Αρχική Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου ΔικαιοσύνηςΆρθρο 8 Ένταξη στην ειδική επετηρίδα – Βαθμολογική αντιστοιχία – Ένταξη στη γενική επετηρίδαΣχόλιο του χρήστη Ειρηνοδίκης Γ’ τάξης | 14 Απριλίου 2024, 14:31
Όντας Ειρηνοδίκης Γ’ τάξης θεωρώ ότι το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο κινείται σε γενικές γραμμές προς τη σωστή κατεύθυνση. Η ύπαρξη δύο διαφορετικών δικαστικών σχηματισμών στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας αποτελεί στρέβλωση και είναι πλέον αναχρονιστική. Ωστόσο, η προβλεπόμενη ρύθμιση για την ένταξη των υπηρετούντων Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών είναι άδικη και δημιουργεί εμπόδια στην ταχεία και πλήρη ενοποίηση των δικαστών του πρώτου βαθμού. Για να επιτύχει η μεταρρύθμιση στη δικαιοσύνη και οι δικαστικές αποφάσεις να εκδίδονται με ταχύτητα, αλλά και κυρίως με ποιότητα, θα πρέπει αφενός μεν να εργάζονται όλοι οι δικαστές σε ένα περιβάλλον που να διαπνέεται από την αρχή της ισότητας, των ίσων ευκαιριών και του αλληλοσεβασμού, αφετέρου δε να δίνονται κίνητρα σε όλους τους δικαστές να βελτιώνονται συνεχώς μέσω επιμορφωτικών σεμιναρίων, αλλά και ενόψει προαγωγής, εξέλιξης και προόδου. Ο εγκλωβισμός των Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στην ειδική επετηρίδα χωρίς σημαντική δυνατότητα εισόδου στη γενική επετηρίδα των Πρωτοδικών δημιουργεί Πρωτοδίκες δύο ταχυτήτων, χωρίς κίνητρο για τους πρώτους για παραγωγικότητα, βελτίωση και ανέλιξη. Η περιθωριοποίηση των Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στο ενιαίο πλέον πλαίσιο του Πρωτοδικείου είναι μία επιπλέον στρέβλωση, που θα καθυστερήσει την επιτυχία και την αποτελεσματικότητα της επιδιωκόμενης μεταρρύθμισης. Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η άμεση και τακτική κατ' έτος δυνατότητα ένταξης ενός μεγάλου ποσοστού Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα με ταυτόχρονη αναγνώριση των ετών προϋπηρεσίας τους. Σε κάθε περίπτωση δε, είναι αναγκαίο και δίκαιο να αναγνωρίζονται κατά τον χρόνο ένταξης στη γενική επετηρίδα τουλάχιστον τα έτη υπηρεσίας των πρώην Ειρηνοδικών ως Πρωτοδίκες, μετά δηλαδή τη στιγμή της ενοποίησης. Είναι εντελώς παράδοξη η ρύθμιση που εκμηδενίζει τα έτη προϋπηρεσίας των Ειρηνοδικών, ήτοι δικαστικών λειτουργών, που, ενώ επί σειρά ετών εκδίδουν δικαστικές αποφάσεις και θα συνεχίσουν να εκδίδουν ως δικαστές, θα καταλήγουν μετά την τυχόν ένταξή τους στη γενική επετηρίδα τελευταίοι στη σειρά, μετά μάλιστα από σημερινούς φοιτητές νομικής, που στο μέλλον θα επιτύχουν στις εξετάσεις της ΕΣΔΙ, χωρίς καμία εργασιακή εμπειρία. Εξάλλου, η ένταξη στη γενική επετηρίδα δεν είναι δυνατόν να θεωρείται ως τοποθέτηση και οι Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας κατά την ένταξη στη γενική θα πρέπει να διατηρούν τις οργανικές τους θέσεις στο δικαστήριο που ήδη υπηρετούν ως Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας. Επομένως, η βραδεία και στον πυθμένα ένταξη των Πρωτοδικών – πρώην Ειρηνοδικών στη γενική επετηρίδα αποτελεί αντικίνητρο για την υποβολή σχετικής αίτησης, καθόσον το μεγαλύτερο ποσοστό των Ειρηνοδικών Β’, Γ’ και Δ’ τάξης, που αφορά η ρύθμιση, βρίσκονται σήμερα στην ηλικία των 40 ετών περίπου, στην πλέον παραγωγική υπηρεσιακά ηλικία, και η απώλεια τόσων πολλών ετών υπηρεσίας (και ως Ειρηνοδίκες και ως Πρωτοδίκες της ειδικής επετηρίδας) δεν αφήνει περιθώρια εκ των πραγμάτων εξέλιξης των πρώην Ειρηνοδικών σε ανώτερους βαθμούς της δικαστικής ιεραρχίας και άρα δεν θα υφίσταται λόγος για την υποβολή τέτοιας αίτησης όταν αυτό επιτραπεί. Κατά τα προρρηθέντα, το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης, όπως έχει διαμορφωθεί στο εν λόγω νομοσχέδιο, εκ νέου περιθωριοποιεί, απομονώνει και καθιστά μη παραγωγικό έναν ολόκληρο κλάδο δικαστών, που διορθώνοντας αυτές τις άδικες ρυθμίσεις, θα μπορούσε να αξιοποιήσει η πολιτεία στο έπακρο, επί τω τέλει απονομής ταχύτερης και ποιοτικότερης δικαιοσύνης προς όφελος των πολιτών και του κράτους δικαίου. Όλα τα κρίσιμα και προβληματικά σημεία του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου έχουν επισημανθεί διεξοδικά και στις προτάσεις των Ειρηνοδικείων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, με τις οποίες συμφωνώ.