• Σχόλιο του χρήστη 'Αναστασια Σιδερη' | 30 Μαρτίου 2021, 16:04

    1.Το νομοσχέδιο που κατατεθηκε ευτυχως δε περιεχει το παραλογισμο της υποχρεωτικης συνεπιμελειας αλλα προβλεπει κατι πολυ πιο επικινδυνο . Την σχετικοποιηση και δυνητικη απεμπόληση της γονικής μέριμνας για διαφωνιες για αστειους λογους επιμέλειας Και επιχειρεί να απαριθμήσει λόγους για τους οποίους θα πρέπει να αφαιρείται η γονική μέριμνα δηλαδή η ΄΄μεγαλύτερη δυνατή ποινή΄΄, και ταπείνωση που μπορεί να επιβληθεί σε έναν γονέα, αφού οδηγεί σε πλήρη αποξένωση από το παιδί και με το υπάρχον δίκαιο επιβάλλεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνον εφόσον το δικαστήριο το θεωρήσει αναγκαίο. Η παραδοξολογία έγκειται στο ότι στην προσπάθεια ενδεικτικής απαρίθμησης δεν προτάσσονται λόγοι όπως, έκθεση του ανηλίκου σε κίνδυνο, κακές συνθήκες διαβίωσης, παραμέληση της υγείας, παρεμπόδιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, εγκατάλειψη, εκμετάλλευση του μέσω εργασίας, που δε συνάδει με την ηλικία του κ.α. Αντιθέτως προτάσσονται λόγοι, όπως η μη διευκόλυνση της επικοινωνίας,( σε αυτό ακριβώς το σημείο οφείλει το υπουργείο να μας διευκρινίσει όταν αναφέρεται στην παραβίαση δικαστικών αποφάσεων επικοινωνίας, που αποτέλεσε το μοναδικό επιχείρημα του να προβεί στην αναθεώρηση του οικογενειακού δικαίου, ποία είναι η στατιστική μελέτη που τεκμηριώνει το εν λόγω επιχείρημα;). Δεδομένου ότι η ήδη υπάρχουσα νομολογία ποτέ δεν αποκλείει το δικαίωμα της επικοινωνίας του γονέα με το τεκνό παρά μόνο σε πολύ σπάνια περίπτωση, γεγονός που πολλές φορές έρχεται σε αντίθεση με τις συστάσεις των ειδικών ψυχικής υγείας, που επανειλημμένα αναφέρουν την ανάγκη άμεσης διακοπής της σε περιπτώσεις κακοποίησης. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα ο προστατευτικός – κατάλληλος γονέας να βρίσκεται σε μόνιμη σύγκρουση καθηκόντων. Το προτεινόμενο νομοσχέδιο όχι μόνο δεν θα λύσει τέτοιου είδους καταστάσεις, αλλά βάζει σε κίνδυνο αυτήν τη κατηγορία ευάλωτων παιδιών. Στη δικαστηριακή πρακτική θα συμβαίνει και το εξής παράδοξο, σύμφωνα με το εν λόγω νομοσχέδιο: ο γονέας που θα καταδικάζεται για το αδίκημα της παραβίασης απόφασης επικοινωνίας, θα βρίσκεται αντιμέτωπος στα αστικά δικαστήρια με το ενδεχόμενο να του αφαιρεθεί η γονική μέριμνα λόγω κακής άσκησης σύμφωνα με το 1532. Ωστόσο, ο γονέας, που ενδεχομένως να έχει διαπράξει ποινικά κολάσιμη πράξη σε βάρος του τέκνου να καλύπτεται από το αμετάκλητο (πρέπει να έχει τελεσιδικήσει η υπόθεση, δηλαδή) της δικαστικής απόφασης, που φέρει το νομοσχέδιο και να βρίσκεται στην προνομιακή θέση να διεκδικεί την αφαίρεση της γονικής μέριμνας με όπλο το σύνδρομό της γονεϊκής αποξένωσης («ότι το παιδί ψεύδεται», όπου και αυτό εισάγεται στο νομοσχέδιο), την προσπάθεια συναισθηματικής αποξένωσης του από τον άλλο γονέα ή από τους παππούδες, τη μη καταβολή διατροφής και τη μη χρήση του δικαιώματος επικοινωνίας, συμπεριφορές δηλαδή που παρ’ ότι κατακριτέες και επιζήμιες για το συμφέρον των παιδιών, σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να οδηγούν σε αφαίρεση της γονικής μέριμνας. 2.Μετά την απαρίθμηση λόγων (που θα συνιστούσαν ενδεχομένως βάση για αλλαγή του προσώπου που ασκεί την επιμέλεια και όχι προφανώς βάση για πλήρη στέρηση της γονικής μέριμνας) , διαβάζουμε και την μόνη σοβαρή, κατά την άποψή μας, περίπτωση κατά την οποία πρέπει να αφαιρείται η γονική μέριμνα και συγκεκριμένα την κακοποίηση, την βία, την προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας. Το παράδοξο έγκειται στο ότι στη μία περίπτωση (εκ των απαριθμούμενων που πράγματι θα δικαιολογούσε αυτή την «βαρύτατη για το γονέα ποινή», το νομοσχέδιο θέτει τον κακοποιητικό γονέα στο απυρόβλητο, και μάλιστα για χρονικό διάστημα που μπορεί να υπερβαίνει και την δεκαετία έως να τελεσιδικήσει η υπόθεση). 3. Μια άλλη ακραία ρύθμιση του νομοσχεδίου (άρθρο 1532) αφορά στους παππούδες και τις γιαγιάδες, καθώς εισάγονται αυθαιρέτως υποχρεώσεις των γονέων έναντι αυτών τις οποίες συνδέει με λόγο αφαίρεσης της γονικής μέριμνας. Στη πράξη σε περίπτωση μη εφαρμογής των αποφάσεων, που αφορούν την επικοινωνία των παππούδων ή γιαγιάδων, το παιδί θα απομακρύνεται βίαια από τον γονέα που το ανατρέφει. 4. Το νομοσχέδιο αυτό εισάγει αόριστες και δυσαπόδεικτες έννοιες (άρθρο 1532) που στηρίζονται σε ανυπόστατα ψυχολογικά κριτήρια και καταστάσεις όπως «διατάραξη της συναισθηματικής σχέσης, και πρόκληση διάρρηξης σχέσεων», τις οποίες τις καθιστά λόγους αφαίρεσης της γονικής μέριμνας. Με άλλα λόγια, ενώ το νομοσχέδιο επιβάλλει την επικοινωνία του παιδιού με τους γονείς, στη πράξη προβλέπει την αυθαίρετη αφαίρεση της άσκησης της γονικής μέριμνας. Το αποτέλεσμα όμως της ρυθμίσεως καταλήγει σε αφαίρεση γονικής μέριμνας δηλαδή σε πλήρη και ολοκληρωτικό αποχωρισμό του παιδιού από τον άλλο γονέα. Πρόκειται εμφανώς για παραδοξολογία. 5. Γιναμε Σουηδια και δε το ξεραμε? Τέλος, στην αιτιολογική έκθεση – ανάλυση συνεπειών ρύθμισης, που συνοδεύει το νομοσχέδιο http://www.opengov.gr/ αναγράφεται ότι η νομοθετική πρωτοβουλία λαμβάνει χώρα επειδή «Περαιτέρω, απαιτείται η προσαρμογή της ελληνικής έννομης τάξης σε όσα ισχύουν στις προηγμένες χώρες της Ευρώπης, όπου προβλέπεται από τη νομοθεσία η από κοινού άσκηση της γονικής μέριμνας». (σελ. 3) Στη συνέχεια, ωστόσο, το Υπουργείο παραδέχεται ότι δεν ελήφθησαν άλλες πρακτικές από άλλες χώρες της ΕΕ ούτε πρακτικές διεθνών οργανισμών (σελ. 5). Στην δε παράθεση στοιχείων νομιμότητας «κεφάλαιο Στ. έκθεση νομιμότητας» έχει σημειωθεί ότι η νομοθετική πρωτοβουλία τελεί σε συμμόρφωση με οδηγία και κανονισμό της ΕΕ (σελ. 13 της αιτιολογικής έκθεσης – ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης). Ωστόσο, το υπουργείο παραλείπει να παραθέσει πληροφορίες για το παράγωγο ενωσιακό δίκαιο που επικαλείται (το ευρωπαϊκό Δίκαιο, δηλαδή). Τονίζουμε, ωστόσο, ότι κανένας κανόνας πρωτογενούς (εθνικού) ή παράγωγου ενωσιακού δικαίου δεν άπτεται της ρύθμισης θεμάτων γονικής μέριμνας και επιμέλειας και ουδεμία οδηγία και κανονισμός της ΕΕ υπάρχει, που να ρυθμίζει ουσιαστικές διατάξεις αστικού δικαίου στο πεδίο του οικογενειακού δικαίου στα ζητήματα αυτά. Εν γένει, τα συναφή θέματα παραμένουν στο αποκλειστικό πεδίο του εθνικού δικαίου και η ΕΕ νομοθετεί μόνο διαδικαστικούς κανόνες για την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και ρυθμίσεις για την εφαρμογή των ελευθεριών του δικαίου της ΕΕ από τους ευρωπαίους πολίτες και τα μέλη των οικογενειών τους.