• Σχόλιο του χρήστη 'Σ. Κ.' | 1 Απριλίου 2021, 12:26

    Στο άρθρο 5 παρ. 3 του νομοσχεδίου ορίζεται ότι: «Η απόφαση του δικαστηρίου (σημ. για την ανάθεση της γονικής μέριμνας) πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας ιδίως….». Στην εν λόγω διάταξη δεν βλέπουμε πουθενά να απαγορεύονται οι διακρίσεις λόγω αναπηρίας! Μήπως τελικά ο συντάκτης του νομοσχεδίου αποδέχεται την διακριτική μεταχείριση μεταξύ των γονέων λόγω αναπηρίας του ενός από τους γονείς;; Η παράλειψη της αναφοράς της ιδιότητας της αναπηρίας ως απαγορευόμενος λόγος διαφορετικής μεταχείρισης των δυο γονέων κατά την απονομή της γονικής μέριμνας από το δικαστήριο να οφείλεται άραγε σε παραδρομή του συντάκτη;;;; Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μια τέτοια παράλειψη συνιστά κατάφωρη παραβίαση μιας σωρείας διατάξεων συνταγματικής και υπερνομοθετικής ισχύος. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ως καθ’ ύλην αρμόδιο, γνωρίζει θεωρητικά τις νομοθετικές αυτές διατάξεις. Από την ανάγνωση του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου δε φαίνεται όμως κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό, και για την διευκόλυνση όλων όσοι συμμετέχουν στη διαβούλευση, αναφέρουμε ενδεικτικά κατωτέρω τις σημαντικότερες από τις νομοθετικές διατάξεις προς τις οποίες είναι αντίθετη η προτεινόμενη ρύθμιση της παρ. 3 του άρθρου 5: Ισχύον Σύνταγμα άρθρο 4: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου» Άρθρο 21: «6. Τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας». Ν. 4074/2012 «Κύρωση σύμβασης και πρωτ/λου για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες» άρθρο 21: «…2. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη διασφαλίζουν τα δικαιώματα και τις ευθύνες των ατόμων με αναπηρίες, όσον αφορά την επιμέλεια, την κηδεμονία, την επιτροπεία, την υιοθεσία παιδιών ή παρόμοιους θεσμούς, όπου υφίστανται οι έννοιες αυτές στην εθνική νομοθεσία. Σε κάθε περίπτωση, προέχουν τα συμφέροντα του παιδιού. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη προσφέρουν κατάλληλη βοήθεια στα άτομα με αναπηρίες, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων ανατροφής των παιδιών τους… 4. Τα Συμβαλλόμενα Κράτη διασφαλίζουν ότι ένα παιδί δεν χωρίζεται από τους γονείς του/της, παρά τη θέληση του, εκτός από την περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές θα καθορίσουν, μετά από δικαστικό έλεγχο, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο και διαδικασίες, ότι αυτός ο χωρισμός είναι απαραίτητος για τα συμφέροντα του παιδιού. Σε καμία περίπτωση δεν χωρίζεται ένα παιδί από τους γονείς, βάσει μιας αναπηρίας είτε του παιδιού είτε του ενός είτε και των δύο γονέων…». Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι Έλληνες πολίτες (γυναίκες και άνδρες) είναι ίσοι έναντι του νόμου, ισότιμη δηλαδή, υπό την έννοια της αναλογικής ισότητας, ενώ το Κράτος έχει ιδιαίτερη υποχρέωση να λαμβάνει όλα εκείνα τα νομοθετικά και κανονιστικά μέτρα που να εξασφαλίζουν την ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνική ζωή της Χώρας και άρα την ισότιμη απόλαυση του δικαιώματος καθενός στην οικογενειακή ζωή, ανεξαρτήτως της ιδιότητας της αναπηρίας. Σε περίπτωση δε, κατά την οποία ο νομοθέτης προβαίνει σε διαφορετική ρύθμιση ομοίων καταστάσεων αυτό θα πρέπει να αιτιολογείται με βάση γενικά και αντικειμενικά κριτήρια όπως το συμφέρον του τέκνου και όχι με βάση τυχόν αναχρονιστικές, παράνομες και απαράδεκτες γενικότερα αντιλήψεις περί δήθεν μειωμένης ικανότητας των ατόμων με αναπηρία για την σωστή ανατροφή των τέκνων τους. Ωστόσο, η παρ. 3 του άρθρου 5 του νομοσχεδίου παραβιάζει ευθέως τις προαναφερόμενες διατάξεις, καθ’ όσον παραλείπει να θεσπίσει την υποχρέωση του δικαστηρίου να κρίνει όχι μόνο σύμφωνα προς το συμφέρον του τέκνου αλλά επιπλέον χωρίς να κάνει διακρίσεις εις βάρος ενός εκ των δυο γονιών λόγω αναπηρίας, όταν αυτό αποφαίνεται σχετικά με την απονομή της γονικής μέριμνας. Μάλιστα, η ως άνω παρ. 3 του άρθρου 5 διατρέχει τον κίνδυνο να αποβεί ζημιογόνος και για τα ίδια τα συμφέροντα του τέκνου σε περίπτωση απονομής της γονικής μέριμνας στο γονέα χωρίς αναπηρία. Η σκέψη ότι η αναπηρία του ενός εκ των γονέων οδηγεί στην ανεπαρκή άσκηση της γονικής μέριμνας και επομένως στη βλάβη του συμφέροντος του τέκνου συνιστά παντελώς εσφαλμένη αντίληψη της πραγματικότητας! Αποτελεί εμπεδωμένη πεποίθηση μας ότι υπάρχουν αρκετοί γονείς, που παρά την αναπηρία τους, είναι σε θέση να συμβάλλουν ουσιαστικότερα στην ψυχική ισορροπία, στην πνευματική ανάπτυξη και γενικότερα στην πρόοδο του παιδιού τους από κάθε άλλο γονέα χωρίς αναπηρία. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η κάθε μητέρα όσες αντιξοότητες και αν αντιμετωπίζει η ίδια θα κάνει το παν για την προστασία και ανάπτυξη του παιδιού της. Η παράμετρος της αναπηρίας ως απαγορευμένος λόγος διαφορετικής μεταχείρισης των γονέων εκ μέρους του δικαστηρίου που αποφαίνεται περί της άσκησης της γονικής μέριμνας είναι κάτι στο οποίο δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση, διότι το παρόν νομοσχέδιο πέραν του ότι θέτει σε δυσμενέστατη θέση τη γυναίκα ως μητέρα, περιθωριοποιεί ακόμα περισσότερο την γυναίκα με αναπηρία ως μητέρα. Εξάλλου, το φαινόμενο της διάλυσης ενός γάμου λόγω της εμφάνισης κάποιας αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης σε έναν από τους δυο γονείς, επειδή αλλιώς είχαν μάθει και αλλιώς τώρα πρέπει να μάθουν αλλά τελικά δεν θέλουν ή δεν καταφέρνουν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες, δεν είναι πια και τόσο σπάνιο. Γι’ αυτό θα πρέπει να το λάβει σοβαρά υπόψη του ο νομοθέτης. Συμπερασματικά, ζητούμε την προσθήκη της φράσης «ή της αναπηρίας» στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 5 και την αναδιατύπωσή της ως εξής: «3. Η απόφαση του δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας ιδίως του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της φυλής, της γλώσσας, της θρησκείας, των πολιτικών ή όποιων άλλων πεποιθήσεων, της ιθαγένειας, της κοινωνικής προέλευσης, της περιουσίας ή της αναπηρίας».