Αρχική Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου ΔικαιοσύνηςΆρθρο 19 Ενοποίηση των σταδίων γραπτής εξέτασης με τη συμπερίληψη της εξέτασης ξένης γλώσσας – Τροποποίηση άρθρου 19 ν. 4871/2021Σχόλιο του χρήστη Markella K. | 6 Απριλίου 2024, 20:37
Ο διαγωνισμός για την εισαγωγή στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών θα έπρεπε να αποτελεί πρότυπο οργάνωσης, διαφάνειας και αξιοκρατίας, ως προσήκει στο διαγωνισμό ανάδειξης των Δικαστικών Λειτουργών αυτής της χώρας. Δυστυχώς, όμως, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Πρόκειται για έναν διαγωνισμό με πλήρη αδιαφάνεια, πολλά σκοτεινά σημεία για το ποιοί εν τελει επιλέγονται , καθιστώντας τον στην ουσία ανέλεγκτο τόσο από τους πολίτες , όσο και από τους ίδιους τους μετέχοντες σε αυτόν. Παρατίθενται κατωτέρω μερικά παραδείγματα, τα οποία πιθανώς οι μη μετέχοντες σε αυτόν να αγνοούν και θεωρείται σκόπιμο να πληροφορηθούν: 1. Οι προφορικές εξετάσεις διεξάγονται χωρίς καμία τήρηση πρακτικών από τον Γραμματέα της Σύνθεσης. Αποτέλεσμα δε τούτου, είναι ότι καθίσταται πλήρως ανέφικτος ο έλεγχος της βαθμολόγησης των υποψηφίων, καθώς ό,τι συμβαίνει στη διαδικασία των προφορικών εξετάσεων -η οποία παρεμπιπτόντως έχει το 1/3 της βαρύτητας της τελικής βαθμολογικής κατάταξης- είναι ουσιαστικά και πρακτικά ανέλεγκτο, αφού δε δύναται να το αποδείξει κανείς. Πρόταση: α)Τήρηση πρακτικών τα οποία να δύναται να λάβει κάθε πρόσωπο έχον έννομο συμφέρον, β) εξαγωγή των ερωτήσεων που τίθενται στον εκάστοτε υποψήφιο από κληρωτίδα. 2. Στον 30ο διαγωνισμό, δεν επετράπη στους υποψήφιους να έχουν πρόσβαση στα γραπτά τους, παρά μόνο για όσους κατοικούσαν στη Θεσσαλονίκη ή μπορούσαν να ταξιδέψουν ως εκεί, χωρίς βεβαίως και πάλι να μπορούν να πάρουν αντίγραφα του γραπτού τους, προκειμένου να προβούν σε οποίες τυχόν νόμιμες ενέργειες επιθυμούν. Η ως άνω ενέργεια, δεν είχε καμία αιτιολογία από τις επιτροπές των τριών (3) διαγωνισμών. Πρόταση: Να καταστεί υποχρεωτική η πρόσβαση των υποψηφίων στο γραπτό τους και να δύνανται να πάρουν και αντίγραφο αυτού. Προφανώς ο κάθε υποψήφιος θα πρέπει να μπορεί να έχει πρόσβαση στο γραπτό του, όπως συμβαίνει σε κάθε γραπτό διαγωνισμό, η απαγόρευση δε τούτου γεννά εύλογα ερωτηματικά. 3. Τα γραπτά δεν φέρουν καμία σημείωση, παρά μόνο τις βαθμολογίες από τους δυο βαθμολογητές. Τούτο δεν επιτρέπει τον έλεγχο για τον τροπο διόρθωσης του εκάστοτε γραπτού. Πρόταση: τα γραπτά να διορθώνονται με εμφανή βαθμολόγηση σε κάθε ερώτημα, ώστε να καθίσταται δυνατός ο έλεγχος του τρόπου διόρθωσης. 4. Στα θέματα των γραπτών εξετάσεων δεν υπάρχει αναγεγραμμένη η βαρύτητα της κάθε ερώτησης, (πχ υπ’αριθμ 1. ερώτημα = μονάδες 3) με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατος ο έλεγχος πως προέκυψε η τελική βαθμολογία. Πρόταση: Να υπάρχει εμφανής και διακριτή αναγραφή της ποσόστωσης κάθε ερωτήματος και υποερωτηματος. 5. Μετά το πέρας των γραπτών εξετάσεων, δεν αναρτώνται από την επιτροπή οι ενδεικτικές απαντήσεις επί των τεθεντων θεμάτων, κάτι το οποίο συμβαίνει σε αντίστοιχους διαγωνισμούς (πχ διαγωνισμός συμβολαιογράφων) Πρόταση: ανάρτηση των απαντήσεων επί των τεθέντων ερωτημάτων σε προθεσμία ενός (1) μήνα από το πέρας των γραπτών εξετάσεων. Αυτά αποτελούν μόνο ενδεικτικά ζητήματα που καθιστούν τον διαγωνισμό αδιαφανή χωρίς τη δυνατότητα οποιουδήποτε ελέγχου, χαρακτηριστικά τα οποία οπωσδήποτε δε συνάδουν με τον πιο σπουδαίο διαγωνισμό αυτής της χώρας. Όσον αφορά το ζήτημα της ξένης γλώσσας: με το ν. 4871/2021, η ξένη γλώσσα τέθηκε ως προκριμα, προκειμένου να καταστεί δυνατό οι υποψήφιοι να "περάσουν" στο επόμενο στάδιο των γραπτών εξετάσεων των νομικών μαθημάτων. Προδήλως, η εν λόγω ρύθμιση βρίσκεται εκτός του σκοπού του διαγωνισμού, ο οποίος σκοπεί στην ανάδειξη των περισσότερο νομικά καταρτισμένων υποψηφίων για να καταλάβουν τη θέση του Δικαστή ή Εισαγγελέα και όχι του πρόξενου, δεδομένου μάλιστα ότι οι περιπτώσεις που κάποιος δικαστικός λειτουργός θα χρειαστεί να μεταφράσει ένα έγγραφο είναι απειροελάχιστες, έως και μηδαμινές. Με το παρόν δε νομοσχέδιο, επιχειρείται η τροποποίηση της εν λόγω ρύθμισης, θέτοντας την ξένη γλώσσα συνυπολογιζομενη στο μέσο όρο μαζί με τα νομικά μαθήματα, δηλαδή κάποιος υποψήφιος ο οποίος έχει γράψει χαμηλούς βαθμούς στα νομικά μαθήματα, να καθίσταται δυνατόν να εισαχθεί στην ΕΣΔιΛ, εφόσον έχει γράψει υψηλό βαθμό στην ξένη γλώσσα, ενώ κάποιος συνυποψήφιος του με υψηλότερους βαθμούς στα νομικά, να μείνει εκτός, αν δεν έχει πετύχει έναν καλό βαθμό στην ξένη γλώσσα. Πρόταση: Κατάργηση του μαθήματος της ξένης γλώσσας και απόδειξη της αρίστης γνώσης της με πιστοποιητικό γλωσσομάθειας, όπως συμβαίνει σε όλους τους διαγωνισμούς που διεξάγονται στη χώρα (Πχ ΝΣΚ κλπ). Δεν υφίσταται αποχρών λόγος που να δικαιολογεί αυτή την εξαίρεση για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών. Η εξέταση της ξένης γλώσσας, αποτελεί πέραν των υπολοίπων και αδικαιολόγητη επιβάρυνση του προϋπολογισμού διενέργειας των γραπτών εξετάσεων, καθώς αφενός απαιτούνται διορθωτές για τη διόρθωση 1500+ γραπτών, αφετέρου δε δαπάνες για το χώρο διενέργειας των εξετάσεων, οι οποίες δε δικαιολογούνται από το σκοπό του διαγωνισμού και μπορούν να περιοριστούν με την προσκόμιση πτυχίου αρίστης γνώσης ξένης γλώσσας. Η σπουδαιότητα του εν λόγω διαγωνισμού είναι τεράστια, τόσο για την κοινωνία, όσο και για τους ίδιους του υποψήφιους σε αυτόν, οι οποίοι προκειμένου να συμμετάσχουν, υποβάλλονται σε δυσβάσταχτες θυσίες οικονομικής, προσωπικής, οικογενειακής και ψυχολογικής φύσεως. Η διαφάνεια και η δυνατότητα ελέγχου αυτού του διαγωνισμού, είναι μονόδρομος, αν θέλουμε να ομιλούμε για ένα κράτος δικαίου. Αν ,λοιπόν, θέλουμε να κάνουμε αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο που τον διέπει, ας είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, εκείνη δηλαδή που θα τον καταστήσει πρότυπο αξιοκρατίας και διαφάνειας, απαλείφοντας κάθε υπόνοια μεροληψίας, όπως προσήκει στον διαγωνισμό ανάδειξης των μελλοντικών Δικαστικών Λειτουργών της χώρας. Αυτός ο διαγωνισμός πρέπει να είναι και να φαίνεται αξιοκρατικός.