Αρχική Δίκαιη ΔίκηΆρθρο 90: Κωλύματα εντοπιότηταςΣχόλιο του χρήστη ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΙΧ. ΜΑΡΚΑΚΗΣ ΑΝΤΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΕΦΕΤΩΝ | 23 Δεκεμβρίου 2011, 01:17
Υπουργείο Δικαιοσύνης Μεσογείων 96, Τ.Κ. 11527 Τηλ: 213-1307000 email Υπευθύνου Προστασίας Δεδομένων (DPO): dpo@justice.gov.gr Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Μαμά, μαμά, μαμά….., κάτσε λίγο ακόμη……. Μα πρέπει παιδί μου να φύγω, να προλάβω το λεωφορείο. Έτσι αγάπη μου; Θα έλθω πάλι το Σάββατο, να φτιάξουμε ζωγραφιές, να πάμε στην παιδική χαρά, στις κούνιες, στα ζωάκια. Γεια σου αγάπη μου…..Τα φιλιά της μάνας Δικαστή χαϊδεύουν απαλά τα μαγουλάκια του σπλάχνου της και τα δάκρυα με το βουβό κλάμα της αλλάζουν τη φυσιογνωμία του προσώπου της. Πρέπει να φύγει. Να πάει σε άλλη πόλη όπου υπηρετεί ως Πρωτοδίκης. Δεν μπορεί να υπηρετήσει στην πόλη που διαμένει με τον εκεί και επαγγελματικά εγκατεστημένο σύζυγό της. Το κώλυμα εντοπιότητος βλέπετε. Πρέπει να υπηρετεί σε άλλη πόλη για να μην πουν πώς δεν θα ασκεί ευσυνείδητα το λειτούργημά της στον τόπο διαμονής της οικογένειάς της, όπου θα μπορούσε άλλως να το πράξει. Για να τηρηθεί το ρηθέν: «Η γυναίκα το Καίσαρα πρέπει να είναι και να φαίνεται τίμια». Γιατί άραγε διαχρονικά ο Δικαστής πρέπει να τίθεται a priori εν αμφιβόλω; Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ. Όχι ο Περιπτεράς της οικείας και συμπαθεστάτης επαγγελματικής τάξης. Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ. Αυτός δηλαδή πού με την ψήφο του στο οικείο δικαστήριο θα στείλει τον κατηγορούμενο στη φυλακή φορτωμένο με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ. Το καταφύγιο του πολίτη, πλούσιου ή φτωχού, κατατρεγμένου ή μη και όχι μόνο. Γιατί όμως; Πιο μεγάλη «ζημιά» μπορεί να κάνει αυτός από τον αστυνομικό πού υπηρετεί επί χρόνια στον τόπο καταγωγής του, από τον εφοριακό, τον τελωνειακό και τον κάθε δημόσιο υπάλληλο; Ο Δικαστής στην «τελική» -κατά την διαχρονικά κακοποιούμενη Ελληνική γλώσσα- θα γράψει και πέντε κουβέντες στο χαρτί πού λέγεται απόφαση. Δηλαδή θα την αιτιολογήσει, για έτσι επιβάλει η Δικαιοσύνη και η Δημοκρατία. Θα αναφέρει δηλαδή με πειστικότητα πανταχόθεν ελεγχόμενη γιατί απεφάσισε έτσι και όχι αλλιώς, πράγμα πού δεν απαιτείται να πράξουν οι προηγούμενοι, η τουλάχιστον δεν απαιτείται στο βαθμό και τον τύπο πού απαιτείται γι’ αυτόν. Ας αφεθούν λοιπόν οι Δικαστές απερίσπαστοι στο έργο τους. Στο δύσκολο έργο τους. Να μην καταντούν «ραλίστες» των τρισάθλιων ενίοτε και πολλαπλώς επικίνδυνων ελληνικών δρόμων και «κυνηγοί» κάθε λογής χερσαίου, πλωτού και εναερίου μεταφορικού μέσου. Ας μην καταξοδεύονται, ιδίως στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς. Άς απολαμβάνουν και αυτοί την οικογενειακή θαλπωρή. Άς αφεθούν να πορεύονται «Εν ειρήνη». Ας αφεθούν απερίσπαστοι να «βουτήξουν» στη δικογραφία. Πιο καλά θα αποδώσουν έτσι. Για να βρουν το «τέλος» της, κατά τη ρήση του αείμνηστου Προέδρου του Αρείου Πάγου Στέφανου Ματθία, ο οποίος έλεγε ότι η δικογραφία είναι «εντελεχής», όχι ενδελεχής. Μέσα δηλαδή αυτήν υπάρχει το «τέλος, ο σκοπός, η λύση». Αρκεί να ερευνηθεί, να μελετηθεί. Αν ένας Δικαστής έχει «το μικρόβιο» θα το καλλιεργήσει όπου και αν υπηρετήσει. Με ένα τηλεφώνημα του γνωστού του από την άλλη άκρη της χώρας, με ένα μήνυμα. Εξ άλλου τα ελεγκτικά «φίλτρα» της επαρχίας για τους εκεί υπηρετούντες Δικαστές είναι και πολλά και αυστηρά. Και οι τελευταίοι και σθένος έχουν και αξιοπρέπεια. Και τούτο όχι για να φαίνονται τίμιοι και δίκαιοι. Αλλά γιατί έτσι το αισθάνονται. Αλήθεια υπάρχουν στατιστικά δεδομένα από τα οποία να προκύπτει ποια και πόσα προβλήματα δημιούργησαν Δικαστές υπηρετούντες στον τόπο καταγωγής τους; Ή μήπως, απεναντίας, αυτοί είναι εκείνοι πού «βαστούν» τις κάθε λογής δικαστικές υπηρεσίες. Πού είναι το αποκούμπι του κάθε Προϊσταμένου, γιατί αν δεν είναι κάθε μέρα σχεδόν στο Δικαστήριο, θα είναι στα σπίτια τους, δηλαδή σε απόσταση βολής από την υπηρεσία τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τα προβλήματα της Δικαιοσύνης δεν είναι το κώλυμα εντοπιότητος. Είναι άλλα για την επίλυση των οποίων όλοι αγωνιζόμαστε. Ο καθένας από την «πολεμίστρα» πού τον έταξε η Πολιτεία.