Αρχική Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης - Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και τη...ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ Ν. 4619/2019Σχόλιο του χρήστη Αναστασία | 26 Δεκεμβρίου 2023, 22:57
Επιτέλους διευκρινίζεται ότι δεν θεωρούνται ως τρίτοι δικαστές, εισαγγελείς, γραμματείς κ.λ.π., άλλωστε ο δικαστικός λειτουργός καλείται να διαπιστώσει την αλήθεια των όσων αναφέρονται σε αγωγές, προτάσεις , μηνύσεις κ.λ.π. , οι δε γραμματείς, δικαστικοί επιμελητές δεν αναλώνονται στην ανάγνωση πολυσέλιδων κειμένων ούτε εδραιώνουν πεποίθηση με βάση τα αναφερόμενα σε αυτά. Η αντίθετη άποψη που επικαλείται την πρόσφατη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου στερείται ερείσματος , δοθέντος ότι η σχετική απόφαση εκδόθηκε υπό την ισχύ του ΠΚ, ως είχε κατά τον χρόνο της έκδοσής της. Αντίθετα όμως πρέπει να διατηρηθεί ως ποινικό αδίκημα η απλή δυσφήμιση διότι και στην περίπτωση αυτή πλήττεται η τιμή και η υπόληψη του ατόμου. Η ρύθμιση που αφορά στις απελάσεις είναι αποσπασματική. Αφενός αφήνει εκτός πεδίου ρύθμισης πολλά άλλα σοβαρά αδικήματα, όπως ανθρωποκτονία, ληστεία, βιασμό κ.λ.π., αφετέρου θέτει το όριο με βάση την επιβληθείσα ποινή και όχι με το χαρακτήρα της πράξης, ήτοι κακούργημα. Τέλος, ενόψει του ότι είναι πάμπολλες οι περιπτώσεις που συγκεκριμένα κράτη αρνούνται να δεχθούν τους υπηκόους τους, η προβλεπόμενη ρύθμιση δεν προβλέπει διατάξεις με ισοδύναμο αποτέλεσμα με αυτό της απέλασης. Συνεπώς, η σχετική δικαστική διάταξη εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες. Χάριν συντομίας δεν θα επεκταθώ περαιτέρω στο ζήτημα αυτό, στο οποίο αναφέρονται εκτενώς και εμπεριστατωμένα δύο προηγούμενοι σχολιαστές. Πρέπει να προβλεφθεί εκ νέου το αδίκημα της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης για την αντιμετώπιση του φαινομένου οι δράστες, ιδίως αλλοδαποί, να χρησιμοποιούν κάθε φορά διαφορετικά ονόματα , πατρώνυμα κ.λ.π. για να δυσχεραίνουν την αποκάλυψη της ταυτότητάς τους, με επιπρόσθετη συνέπεια να σπαταλώνται αναιτίως εργατοώρες για την ταυτοποίησή τους. Ακόμη αυστηρότερη θα πρέπει να είναι η ρύθμιση για όσους δηλώνουν ανήλικοι ενώ είναι ενήλικες για να αποφύγουν τις συνέπειες του νόμου, προβλεπόμενων και σχετικών διαδικασιών ήδη κατά την αστυνομική προανάκριση για τη διαπίστωση της ηλικίας του κατηγορούμενου όταν γεννώνται αμφιβολίες σχετικά. Οι διατάξεις του Κώδικα δεν περιέχουν ουσιαστικές ρυθμίσεις για την αντιμετώπιση της παραβατικότητας των ανηλίκων, που ολοένα αυξάνεται. Ετσι οι ανήλικοι των 16 ετών ψηφίζουν και αποφασίζουν για την τύχη της χώρας αλλά έχουν μειωμένη ποινική ευθύνη για τις πράξεις τους. Η Πολιτεία οφείλει να μεριμνήσει για την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού τόσο σε επίπεδο καταστολής, ιδίως όταν οι έκνομες ενέργειες ανηλίκων άνω των 16 ετών είναι επαναλαμβανόμενες και έχουν κακουργηματικό χαρακτήρα, όσο και σε επίπεδο πρόληψης, καθώς πολύ συχνά οι ανήλικοι με παραβατικές συμπεριφορές προέρχονται από προβληματικές οικογένειες. Αντίστοιχα και το αδίκημα της παραμέλησης της εποπτείας ανηλίκου πρέπει να αντιμετωπίζεται σύμφωνα και με τις πράξεις του ανήλικου. Πρέπει να υπάρξουν ειδικότερες ρυθμίσεις για τις ποινικές ευθύνες του κατόχου ενός ζώου όταν αυτό προκαλεί σωματικές βλάβες ή ακόμη και τη θανάτωση τρίτου. Τέλος, το άρθρο 2 , όπως έχει μετά την 1.7.2019, δημιουργεί ειδικότερο δίκαιο για κάθε κατηγορούμενο, ανάλογα με το χρόνο τέλεσης της πράξης, ενόψει και των συνεχών νομοθετικών μεταβολών, με συνέπεια όχι την ασφάλεια αλλά την "ανασφάλεια" του δικαίου. Για το λόγο αυτό φρονώ ότι πρέπει το άρθρο 2 να επανέλθει στην αρχική του μορφή.