Αρχική Διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, κυβερνοασφάλεια και προστασία προσωπικών δεδομένων πολιτώνΆρθρο 33 Πεδίο εφαρμογής του ν. 4624/2019 – Αντικατάσταση άρθρου 43 ν. 4624/2019Σχόλιο του χρήστη Σπυριδούλα Καρύδα | 20 Νοεμβρίου 2022, 19:01
Α. Με αφορμή τη θέση σε διαβούλευση του ΣχΝ των Υπουργών Δικαιοσύνης και Επικρατείας υπό τον τίτλο «Διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, κυβερνοασφάλεια και προστασία προσωπικών δεδομένων πολιτών» και ειδικότερα όσον αφορά τo Κεφάλαιο ΣΤ΄ «ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ»? και τα άρθρα 33-42, διατυπώνω τις ακόλουθες παρατηρήσεις: Επί της Αρχής του ΣχΝ Ως προκαταρκτική παρατήρηση, αδυνατώ να κατανοήσω, τρία (3) χρόνια μετά την ψήφιση του ν. 4624/2019, την ανάγκη ψήφισης των προτεινόμενων διατάξεων. Από δε μία πρώτη αξιολόγηση αυτών, απολήγω αβίαστα στο συμπέρασμα ότι οι συντάκτες του προτεινόμενου ΣχΝ δεν ακολούθησαν τις δογματικές επιταγές του δικαίου για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (δπχ), άλλωστε αυτό αποτελεί δίκαιο εξόχως τεχνικό και εξειδικευμένο, και αρνούνται και πεισματικά να το διερευνήσουν σε βάθος. Eκτός και εάν η αφόρητη…κουραστική…μονότονη επανάληψη των διατάξεων της Οδηγίας 2016/680, ή η πρόταση διατάξεων διατυπωμένων ήδη από το έτος 2018, ερμηνευθεί ως απόδειξη της αυθεντίας τους! Γνωρίζω πολύ καλά τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν την προτεινόμενη τροποποίηση του ν. 4624/2019 και εύχομαι αυτοί που υπέβαλαν την καταγγελία ενώπιον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά της χώρας τους και έσυραν την ελληνική κυβέρνηση σε αυτήν την άστοχη και αχρείαστη τροποποίηση του ν. 4624/2019 να αισθάνονται ικανοποιημένοι με τις «νέες διατάξεις». Όμως, όλες οι προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι κενού περιεχομένου και ομολογώ ότι δεν εντυπωσιάστηκα, πολύ κακό για το τίποτα. Με τις επιμέρους παρατηρήσεις μου θα προσπαθήσω επιγραμματικά να αναδείξω ότι ο ν.4624/2019, ως ψηφίσθηκε, ουδεμία ασάφεια δεν είχε, το αντίθετο θα έλεγα. Η κίνηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την υποβολή των αναφερόμενων στην αιτιολογική έκθεση του ΣχΝ παρατηρήσεων προήλθε κατόπιν καταγγελίας. Οι καταγγέλλοντες, ως θα αναδείξω κατωτέρω, είμαι πεπεισμένη ότι δεν έχουν ιδέα από δίκαιο δπχ , ειδικά όσον αφορά τις αρχές επιβολής του νόμου και με την «προπετή καταγγελία» τους το μόνο που κατάφεραν, δυστυχώς, ήταν να φέρουν σε δυσμενέστερη θέση το υποκείμενο των δεδομένων (βλ. τις διατάξεις για την αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων ). Μεγάλο δώρο κάνατε στις αρχές επιβολής του νόμου! Θα μάθετε…αρχή είναι ακόμη! Η ψήφιση του ν. 4624/2019 ήταν μία πρόταση που είχε ως στόχο να βάλει τη χώρα ψηλά στο δίκαιο των δπχ και με προσήλωση στην ενωσιακή ορολογία και στο ενωσιακό κεκτημένο να καταστήσει τη χώρα φιλική σε επενδύσεις. Με προβληματίζει το μέλλον, πάρα πολύ, αλλά και από την άλλη πλευρά υποθέτω αρκεί να είναι ευχαριστημένοι οι γνωστοί σε όλους μας κύκλοι, «ειδήμονες» των δπχ και οι διάδοχοί τους με κληρονομικό δικαίωμα… και όλα καλά. Με τον ν.4624/2019, ο οποίος πολεμήθηκε με καταγγελίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή από Έλληνες καταγγέλλοντες, έγινε μία πρόταση σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο, μακριά από τη λογική της «έκθεσης ιδεών» η οποία κατέτρεχε έως τότε τη νομοθέτηση του δικαίου προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Δεν θέλετε να κοιτάξετε το μέλλον? Πρόβλημα δικό σας! Δεν θα με πείσετε όμως για την αξία των διατάξεων που προτείνετε γιατί απηχούν το παλιό! Παράλληλα, με την επιπόλαιη αντικατάσταση διατάξεων του ν. 4624/2019, χωρίς προφανή λόγο, στερείτε από τον εφαρμοστή και ερμηνευτή του δικαίου και την αξία της αιτιολογικής έκθεσης του ν. 4624/2019. Εκτός και αν νομίζετε ότι οι σχολικού επιπέδου παρατηρήσεις της έκθεσης συνεπειών ρύθμισης καλύπτουν τις ανάγκες ερμηνείας του εν θέματι νομοθετήματος! Καλή αναδρομή στο παρελθόν λοιπόν! Τις προτεινόμενες διατάξεις, κάποιες από αυτές, τις γνωρίζω! Ούτε να τις βελτιώσουν δεν μπήκαν στον κόπο. Δεν θα προλάβαιναν…. Ακολουθούν οι κατ’ άρθρο παρατηρήσεις μου. Άρθρο 33: Με το άρθρο 33 επιχειρείται η τροποποίηση του άρθρου 43 (Πεδίο Εφαρμογής) Με την παρ.1 ορίζεται ότι : «Οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου ρυθμίζουν την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, της διερεύνησης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους». Άστοχη και εξόχως αντιενωσιακή η διατύπωση. Μα αγαπητοί συντάκτες του ΣχΝ, σας έχει προφανώς διαφύγει ότι ενσωματώνεται Οδηγία? Η διατύπωση είναι εντελώς αδόκιμη, καθώς για αυτά έχει προβλέψει ο ενωσιακός νομοθέτης, και όχι ο εθνικός. Κατά τα λοιπά το προτεινόμενο άρθρο επαναλαμβάνει την αρχική διατύπωση του άρθρου 43 και αδυνατώ να αντιληφθώ σε τι εισφέρει σε σαφήνεια? Η παρ. 5 με την περιοριστική της διατύπωση, τι ακριβώς εισφέρει? Δεν εξηγείται η αναγκαιότητα της υιοθέτησής της. Βερμπαλιστικές διακηρύξεις χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο. Ας κατανοηθεί πρώτα το πεδίο εφαρμογής ΓΚΠΔ και Οδηγίας στην πράξη και μετά ας το συζητήσουμε… . Συμπέρασμα? Μαθητική προσέγγιση της Οδηγίας και δπχ για «αρχάριους». Η αρχική διατύπωση ήταν περιεκτικότατη, σαφέστατη και σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο και τους κανόνες της ορθής νομοθέτησης, και συνεχίζω… . Άρθρο 34: Ως προς τους ορισμούς του άρθρου 44 ν. 4624/2019, λεκτέα τα ακόλουθα: 1. Μέγα σφάλμα η κατάργηση του ορισμού των «ειδικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα». Ο νομοθέτης του ν. 4624/2019 σκοπίμως για λόγους σαφήνειας και διευκόλυνσης του εφαρμοστή και του ερμηνευτή του δικαίου είχε συμπεριλάβει ορισμό αυτών στο εν θέματι άρθρο ώστε να μην δημιουργούνται αμφιβολίες και ασάφειες. Τούτο διότι, η έννοια των «ειδικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» απαντάται και σε άλλες διατάξεις του Δ΄ Κεφαλαίου του ν. 4624/2019 (βλ. π.χ το άρθρο 49 για τη συγκατάθεση και το άρθρο 63 για την ασφάλεια της επεξεργασίας). Προφανώς…σας διέφυγε! 2. Ως προς την περίπτωση ιδβ) η οποία προβλέπει «κάθε άλλος οργανισμός ή φορέας στον οποίο ανατίθενται ρόλος δημόσιας αρχής και η εκτέλεση δημοσίων εξουσιών για τους σκοπούς της πρόληψης, της ανίχνευσης ή της δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων, περιλαμβανομένων της προστασίας από απειλές κατά της δημόσιας ασφάλειας και της αποτροπής τους» η διάταξη εγείρει τον ακόλουθο προβληματισμό: Υπάρχει στην Ελλάδα ιδιωτικός οργανισμός ή φορέας στον οποίο να έχει ανατεθεί ρόλος δημόσιας αρχής, υπό την έννοια της Οδηγίας? Πράγματι, η Οδηγία προβλέπει σχετικώς αλλά θέλει να καλύψει περιπτώσεις χωρών που λειτουργούν π.χ. ιδιωτικά σωφρονιστικά ιδρύματα. Έτι περαιτέρω, δεν λαμβάνεται οποιαδήποτε μέριμνα για την αστική ευθύνη των «ιδιωτικών φορέων» ή για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε βάρος τους ή για τον υποχρεωτικό ορισμό ΥΠΔ, ο οποίος σύμφωνα με τα άρθρα 6-8 του ν. 4624/2019 αφορά μόνο δημόσιους φορείς. Δημιουργείται ερμηνευτική ασάφεια και με το άρθρο 4 του ν.4624/2019, όπου και δίδεται ορισμός δημόσιου και ιδιωτικού φορέα. Συνοπτικώς, πολύ πρόχειρη η πρόβλεψη. Θα πρότεινα να το ξαναδείτε με τη δέουσα επιμέλεια και λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραμέτρους. 3. Η περ. ιε) του άρθρου 44 του ν. 4624/2019 αντικαθίσταται ως εξής: «ιε) «εποπτική αρχή»: η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (εφεξής: Αρχή), ή, για τα άλλα κράτη – μέλη, η ανεξάρτητη διοικητική αρχή, η οποία έχει συσταθεί από αυτά σύμφωνα με το άρθρο 41 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/680∙». Πρέπει να διαγραφεί η προτεινόμενη αναφορά στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (εφεξής: Αρχή) καθώς σκοπός του ορισμού δεν είναι η ενσωμάτωση της Αρχής, η οποία έχει ήδη γίνει με το Κεφάλαιο Β΄του ν.4624/2019 αλλά να διευκρινισθεί ότι ως εποπτική αρχή νοείται η Αρχή με την έννοια του άρθρου 41 της Οδηγίας και όχι οποιαδήποτε άλλη αρχή. Λόγω της παρανόησης αυτής πρέπει να διαγραφεί η ρητή αναφορά στην ΑΠΔΠΧ. 4. Ακατανόητη η απάλειψη του ορισμού της «Συγκατάθεσης». Όπως έχει επανειλημμένως τονιστεί η συγκατάθεση δεν αποτελεί νομική βάση για τις αρχές επιβολής του νόμου και για αυτό ακριβώς το λόγο είναι άκρως απαραίτητη η διατήρηση του εν θέματι ορισμού, ως προαπαιτούμενο (βλ. Αιτ.Σκ. ν. 4624/2019 επί του άρθρου 44). Προφανώς, οι συντάκτες του ΣχΝ δεν αντιλήφθηκαν την αξία της ρύθμισης, καθόλου περίεργο. H έννοια της «συγκατάθεσης» στην Αστυνομική Οδηγία διαφέρει ποιοτικά από την έννοια της «συγκατάθεσης» στον ΓΚΠΔ και για αυτόν τον λόγο είναι άκρως απαραίτητο να υπάρχει ο σχετικός ορισμός. Προτείνω οπωσδήποτε να μην διαγραφεί ο σχετικός ορισμός. Θα είναι χρήσιμος και για την κατά παραπομπή νομοθέτηση σε περίπτωση τομεακών ρυθμίσεων. Άρθρο 35: Άστοχη η μεταβολή του τίτλου του Κεφαλαίου ΙΙ από «Νομικές Βάσεις της Επεξεργασίας» σε «Νομιμότητα της Επεξεργασίας». Ως είναι γνωστό οι διοικητικές πράξεις, όπως η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσια αρχή, είναι εξοπλισμένες με το τεκμήριο νομιμότητας. Συνακόλουθα, άλλο είναι το ζήτημα αν υπάρχει «νομική βάση» για την επεξεργασία και άλλο η «νομιμότητα» αυτής. Γενικές αρχές διοικητικού δικαίου και δεν χρήζει περαιτέρω ανάλυσης! Κρίμα, γιατί είχα την πεποίθηση ότι τουλάχιστον γενικές αρχές διοικητικού δικαίου το Υπουργείο Δικαιοσύνης όφειλε να γνωρίζει! Άρθρο 36: Προσθήκη άρθρου 45 Α υπό τον τίτλο «Νομιμότητα της επεξεργασίας» και «ενσωμάτωση?» του άρθρου 8 της Οδηγίας. Η παράγραφος 1 του άρθρου 8 της οδηγίας ορίζει ότι «1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι η επεξεργασία είναι σύννομη μόνον εάν και στον βαθμό που είναι απαραίτητη για την εκτέλεση καθήκοντος που ασκείται από αρχή αρμόδια για τους σκοπούς που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 και βασίζεται στο δίκαιο της Ένωσης ή των κρατών μελών». Σε συμμόρφωση της σχετικής υποχρέωσής του ο Έλληνας νομοθέτης ενσωμάτωσε τα στοιχεία της παραγράφου 1 του άρθρου 8 της οδηγίας με το άρθρο 5 (Νομική βάση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από δημόσιους φορείς), το οποίο εντάσσεται στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ (ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) του νόμου 4624/2019 και ορίζει ότι: «Οι δημόσιοι φορείς επιτρέπεται να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όταν η επεξεργασία είναι απαραίτητη για την εκπλήρωση καθήκοντος που εκτελείται προς το δημόσιο συμφέρον ή κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας που έχει ανατεθεί στον υπεύθυνο επεξεργασίας.». Περαιτέρω, η παράγραφος 2 του άρθρου 8 της οδηγίας η οποία ορίζει ότι «Το δίκαιο κράτους μέλους που ρυθμίζει την επεξεργασία στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας καθορίζει τουλάχιστον τους στόχους της επεξεργασίας, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία και τους σκοπούς της επεξεργασίας» δεν δημιουργεί υποχρέωση στον εθνικό νομοθέτη για τη μεταφορά των στοιχείων της παραγράφου αυτής στο εθνικό δίκαιο. Απεναντίας, ο ενωσιακός νομοθέτης διαλαμβάνει εν προκειμένω ως προαπαιτούμενο το τομεακό (ειδικό) δίκαιο του κράτους μέλους που ρυθμίζει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας και το οποίο (τομεακό δίκαιο) πρέπει να καθορίζει τουλάχιστον τους στόχους της επεξεργασίας, τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που υποβάλλονται σε επεξεργασία και τους σκοπούς της επεξεργασίας. Συνακόλουθα, τι ακριβώς ενσωματώνεται με την προσθήκη του άρθρου 45 Α και μάλιστα με κατά λέξη επανάληψη του άρθρου 8 της Οδηγίας? Γιατί αγνοείται το άρθρο 5 του ν.4624/2019? Πραγματικά, υπάρχει νομικός, γνώστης του ενωσιακού δικαίου, που να πιστεύει ότι με το άρθρο 45 Α ενσωματώθηκε «ορθώς» το άρθρο 8 της Οδηγίας, όπως διατείνεσθε στην Αιτ.Εκθ? Πρέπει, ακόμη, να αναφερθεί ότι η διατύπωση του άρθρου 5 του ν. 4624/2019 είναι πανομοιότυπη με τη διατύπωση του άρθρου 3 του Ομοσπονδιακού Νόμου για την Προστασία των Δεδομένων (BDSG), με το οποίο ενσωματώθηκε στη γερμανική έννομη τάξη η παρ. 1 του άρθρου 8 της Οδηγίας. Η κατά λέξη αντιγραφή του άρθρου 8 της Οδηγίας δεν πληροί νομοτεχνικά τα κριτήρια της ορθής ενσωμάτωσης. Εισηγούμαι τη διαγραφή του άρθρου 45 Α ως περιττού! Για άλλη μία φορά δεν εντυπωσιάστηκα με τις γνώσεις στα δπχ αυτών που πρότειναν την διάταξη αυτή. Άρθρο 37: Αντικατάσταση άρθρου 46 ν.4624/2019 για την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δπχ. Άστοχη η κατάργηση του ορισμού, όπως ήδη αναφέρθηκε. Δηλαδή τι εισφέρει ακριβώς η επανάληψη αυτολεξεί του άρθρου 10 της Οδηγίας? Προφανώς…για να τροποποιηθεί και το άρθρο 46 χωρίς λόγο…όσο για την παρ.2 , είχαν ήδη ληφθεί μέτρα με το άρθρο 46 ν. 4624/2019. Δεν υπάρχει λόγος τροποποίησης του άρθρου 46, δεν εισφέρει σε τίποτα, δημιουργεί ασάφεια και προτείνεται μόνο για λόγους εντυπωσιασμού! Η προσθήκη δε της πρόβλεψης, κατά αυτούσια μεταφορά της οδηγίας « μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαίες για την επίτευξη των σκοπών που προβλέπονται στο άρθρο 43 και εφόσον: α) επιτρέπονται από τον νόμο ή το δίκαιο της Ένωσης και β) επιβάλλονται για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου, ή γ) η επεξεργασία αυτή αφορά σε δεδομένα τα οποία έχουν προδήλως δημοσιοποιηθεί από το υποκείμενο των δεδομένων» κρίνεται ως νομοτεχνικά αδόκιμη και κατ’ ουσίαν περιττή δοθέντος ότι όλες οι περιπτώσεις αυτές καλύπτονται από άρθρο 5 του ν. 4624/2019, με την επισήμανση ότι οι περ. β) και γ) αποτελούν υποπεριπτώσεις της άσκησης δημοσίου καθήκοντος. Για αυτό συνειδητά δεν επαναλήφθηκαν στην διατύπωση του ισχύοντος άρθρου 46 ν. 4624/2019. Άρθρο 38: Επεξεργασία για άλλους σκοπούς – Τροποποίηση άρθρου 47 ν. 4624/2019 Το άρθρο 38 επαναλαμβάνει κατά λέξη την πρόβλεψη του πρώτου εδαφίου του άρθρου 47 του ν. 4624/2019. Υπάρχει νομοτεχνικά λόγος για την τροποποίηση του άρθρου συνολικώς, πλην της κατάργησης του δευτέρου εδαφίου? Μέγιστο λάθος η κατάργηση του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 47 ν. 4624/2019. Φοβούμαι η κατάργηση της πρόβλεψης αυτής θα δημιουργήσει σοβαρά εμπόδια στην ποινικό-εγκληματολογική πολιτική της χώρας. Οι προτείνοντες την κατάργηση ας αναλάβουν και την σχετική ευθύνη. Γνωρίζω επίσης ότι υπάρχουν επιστήμονες, σωματεία, ενώσεις, με ζωηρό ενδιαφέρον για την βελτίωση π.χ. της σωφρονιστικής πολιτικής της χώρας ή για την πρόληψη της εγκληματικότητας ή για την ορθή επανένταξη των υποδίκων. Ακριβώς δηλαδή αυτός ο στόχος πως θα επιτευχθεί με την κατάργηση του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 47? Υπάρχει σχετική πρόβλεψη και στην Οδηγία ( βλ. Αιτ. Σκ. 34). Άρθρο 39: Τροποποίηση του άρθρου 49 ως προς τη συγκατάθεση. Ακατανόητη τροποποίηση. Τι εννοείται «ή αφορά μέτρα που έχει ζητήσει το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων»? Δηλαδή τα μέτρα αυτά δεν προβλέπονται με ρητή διάταξη νόμου, όπως απαιτεί και η νομολογία του ΕΔΔΑ? Άστοχη η διατύπωση και εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους για τα θεμελιώδη δικαιώματα του υποκειμένου. Η αρχική διατύπωση της παρ.1 η οποία προέβλεπε ότι «Στον βαθμό που η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να γίνει, σύμφωνα με τον νόμο, βάσει συγκατάθεσης, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει την παροχή συγκατάθεσης του υποκειμένου των δεδομένων» σε τι έβλαπτε δηλαδή και χρήζει αντικατάστασης ? Δεν κάλυπτε όλες τις σχετικές περιπτώσεις? Παρ.2 «Πριν από την παροχή της συγκατάθεσης, το υποκείμενο των δεδομένων ενημερώνεται σχετικά με τον σκοπό της επεξεργασίας, το είδος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που υπόκεινται (υποβάλλονται είναι η ορθή ορολογία) σε επεξεργασία και ιδίως για την περίπτωση που η επεξεργασία αφορά ειδικές κατηγορίες δεδομένων, τον υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη διάρκεια αυτής και τους συνήθεις αποδέκτες των δεδομένων». Η διάταξη αυτή, ως προτείνεται, είναι ασαφής και αόριστη. Όπως ήδη επεσήμανα στην προτεινόμενη διάταξη δεν αναφέρεται, ούτε και προσδιορίζεται ποια είναι τα «μέτρα που έχει ζητήσει το υποκείμενο των δεδομένων» (π.χ. ηλεκτρονική επιτήρηση?). Για να εισαχθεί με ασφάλεια δικαίου και με βάση τη νομολογία του ΕΔΔΑ η προτεινόμενη ρύθμιση θα πρέπει να γίνει ρητή παραπομπή σε διατάξεις νόμου που τυχόν προβλέπουν τα μέτρα αυτά. Επίσης, για την απρόσκοπτη τήρηση όλων των προτεινόμενων με τη ρύθμιση αυτή διαδικαστικών προϋποθέσεων σχετικά με την ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων θα πρέπει, προς αποφυγή τυχόν δικονομικών ακυροτήτων, να υπάρχει βεβαιότητα ότι τα δικαιώματα αυτά προβλέπονται με ρητή νομοθετική διάταξη του ποινικού δικονομικού δικαίου, δηλαδή πέραν του σκοπού, να προβλέπονται ρητά όλα τα στοιχεία σχετικά με την ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων, ειδικότερα όσον αφορά τον υπεύθυνο επεξεργασίας, την προβλεπόμενη διάρκεια της επεξεργασίας και τους συνήθεις αποδέκτες των δεδομένων. Αλλά αλήθεια? Τι εξυπηρετεί η ανούσια αυτή θέσπιση αυτών των υποχρεώσεων? Ο υπεύθυνος επεξεργασίας είναι ήδη γνωστός και δεν υπάρχει και δικαίωμα αντίταξης, καθώς το ίδιο το υποκείμενο των δεδομένων έχει ζητήσει την επεξεργασία και αν αντιταχθεί θα χάσει το σχετικό ευεργέτημα της ηλεκτρονικής επιτήρησης. Περαιτέρω, για τους συνήθεις αποδέκτες, ποιος άλλος δηλαδή μπορεί να είναι συνήθης αποδέκτης, εκτός από τις αρχές επιβολής του νόμου (Εισαγγελία και Ελληνική Αστυνομία)? Χωρίς λόγο δημιουργείται περιττό διοικητικό άχθος στις αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές. Η διάταξη για τη συγκατάθεση, όπως ήδη ειπώθηκε, δεν προβλέπει νομική βάση. Πρόκειται για μια διάταξη πλαίσιο, η οποία προϋποθέτει την πρόβλεψη (ειδικών) τομεακών νομικών ρυθμίσεων. Κατά τούτο διότι, με τη διάταξη της συγκατάθεσης δεν ενσωματώνεται η Οδηγία, αφού η Οδηγία δεν προβλέπει την έννοια της συγκατάθεσης. Αυτό έπρεπε να είναι και το περιεχόμενο της απάντησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αν έθεσε ζήτημα και ως προς αυτό το θέμα, προφανώς λόγω της καταγγελίας… αλλά ούτε και οι καταγγέλλοντες κατάλαβαν δυστυχώς… . Ας το δούμε λίγο με προσοχή και ας εισφέρουν και εισαγγελείς και ποινικοί δικαστές σε αυτό, αλλά θαρρώ θα έχουμε πολύ σοβαρά ζητήματα κατά την εφαρμογή της προτεινόμενης αυτής διάταξης. Κατά τα λοιπά, πέραν από τη βερμπαλιστική, άνευ περιεχομένου διατύπωση του άρθρου, απλώς με άλλα λόγια, τι ακριβώς εισφέρει η τροποποίησή του? Το προτεινόμενο άρθρο, αυτούσιο, είχε ήδη προταθεί πριν από τρία χρόνια, και απορριφθεί! Ποια ανάγκη υπαγόρευσε την εκ νέου πρότασή του? Δεν εξηγείται στην Αιτ. Εκθ. Άρθρο 40: Αντικατάσταση άρθρου 52 ν. 4624/2019 για την αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων Εσφαλμένη η επιλογή της αντιγραφής του άρθρου 11 της Οδηγίας. Ο Έλληνας νομοθέτης με την υιοθέτηση του άρθρου 52 του ν. 4624/2019 έκανε συνειδητά, προς διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του υποκειμένου των δεδομένων, περιορισμένη χρήση του εύρους της διάταξης. Το εύρος προβλέπει η ρύθμιση της Οδηγίας… Για ποιο λόγο να γίνει αναφορά ως προς όλες τις περιπτώσεις της αυτοματοποιημένης επεξεργασίας, από τη στιγμή που αυτές απαιτούν την πρόβλεψη ειδικού τομεακού δικαίου για να εισαχθούν? Προφανώς και πάλι οι αρχές της ορθής ενσωμάτωσης αγνοήθηκαν. Η αναφορά δε «στα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται» είναι εντελώς πρωθύστερη. Η διάταξη υποδεικνύει στον εθνικό νομοθέτη τι πρέπει να κάνει στο μέλλον όταν θεσμοθετεί σχετικές νομικές διατάξεις και ειδικές τομεακές διατάξεις όπως π.χ. στον ΚΠΔ ή στις διατάξεις της νομοθεσίας για την Ελληνική Αστυνομία. Προφανώς δεν έγινε αντιληπτό. Όπως γενικότερα δεν έγινε αντιληπτό ότι η Οδηγία θέτει ένα γενικό νομικό πλαίσιο και ο εθνικός νομοθέτης καλείται με την υιοθέτηση ειδικών τομεακών κανόνων να την εφαρμόσει. Άρθρο 41: Αντικατάσταση άρθρου 73 ν. 4624/2019 Άλλη μία κενή περιεχομένου ρύθμιση! Δεν επιλύει κανένα ζήτημα, ούτε ενσωματώνει τίποτα. Αντικαθιστά το άρθρο 73 του ν. 4624/2019 χωρίς κανένα λόγο. Όλες οι ρυθμίσεις που προβλέπει απαιτούν την περαιτέρω λήψη μέτρων και στην ουσία είναι στείρες διακηρύξεις. Οι παρ. 3 και 4 δεν ενσωματώνουν, απλώς διακηρύσσουν τι πρέπει να περιέχουν οι κατά νομοθετική εξουσιοδότηση κανονιστικές πράξεις που θα εκδοθούν στο μέλλον και για τον λόγο αυτό δεν εξυπηρετούν τους σκοπούς της ενσωμάτωσης του άρθρου 5 της Οδηγίας. Η διατύπωση του άρθρου 73 του ν. 4624/2019 όπως ίσχυε εκπλήρωνε τις υποχρεώσεις του εθνικού νομοθέτη για της ενσωμάτωση της Οδηγίας. Τροποποίηση…για την τροποποίηση επιχειρείται και πάλι. Άρθρο 43: Δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων από την εισαγγελική αρχή – Προσθήκη άρθρου 84Α στον ν. 4624/2019 Ως προκαταρκτική παρατήρηση: Εσφαλμένη συστηματικώς η ενσωμάτωση του εν λόγω άρθρου στο νόμο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (ν. 4624/2019). Μη ορθή η αναφορά σε δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων. Ορθότερη η αναφορά σε δημοσιοποίηση των στοιχείων της ταυτότητας του κατηγορουμένου και η ως άνω πράξη να υπαχθεί ως ειδική ανακριτική πράξη, λόγω της σοβαρότητας της ύλης που ρυθμίζει, στον ΚΠΔ και ως προς τα δικαιώματα του κατηγορουμένου να ισχύουν αναλόγως αυτά που προβλέπει ο ΚΠΔ. Περαιτέρω, το εννοιολογικό περιεχόμενο της παρ. 2 καλύπτεται ήδη από την παρ.1 και αποτελεί περιττή επανάληψη, ενώ και όλη η ρύθμιση αντιβαίνει στο ενωσιακό δίκαιο. Η αναφορά στα άρθρα 53 έως 59 του ν.4624/2019 στερείται σαφήνειας είναι δε και ακατάληπτη, διότι αφενός λόγω της δημοσιοποίησης των εν λόγω στοιχείων της ταυτότητας του κατηγορουμένου δεν υφίσταται αντικείμενο για την άσκηση των δικαιωμάτων που προβλέπονται από τα άρθρα 53, 55,56, 58 (εδώ η αρχή δεν έχει αρμοδιότητα, διότι πρόκειται για άσκηση δικαιοδοτικού έργου των εισαγγελικών αρχών) και ενδεχομένως και από το άρθρο 59, ενώ αφετέρου τα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 56 του ν. 4624/2019 αναφέρονται σε συλλογή δεδομένων από το υποκείμενο των δεδομένων σε συνθήκες μυστικότητας. Ενόψει λοιπόν ακριβώς της δημοσιοποίησης των στοιχείων μέσω των ΜΜΕ είναι ανεφάρμοστη η παράγραφος 2 και πρέπει να διαγραφεί. Στην παρ. 3 ποιο είναι το νόημα να γίνεται η δημοσιοποίηση με σεβασμό στο τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου? Όλη η παρ. 3 δεν έχει νόημα διότι κατ’ ουσίαν καθιστά ανεφάρμοστη τη διάταξη. Ρωτήθηκε η άποψη ποινικών ή εισαγγελικών λειτουργών? Προτείνω τη διαγραφή του εν λόγω άρθρου και την μετά από διαβούλευση με τις Ολομέλειες των αρμόδιων δικαστηρίων επαναδιατύπωσή του και την εισαγωγή του στον ΚΠΔ για ασφάλεια δικαίου. Άρθρο 44: Σύσταση Μόνιμης Επιστημονικής Επιτροπής Προσωπικών Δεδομένων Τα μέλη της να έχουν αποδεδειγμένη επιστημονική ή επαγγελματική ενασχόληση με το αντικείμενο του δικαίου για την προστασία των δπχ διότι θα εκπροσωπούν τη χώρα και σε διεθνές επίπεδο. Καλό θα είναι επίσης να ανταποκρίνονται στα καθήκοντά τους, διότι προσφάτως υπέπεσε στην αντίληψή μου ότι σε σημαντική συνάντηση εμπειρογνωμόνων σε όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν απαντήθηκαν ούτε απλά ερωτηματολόγια που υπέβαλε προς συμπλήρωση στα κράτη μέλη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Προφανώς, το μόνο που ενδιέφερε ήταν η συμμετοχή τους να μπει στο βιογραφικό τους ή ακόμη χειρότερα…δεν ήταν σε θέση να απαντήσουν. Επίσης, τα μέλη της Αρχής ορθότερο θα ήταν, για λόγους αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων και αμεροληψίας, να συμμετέχουν μόνο συμβουλευτικώς, καθώς έχουν εκ του ΓΚΠΔ και του ν. 4624/2019 και γνωμοδοτική αρμοδιότητα επί ΣχΝ και κανονιστικών διοικητικών πράξεων. Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξη για την ποιότητα του έργου της υπό σύστασης Επιτροπής, καθώς λίγο πολύ γνωρίζω και τα μέλη που θα την απαρτίσουν. Αν δε μέλη τους θα είναι και εκ των συντακτών των προτεινόμενων διατάξεων, κρατώ σοβαρές επιφυλάξεις και για την ποιότητα των σχετικών νομοθετημάτων. Πολύ κατώτερο αυτό το ΣχΝ, δεν δείχνει γνώστες του δικαίου πδχ και έχει και σοβαρότατα νομοτεχνικά προβλήματα. Συμπέρασμα: Ακόμη μία πρόχειρη…στο πόδι νομοθέτηση, με παλαιά υλικά! Μετά τιμής! Σπυριδούλα Καρύδα Αναπληρώτρια Πρόεδρος της ειδικής νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για τη λήψη μέτρων εφαρμογής του ΓΚΠΔ και την ενσωμάτωση της Αστυνομικής Οδηγίας.