Αρχική Εξορθολογισμός και βελτίωση στην απονομή της πολιτικής δικαιοσύνηςΆρθρο 55Σχόλιο του χρήστη feidon | 14 Μαρτίου 2011, 22:19
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Ι. Νομίζω ότι είναι ευκαιρία να διευκρινισθεί ποιά είναι η μεταχείριση των εργατικών απαιτήσεων, που προέκυψαν μετά την αρχική ημερομηνία του πλειστηριασμού. Η νομολογία (με σημαντική μειοηφία αρχικά) κατέληξε ότι οι μετά την αρχική ημερομηνία του πλειστηριασμού γεννώμενες εργατικές απαιτήσεις δεν είναι προνομιακές. Ετσι, όμως, δημιουργείται το παράδοξο να είναι προνομιακές οι παλαιότερες απαιτήσεις και να στερούνται του προνομίου οι νεότερες. Βέβαια, αν και οι νεότερες απαιτήσεις θεωρηθούν προνομιακές, υπάρχει περίπτωση να επεκταθεί το προνόμιο σε διάστημα μείζον της διετίας (π.χ. 2 χρόνια πριν τον αρχικώς ορισθέντα πλειστηριασμό + 2 χρόνια μετά τον αρχικώς ορισθέντα και έως την ημέρα που διενεργήθηκε), πράγμα που δεν φαίνεται να είναι ορθό. Η άποψή μου είναι ότι θα πρέπει να ορισθεί πως οι εργατικές απαιτήσεις δεν πρέπει να εκτείνονται σε διάστημα μείζον της διετίας, αλλά να επιλέγεται από τον αναγγελλόμενο η (συνεχόμενη) διετία, για την οποία θα κατατάσσονται ως προνομιακές οι απαιτήσεις του. ΙΙ. Ο προβιβασμός των απαιτήσεων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης στην τρίτη τάξη και η εξομοίωσή τους με τις εργατικές ως προς την ικανοποίησή τους από το σύνολο του πλειστηριάσματος (προν την διαίρεσή του σύμφωνα με το αρθ. 977 ΚΠολΔ) ουσιαστικά ακυρώνει σε σημαντικό βαθμό την δίκαιη ικανοποίηση των εργατικών απαιτήσεων, οι οποίες θα κατατάσσονται συμμέτρως με εκείνες των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και μάλιστα με άνισο τρόπο, αφού για μεν τις εργατικές τίθεται το όριο της διετίας και μάλιστα πριν τον αρχικώς ορισθέντα πλειστηρισμό, ενώ για τις απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης δεν τίθεται κανένας τέτοιος περιορισμός, αλλά θα κατατάσσονται προνομιακά οποτεδήποτε κι αν προέκυψαν, δηλαδή έστω και 10 χρόνια πριν τον πλειστηριασμό και έως την διενέργειά του. Γιατί, άραγε, είναι ορθό να τίθεται ο χρονικός περιορισμός της διετίας ως προς τις εργατικές απαιτήσεις, όχι, όμως, και για τις απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης; Ας σημειωθεί, άλλωστε, ότι οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης έχουν τα εξής πλεονεκτήματα για την διευκόλυνση της ικανοποίησης των απαιτήσέων τους (α) έχουν τη δυνατότητα ως ΝΠΔΔ να επιδιώκουν την είσπραξη των απαιτήσεών τους με μόνη την έκδοση των καταλογιστικών πράξεων, αντίθετα με τους εργαζόμενους, που δεν έχουν εκτελεστό τίτλο πριν την άσκηση αγωγής και την έκδοση εκτελεστής δικαστικής απόφασης (β) έχουν το όπλο της ποινικής δίωξης (οι εργαζόμενοι το έχουν μόνο για δεδουλευμένες απαιτήσεις, όχι, όμως, για αποδοχές υπερημερίας και αποζημιώσεις) (γ) έχουν το όπλο της άρνησης “ασφαλιστικής ενημερότητας”. Για τους πιο πάνω λόγους δεν είναι δίκαιο να προβιβασθούν οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης στην τρίτη τάξη. Ας σημειωθεί, τέλος, ότι κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε σκόπιμο, αφού αποτρέπει τον εργαζόμενο από του να καταγγείλει στο ΙΚΑ τον εργοδότη του, εφ’ όσον έτσι θα συντρέχει με το ΙΚΑ στην τρίτη τάξη των προνομίων.