Αρχική Εξορθολογισμός και βελτίωση στην απονομή της πολιτικής δικαιοσύνηςΆρθρο 22Σχόλιο του χρήστη ZNT | 20 Μαρτίου 2011, 19:01
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Με συγχωρείτε για τη θεωρητικολογία, αλλά θα ήθελα να συνεισφέρω ορισμένες σκέψεις, ορμώμενος όχι μόνο από τη διάταξη της τελευταίας παραγράφου, αλλά και από τη συζήτηση που ακολουθεί. Κάθε δικονομικό σύστημα είναι ένα τυπικό σύστημα, διαρθρώνει δηλαδή συγκεκριμένη διαδικασία με ορισμένους "τύπους" (προθεσμίες, συγκεκριμένη μορφή των διαδικαστικών πράξεων, ορισμένο απαιτούμενο περιεχόμενο κτλ). Εάν αυτό καταλυθεί, μπορεί να οδηγηθούμε πλησιέστερα στην "ουσιαστική αλήθεια" (όποια και αν είναι αυτή) αλλά με δυσανάλογη θυσία σε χρόνο και βεβαιότητα δικαίου. Ο "τύπος" υπάρχει όχι ως αυτοσκοπός, αλλά διότι απονομή δικαιοσύνης μπορεί να νοηθεί μόνο στο πλαίσιο συγκεκριμένης οργάνωσης και διαδικασίας. Εάν θεωρήσουμε "περιττό τύπο" την ανάγκη ορισμένης αγωγής και την πρόβλεψη ενός αυστηρού συστήματος, με περιορισμό του χρόνου υποβολής και του τύπου αυτής της ορισμένης αγωγής, και επιτρέψουμε τη διευκρίνιση αοριστιών και κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, αυτό ακούγεται ευχάριστο σε πρώτο επίπεδο ("μα γιατί να απορρίπτεται μία αγωγή ως αόριστη ενώ μπορεί να συμπληρωθεί; δεν είναι τυπολατρικό;"), αλλά τίποτε δεν εμποδίζει, σε αυτή τη λογική, να συνεχίζεται η εκδίκαση και τυπικώς απαράδεκτων αγωγών (αφού θα ξαναασκηθούν δυνάμει της ΑΚ 263) ή να προσάγονται αποδεικτικά μέσα εκπρόθεσμα (αφού ούτως ή άλλως θα προσαχθούν στο εφετείο), να προτείνει ο δικαστής επικουρικές βάσεις για να διευθετείται συνολικά η διαφορά (αφού θα μπορεί να ασκηθεί ούτως ή άλλως νέα αγωγή) κ.ο.κ. Επιπροσθέτως, ειδικά ως προς τη συμπλήρωση αόριστων διαδικαστικών πράξεων, ορθώς σημειώνει ο κ. Αλικάκος ότι τίθεται και ζήτημα αναφορικά με την ισχύ της αρχής της διάθεσης και της ισότητας των διαδίκων. Για ποιό λόγο πρέπει να ευνοείται ο ενάγων, με τη συμπλήρωση δια δικαστικής αρωγής, αντί για την απόρριψη, μιας αόριστης αγωγής; Πώς θα αμυνθεί ο εναγόμενος μετά τη συμπλήρωση επ' ακροατηρίω, μόνο στο πλαίσιο της προσθήκης; Όσο δεν πρέπει να μεταφέρεται υπέρμετρο βάρος στον ενάγοντα, με την αξίωση να επικαλεσθεί και να αποδείξει πραγματικά περιστατικά τα οποία βρίσκονται στη σφαίρα επιρροής του εναγομένου, άλλο τόσο δεν πρέπει να μεταφέρεται στον εναγόμενο το βάρος να αμυνθεί κατά μίας εντελώς γενικής αγωγής και "όσων προστεθούν στο ακροατήριο" (και μάλιστα όχι από την altera pars αλλά από το δικαστή!)