• Σχόλιο του χρήστη 'Στέργιος Κοφίνης' | 1 Μαΐου 2022, 14:58

    Το άρθρο 44 παρ. 1 περ. ιε του Σχεδίου προβλέπει ότι δεν διορίζεται ως δικαστικός λειτουργός εκείνος που δεν είναι υγιής σωματικά ή ψυχικά. Η διάταξη παραπέμπει σε προεδρικό διάταγμα που θα καθορίσει ποιες ασθένειες συνιστούν κώλυμα, τη διαδικασία εξέτασης κλπ. Πρόκειται για μεταφορά της διάταξης της παρ. 1 περ. ια του άρθρου 37 του ισχύοντος Κώδικα, που όμως παρέπεμπε στα ισχύοντα για τους πολιτικούς διοικητικούς υπαλλήλους ως προς τον τρόπο εξέτασης. Η συγκεκριμένη διάταξη δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στα σύγχρονα στάνταρ για την αντιμετώπιση των διακρίσεων λόγω αναπηρίας. Για την ακρίβεια δείχνει να αντανακλά παλαιότερες αντιλήψεις που προέκριναν τον αποκλεισμό των ατόμων με αναπηρία από το εργατικό δυναμικό (πλην ειδικών θέσεων που προβλέπονταν για αυτά), έναντι της σημερινής τάσης για συμπερίληψη επί ίσοις όροις (βλ. ειδικά για το δικαστικό σώμα, UN Special Rapporteur on the rights of persons with disabilities, "International Principles and Guidelines on Access to Justice for Persons with Disabilities", August 2020, Principle 7 και EU Commission, "Union of Equality - Strategy for the Rights of Persons with Disabilities 2021-2030", σ. 16-17). Ήδη ο ν. 4871/2021 για την ΕΣΔΙ ορίζει στο άρθρο 17 παρ. 3 ότι πρέπει να εξετάζεται από τον παθολόγο αν η έλλειψη φυσικών σωματικών δεξιοτήτων του υποψηφίου εμποδίζει την άσκηση των δικαστικών καθηκόντων και ότι πρέπει να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για τη συμμετοχή στις εξετάσεις. Ομοίως, ο ν. 3528/2007 (Κώδικας Δημοσίων Υπαλλήλων) προβλέπει στο άρθρο 7 παρ. 1 ότι "Η έλλειψη φυσικών σωματικών δεξιοτήτων δεν εμποδίζει το διορισμό, εφόσον ο υπάλληλος, με την κατάλληλη και δικαιολογημένη τεχνική υποστήριξη, μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντα της αντίστοιχης θέσης". Είναι, νομίζω, αναγκαίο να διαμορφωθεί το κείμενο του σχεδίου νόμου κατά τρόπο που να αντιστοιχεί στη διάταξη του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. 3528/2007 (μολονότι θα ήταν προτιμότερο να μην αναφέρεται μόνο σε φυσικές σωματικές δεξιότητες), ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της Οδηγίας 2000/78 (για την ίση μεταχείριση στην εργασία) και του ν. 4443/2016 που τη μεταφέρει στην ελληνική έννομη τάξη.Άλλωστε και η πρακτική των τελευταίων ετών ανταποκρίνεται στα στάνταρ αυτά, ανεξαρτήτως νομοθετικής διατύπωσης. Ορθό είναι όμως να αποτυπωθεί η εξέλιξη αυτή στον νόμο και ειδικότερα να προβλεφθεί περαιτέρω ότι κάθε δικαστήριο στο οποίο υπηρετούν δικαστές με αναπηρία υποχρεούται να προβαίνει στη λήψη όλων των ενδεδειγμένων και εύλογων κατά περίπτωση μέτρων, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα αποτελεσματικής άσκησης των καθηκόντων της θέσης τους, καθώς και ότι η υποστήριξη των δικαστών με αναπηρία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη τόσο κατά τις τοποθετήσεις/μεταθέσεις όσο και κατά τον σχεδιασμό των ηλεκτρονικών συστημάτων υποβοήθησης του δικαστικού έργου (ΟΣΔΔΥ, συστήματα τηλεσυνεδριάσεων).