίζει να μετοικήσει! Άλλωστε είναι προφανής όχι μόνον η αντισυνταγματικότητα αλλά και η αντίθεση στα χρηστά ήθη μίας διάταξης που υπαγορεύει στο γονέα να εγκαταλείψει τα παιδιά του προκειμένου να αναλάβει μία θέση εργασίας μακριά από την μέχρι σήμερα κατοικία του. Σε κάθε περίπτωση η σχετική διάταξη θα πρέπει να συμπεριλάβει περιστάσεις που το δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψιν στην σχετική του απόφαση, όπως ζητήματα εργασίας, ζητήματα υγείας ή και εκπαιδεύσεως του γονέα με τον οποίο διαμένει το ανήλικο τέκνο και τα οποία ζητήματα μπορεί να υπαγορεύουν την αλλαγή κατοικίας του. Κατά την άποψή μας οι ανωτέρω αστοχίες και παραδοξολογίες οφείλονται στην προχειρότητα και στο αποσπασματικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε το Υπουργείο το νομοθετικό έργο, δηλαδή υπό την πίεση συγκεκριμένων ομάδων, που επιδιώκοντας λύση στο συγκεκριμένο ατομικό πρόβλημα τους δεν απασχολούνται εντούτοις με το να δουν την συνολική εικόνα των ρυθμίσεων και τον αντίκτυπο τους εάν εφαρμοστούν στο σύνολο των ελληνικών οικογενειών. Πιστεύουμε ότι όταν ο νομοθέτης δεν έχει υπόψιν του την μεγάλη εικόνα των οικογενειών στις οποίες αφορά η ρύθμιση και δεν θέτει τα όσα προτείνει, στην βάσανο της υπαγωγής σε πραγματικές καταστάσεις και υποθέσεις , τότε δυστυχώς καταλήγουμε με ένα ‘άστοχο και παράδοξο σχέδιο νόμου. Η Φωτεινή Ν. Σόφτη είναι Δικηγόρος Αθηνών