Αρχική Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου ΔικαιοσύνηςΜΕΡΟΣ Α’ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ – ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ΣΚΟΠΟΣ – ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ Άρθρο 1: ΣκοπόςΣχόλιο του χρήστη Ειρηνοδίκης 12ετίας | 14 Απριλίου 2024, 20:49
Μελετώντας την Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης που συνοδεύει τον νόμο, προκύπτουν εύλογα ερωτήματα σχετικά με τους διαλαμβανόμενους σε αυτήν ισχυρισμούς σχετικά με την αναλογία όγκου υποθέσεων μεταξύ Ειρηνοδικείων και Πρωτοδικείων. Ειδικότερα, αναφέρεται ότι τα ειρηνοδικεία δικάζουν μόνο το είκοσι τοις εκατό (20%) της δικαστικής ύλης των αστικών υποθέσεων πρώτου βαθμού στο σύνολο της επικράτειας, ενώ το υπόλοιπο ογδόντα τοις εκατό (80%) της ύλης εκδικάζεται στα πρωτοδικεία, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζεται βάσει ποιων στατιστικών στοιχείων εξήχθη το ως άνω συμπέρασμα. Αντιθέτως, από τα επίσημα στατιστικά στοιχεία που βρίσκονται δημοσιευμένα στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Δικαιοσύνης (https://ministryofjustice.gr/?page_id=1603), όπου και παραπέμπω για λόγους συντομίας, προκύπτει ότι ο αριθμός των υποθέσεων που περαιώθηκαν/ επιλύθηκαν στα Ειρηνοδικεία είναι ίδιος, αν όχι και μεγαλύτερος (ανά διαστήματα) από τους αντίστοιχους των Πρωτοδικείων. Περαιτέρω, στην Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης αναφέρεται επίσης ότι ο μέσος όρος του χρόνου έκδοσης απόφασης ειρηνοδικείου στην Ελλάδα είναι τριακόσιες πενήντα τέσσερις (354), ενώ του Πρωτοδικείου ο μέσος όρος του χρόνου έκδοσης απόφασης ανέρχεται στις πεντακόσιες είκοσι πέντε (525) ημέρες. Με βάση τα δεδομένα αυτά ο συντάκτης της έκθεσης εξάγει το παράδοξο συμπέρασμα ότι οι ειρηνοδίκες στην Ελλάδα εκδίδουν αποφάσεις με πιο αργό ρυθμό σε σύγκριση με τους συναδέλφους τους πρωτοδίκες! Από τα ανωτέρω διαπιστώνει κανείς με θλίψη την προχειρότητα που διατρέχει την εκπόνηση του παρόντος νομοσχεδίου, καθώς και την προκατάληψη με την οποία αντιμετωπίστηκαν από τους συντάκτες του οι Ειρηνοδίκες, οι οποίοι εισέφεραν τα μέγιστα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική Δικαιοσύνη, με ποσοτικό και ποιοτικό έργο εφάμιλλο των Πρωτοδικών, χωρίς δυστυχώς καμία αναγνώριση.