Αρχική Μεταρρυθμίσεις αναφορικά με τις σχέσεις γονέων και τέκνων και άλλα ζητήματα οικογενειακού δικαίουΆρθρο 8 Παρέκκλιση από την από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας – Αντικατάσταση τίτλου και άρθρου 1514 ΑΚΣχόλιο του χρήστη ΚΕΝΤΡΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΩΝ - ΔΙΟΤΙΜΑ | 29 Μαρτίου 2021, 17:11
Εισάγεται στις προβλέψεις του υπάρχοντος άρθρου 1513 ΑΚ η ρύθμιση της δυνατότητας των γονέων να μπορούν με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας να ρυθμίζουν, για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο (2) ετών, διαφορετικά την κατανομή της γονικής μέριμνας, ιδίως να αναθέτουν την άσκησή της στον έναν από αυτούς, και να καθορίζουν τον τόπο κατοικίας του τέκνου τους, τον γονέα με τον οποίο θα διαμένει, καθώς και τον τρόπο επικοινωνίας του με τον άλλο γονέα. Επίσης, εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ανατίθεται από το δικαστήριο η άσκηση της γονικής μέριμνας στον έναν γονέα ή και στους δύο από κοινού ή σε τρίτον. Ωστόσο, δημιουργείται μία σημαντική ασάφεια με την αναφορά του τελευταίου εδαφίου, που προβλέπει ότι για τη λήψη της απόφασής του το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τους έως τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς και τους αδελφούς του, καθώς και τις τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου για την άσκηση της γονικής μέριμνας. Δεν καθίσταται και πάλι σαφές αν ο νομοθέτης αναφέρεται στην άσκηση της γονικής μέριμνας, της οποίας ο κανόνας είναι η κοινή άσκηση ή στην άσκηση της επιμέλειας, επιμέρους έκφανσης της γονικής μέριμνας. Τέλος, η διάταξη, δίνοντας την δυνατότητα στο δικαστήριο μετά από προσφυγή του γονέα που παραπονείται για τον τρόπο άσκησης της γονικής μέριμνας από τον άλλο γονέα, να διατάξει διαμεσολάβηση παραβιάζει, όπως αναφέρθηκε παραπάνω στο σχόλιό μας στο άρθρο 1512 ΑΚ, την διάταξη του άρθρου 48 της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, που κυρώθηκε με τον Νόμο 4531/2018. Η διαμεσολάβηση συνιστά εναλλακτικό τρόπο επίλυσης διαφοράς που προϋποθέτει την εκούσια συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών, η οποία αποτελεί προϋπόθεση της επιτυχούς έκβασής της. Το Δικαστήριο απεκδύεται της υποχρέωσής του να επιληφθεί της διαφοράς και να την επιλύσει. Παρέχεται «εύκολη» διέξοδος στο Δικαστήριο να αρνηθεί την τομή της διαφοράς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ταυτόχρονα, συνολικά θεωρούμενο το νομοσχέδιο αυξάνει θεαματικά τις περιπτώσεις όπου οι από κοινού ασκούντες τη γονική μέριμνα γονείς δικαιούνται να προσφεύγουν στο Δικαστήριο (σχεδόν σε κάθε διαφωνία τους για θέματα που αφορούν το τέκνο). Προβληματική τέλος είναι και η επανειλημμένη αναφορά του νομοσχεδίου σε αυξημένη αποδεικτική αξία των (προγενέστερων) συμφωνιών των γονέων. Ελλοχεύει ο κίνδυνος να αποτελέσουν τα ανήλικα τέκνα προϊόν συναλλαγής στην ευρύτερη διευθέτηση όλων των ζητημάτων που ανακύπτουν από τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης.