Αρχική Ταχεία πολιτική δίκη, προσαρμογή των διατάξεων της πολιτικής δικονομίας για την ψηφιοποίηση της πολιτικής δικαιοσύνης και άλλες τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής ΔικονομίαςΆρθρο 64 Απόδοση ή παράδοση τέκνου – Τροποποίηση παρ. 2 και κατάργηση παρ. 3 άρθρου 950 ΚΠολΔΣχόλιο του χρήστη Elizabeth E | 2 Σεπτεμβρίου 2021, 03:12
Να αποσύρεται την την την Πατριαρχική τροποποίηση. …Άλλη μία πρωτοτυπία Τροποποιήσεις του Πατριαρχικού Οικογενειακού Δικαίου της κυβέρνησης Μητσοτάκη που δεν Υπάρχει σε καμιά δημοκρατική δυτική χώρα. Κύριοι Μητσοτάκη και Τσιάρα, στις περισσότερες δυτικές χώρες του κόσμου η διαδικασία παραβιάσεων δικαστικών αποφάσεων Γονέων γίνεται ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ από τους γονείς και όχι μετατρέποντας τις κρατικές λειτουργίες της δικαιοσύνης σε ιδιώτες Δικαστικούς Επιμελητές επιβαρύνοντας με επιπλέον έξοδα τους πολίτες. Κι ας πάρουμε, ως υπόθεση εργασίας, ότι ο θύτης καταδικάζεται τελεσίδικα. Η έννομη τάξη μας αντέχει το γεγονός ότι, καθ’ όλη αυτή τη διάρκεια, το θύμα, το παιδί, ζούσε κι ενηλικιώθηκε με τον κακοποιητή του και υποβάλλαμε και τη γυναίκα στη βάσανο να συνδιαλέγεται και να υποκύπτει, προφανώς, σε ένα επίσης κακοποιητή πρώην σύζυγο; Τα παιδιά, όμως, δεν είναι αντικείμενο ή εμπόρευμα που αν συμβεί κάποια βλάβη ή ζημιά σε αυτά κατά τη διάρκεια της «κοινής γονικής μέριμνας», μετά θα αλλάξεις τη ρύθμιση, γιατί αποδείχτηκε ότι είναι επιβλαβής για το παιδί. Η Δικαιοσύνη έχει καθήκον να προστατεύσει τα παιδιά από το ρίσκο του κινδύνου και να υπολογίσει τον κίνδυνο εκ των προτέρων. Μιλάμε για ανθρώπους με ίσα δικαιώματα ,όπως αναγνωρίζονται στη Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ,επιπρόσθετα ,στη Σύμβαση Δικαιωμάτων του παιδιού. Ακόμα πιο εξοργιστική είναι η πρόβλεψη που κυκλοφόρησε στο πρώτο προσχέδιο (ώσπου να καταλήξουν ,σφιγμομετρώντας τις αντιδράσεις) για αφαίρεση επιμέλειας μόνο σε περίπτωση που ο γονέας είναι κακοποιητικός προς το παιδί, όπως ορίζεται στο προτεινόμενο και επίμαχο άρθρο. Κι στο εν λόγω, όμως, νομοσχέδιο δεν ξεκαθαρίζεται αν ενδοοικογενειακή βία θεωρείται κι εκείνη κατά της μητέρας κατά τη διάρκεια του γάμου. Οι μητέρες- θύματα έμφυλης βίας θα εγκλωβίζονται για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα σε κακοποιητικούς γάμους ή σχέσεις με τον φόβο της απώλειας της γονικής μέριμνας ή μετά το διαζύγιο θα έρχονται σε συστηματική επαφή με τον κακοποιητή τους. Στην περίπτωση μάλιστα που μια μητέρα πάρει το παιδί της σε άλλη πόλη για να το προστατεύσει ή να προστατευτεί η ίδια από την κακοποίηση, ο έτερος γονέας θα μπορεί να κάνει μήνυση για παραβίαση της δικαστικής απόφασης και η μητέρα θα κινδυνεύει με σύλληψη και αυτόφωρο μέχρι να επιστρέψει το παιδί στον μόνιμο τόπο κατοικίας. Και τούτο, καθώς καμία πρόβλεψη δεν έχει λάβει χώρα για τα αναρίθμητα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας ,που συμβαίνουν πίσω από τις κλειστές πόρτες, με θεατές ανήλικα παιδιά και μοναδικό αποτέλεσμα τον εσαεί τραυματισμό του ψυχικού τους κόσμου. Παιδιά που πλέον δεν θα ακούγονται στις δικαστικές αίθουσες, που καμία ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη δεν θα λαμβάνεται υπ’όψιν και καμία γυναίκα δεν θα βρίσκει το δίκιο της, μένοντας τελικά μόνη και αβοήθητη σε έναν κόσμο βαθειάς πατριαρχίας και μισογυνισμού. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι εκκρεμούν δικαστήρια εναντίον κάποιων ενεργών μπαμπάδων για κακοποίηση (ανάμεσά τους αυτός που κακοποίησε την πρώην σύζυγό του στο προαύλιο του σχολείου των παιδιών του, μπροστά στα μάτια γονιών, παιδιών και δασκάλων στην Κέρκυρα). Το είδαμε και από τις δηλώσεις του Υπουργού. Θέλουν να ξαναγυρίσουν σε μία απολύτως πυρηνική, συντηρητική οικογένεια την οποία ελπίζουν να διατηρήσουν και μετά το διαζύγιο. Όλες οι κατακτήσεις που έγιναν με αγώνες κάι διεκδικήσεις μέχρι το 1983 καταλύονται και πέφτουν με εκκωφαντικό θόρυβο. Σε μια εποχή κατά την οποία κορυφώνεται η κρίση, η μεθοδολογία του νομοσχεδίου και οι δηλώσεις του Υπουργού δεν αποτελούν παρά ένα εργαλείο κατανόησης του αόρατου εχθρού. Στην περίπτωση της παραβατικότητας, ευθύνεται αποκλειστικά η «διαλυμένη» οικογένεια. Και συνδυάζεται απόλυτα με τις υπόλοιπες πολιτικές συνδηλώσεις, σε μία περίοδο που η κρίση πλήττει με ακραίο τρόπο τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Έτσι, δηλώνεται ανερυθρίαστα ο δομικός ρόλος της πυρηνικής οικογένειας (που συνεχίζεται αυταρχικά και μετά το διαζύγιο) στις αναζητήσεις για την παγκόσμια φτώχεια, εξαθλίωση, παραβατικότητα, βία, ασθένεια, ώστε να μην αναζητούνται αλλού ευθύνες, δηλαδή εκεί που πραγματικά ανήκουν. Με αυτόν τον τρόπο, η λογική που κρύβεται πίσω από το νομοσχέδιο καθιστά εμφανή μια πατριαρχική κατασκευή δικαίου συνεπιμέλειας και επανακωδικοποίησης της πατριαρχίας, που καταφέρνει να αποδίδει στα υποκείμενα μια φυσική ευθύνη, η οποία τελικά μετατρέπεται σε κρατικό προνόμιο. Το κράτος, δηλαδή, δύναται να επεμβαίνει, υποτίθεται προς όφελος των παιδιών, στη βασική αποστολή αυτής της διερευνητικής διαδρομής πάταξης της παρέκκλισης, επανακωδικοποιώντας ύπουλα μια κανονικότητα. Μια κανονικότητα που βλέπουμε να αναπαράγεται στις μέρες μας ως το τρίπτυχο «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια», η οποία, με τη σειρά της, λαμβάνει ως εφαλτήριο τον ιδιαίτερο ρόλο που αποδίδεται από το κράτος στην αστυνόμευση ,ώστε να καλλιεργείται ύπουλα το ευγονικά «υγιές» παιδί. Εν κατακλείδι, αντιμετωπίζεται, αλήθεια, το τέκνο ως υποκείμενο Δικαίου από τον Νομοθέτη του συγκεκριμένου Νομοσχεδίου κατά την επιταγή του Συντάγματός μας; Σύμφωνα με την Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, κανείς δεν δικαιούται να αποφασίζει για ζητήματα που αφορούν το παιδί, ερήμην του με “a priori” αποφάσεις που δεν εξυπηρετούν το συμφέρον του κάθε ξεχωριστού παιδιού, της κάθε ξεχωριστής οικογένειας.