Αρχική Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου ΔικαιοσύνηςΆρθρο 8 Ένταξη στην ειδική επετηρίδα – Βαθμολογική αντιστοιχία – Ένταξη στη γενική επετηρίδαΣχόλιο του χρήστη Υπηρετούντες Ειρηνοδίκες Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης | 10 Απριλίου 2024, 09:47
Η τυχόν πρόβλεψη μη δυνατότητας υπηρεσιακής εξέλιξης για τους πρώην Ειρηνοδίκες δεν συνάδει με το πνεύμα της ουσιαστικής ενοποίησης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής Δικαιοσύνης, καθώς και με τη συνταγματική αρχή της ισότητας και δη την ισότιμη μεταχείριση δημοσίων λειτουργών. Και αυτό διότι από την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88 του Συντάγματος δεν εξάγεται συμπέρασμα περί αδυναμίας εξέλιξης των πρώην Ειρηνοδικών. Η ερμηνευτική δήλωση εστιάζει στη δυνατότητα, αλλά και «προτροπή», της ενοποίησης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας της πολιτικής Δικαιοσύνης και όχι σε απαγόρευση της περαιτέρω εξέλιξης των (ενοποιημένων πλέον) πρώην Ειρηνοδικών, εφόσον μάλιστα ρητά γίνεται λόγος για κρίση και αξιολόγηση αυτών. Αντίθετα, το σχέδιο νόμου δεν δίνει καμία δυνατότητα εξέλιξης στους Ειρηνοδίκες που θα επιλέξουν να παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα, ούτε στο βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών κι ενώ ήδη το άρθρο 8 παρ. 1 του ίδιου σχεδίου προβαίνει σε αντιστοίχιση των Ειρηνοδικών με τους Προέδρους Πρωτοδικών και Πρωτοδίκες, με βάση τα αναφερόμενα σε αυτό έτη υπηρεσίας. Επιπλέον, στους Ειρηνοδίκες της ειδικής επετηρίδας παρέχεται η δυνατότητα ένταξης στη γενική επετηρίδα των Δικαστικών Λειτουργών, πλην όμως τους τοποθετεί μετά τον τελευταίο Πρωτοδίκη, κατά παράβαση του Συντάγματος αλλά και του Ενωσιακού Δικαίου, καθώς δεν αναγνωρίζει τα χρόνια προϋπηρεσίας τους κι ενώ ήδη θα ασκούν καθήκοντα Πρωτοδίκη από την ένταξή τους στην ειδική επετηρίδα και για ένα ικανό χρονικό διάστημα μέχρι την ένταξή τους στη γενική επετηρίδα. Η εν λόγω μετακίνηση δεν αποτελεί μετάταξη, όπως εσφαλμένα διαλαμβάνεται στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου. Και τούτο διότι οι Ειρηνοδίκες δε συνιστούν διακριτό, ιδιαίτερο και αυτοτελή κλάδο της Δικαιοσύνης, αλλά υποκλάδο (τμήμα) της πολιτικής και ποινικής Δικαιοσύνης, που διαφοροποιείται από τους υπολοίπους τακτικούς Δικαστές του ίδιου κλάδου με κριτήρια λειτουργικά, δηλαδή με βάση την, κατά τις επιλογές του νομοθέτη, κατανομή της δικαιοδοσίας. Κατά συνέπεια δεν δύνανται να τοποθετηθούν, εν είδει διακριτής βαθμίδας και μόνον, στο κάτω μέρος μίας ενιαίας πυραμίδας (επετηρίδας). Η ενοποίηση των δύο διακριτών υποκλάδων της πολιτικής και ποινικής Δικαιοσύνης δεν φέρει επομένως τη μορφή προαγωγής ή μετάταξης, ώστε να τύχει αναλογικής εφαρμογής η σχετική νομολογία της Ολομέλειας του ΣτΕ, αλλά πρόκειται για «ενοποίηση» των δύο, μία δηλαδή δομική, και όχι καταρχήν προσωποποιημένη, αλλαγή στη συγκρότηση της πολιτικής και ποινικής Δικαιοσύνης. Επιπλέον, καίτοι η αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου κάνει αναφορά στη «διατήρηση του κεκτημένου κάθε επετηρίδας», από τις διατάξεις του προκύπτει το εξής παράδοξο: Οι Δόκιμοι Ειρηνοδίκες και όσοι βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης μπορούν να ενταχθούν εντός έξι (6) μηνών στη γενική επετηρίδα, σε αντίθεση με τους λοιπούς οι οποίοι θα πρέπει αφενός μεν να ολοκληρώσουν τα προγράμματα επιμόρφωσης, αφετέρου δε να έχουν δύο (2) εκθέσεις επιθεώρησης. Τονίζεται ότι η επιθεώρηση των Πρωτοδικών γίνεται πλέον ανά δύο (2) έτη με βάση το άρθρο 100 παρ. 2 του ΚΟΔΚΔΛ. Έτσι δημιουργείται το παράδοξο αλλά και αντισυνταγματικό φαινόμενο να βρεθούν αρχαιότεροι Δικαστές από τους νυν αρχαιότερους και εκπαιδευτές τους Ειρηνοδίκες. Προτεινόμενη τροποποίηση της παρ. 2: Οι υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες Α’ τάξης που θα επιλέξουν να παραμείνουν στην ειδική επετηρίδα λαμβάνουν το βαθμό του Προέδρου και οι Ειρηνοδίκες των λοιπών τάξεων προάγονται στο βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών, εφόσον συμπληρώσουν οχτώ (8) τουλάχιστον χρόνια υπηρεσίας στο βαθμό του Πρωτοδίκη. Προς το σκοπό αυτό δύνανται να συστήνονται και νεοπαγείς προσωποπαγείς θέσεις Προέδρων Πρωτοδικών ειδικής επετηρίδας, οι οποίες θα καλύπτονται από τους Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας μετά τη συμπλήρωση των απαιτούμενων ετών. Στους υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, Ειρηνοδίκες παρέχεται επίσης δυνατότητα ένταξης στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, μετά από αίτησή τους, με διατήρηση της οργανικής τους θέσης και τροπής αυτής από θέση Πρωτόδικη της ειδικής επετηρίδας σε θέση Πρωτόδικη της γενικής επετηρίδας. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται ετησίως, για αριθμό θέσεων που αντιστοιχεί σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο από το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνολικού αριθμού των υπηρετούντων Πρωτοδικών της γενικής επετηρίδας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, εφόσον οι αιτούντες έχουν ολοκληρώσει τα υποχρεωτικά προγράμματα επιμόρφωσης του άρθρου 7 και έχουν μία (1) τουλάχιστον έκθεση επιθεώρησης του άρθρου 101 του Kώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, A’ 109) από τον αρμόδιο Επιθεωρητή του Αρείου Πάγου της δικαστικής περιφέρειας στην οποία υπηρετούν. Για την ένταξη στη γενική επετηρίδα και τον ακριβή αριθμό των εντασσομένων αποφαίνεται το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης με αιτιολογημένη απόφασή του, η οποία εκδίδεται μετά από ακρόαση των αιτούντων, λαμβάνοντας υπόψη τις εκθέσεις επιθεώρησης, το ήθος, την επιστημονική κατάρτιση, την ποιοτική και ποσοτική απόδοση της εργασίας και την επίδοση αυτών γενικά. Οι εντασσόμενοι στη γενική επετηρίδα τοποθετούνται ως εξής: Οι Ειρηνοδίκες Α’ τάξης μετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρόεδρο Πρωτοδικών, οι Ειρηνοδίκες Β’, Γ’ και Δ’ τάξης μετά από τον τελευταίο αντίστοιχο Πρωτοδίκη, με βάση τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 8 και με βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των ειρηνοδικών κατά τον χρόνο της αίτησης. Οι απόφοιτοι της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών, οι οποίοι, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχουν διοριστεί ως Δόκιμοι Ειρηνοδίκες Δ΄ ή βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης μετά από την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου κατάρτισης, μπορούν με αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, και μετά από ακρόαση και απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης, να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τοποθετούμενοι μετά από τον τελευταίο πάρεδρο Πρωτοδικείου. *ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Θα πρέπει να γίνει ανακατανομή των οργανικών θέσεων Προέδρων Πρωτοδικών και Πρωτοδικών ανά περιφέρεια, ώστε οι Ειρηνοδίκες Α’ Τάξης να καταλάβουν οργανική θέση Προέδρου Πρωτοδικών και λοιποί Ειρηνοδίκες οργανική θέση Πρωτοδίκη (άρθρ. 6 του παρόντος). Στους παραπάνω Προέδρους Πρωτοδικών μπορεί να ανατεθεί προσωρινά η άσκηση ειδικών καθηκόντων, μέχρι την πλήρη επιμόρφωση, την απόκτηση σχετικής εμπειρίας για την ανάληψη όλων των καθηκόντων των Προέδρων Πρωτοδικών και την αντίστοιχη επιθεώρησή τους. **ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Σε περίπτωση μη εμβόλιμης ένταξης των Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών, τα έτη υπηρεσίας τους ως Πρωτοδίκες υπολογίζονται από την έναρξη ισχύος του παρόντος και με βάση τη σειρά που κατείχε ο καθένας εξ αυτών στην ειδική επετηρίδα των Ειρηνοδικών.