• Σχόλιο του χρήστη 'Άννα' | 15 Απριλίου 2024, 13:03

    Πλήρως κατατοπιστική η από 7.12.2021 έκθεση του επιστημονικού συμβουλίου του Πανεπιστημίου Αθηνών κατά τη διαβούλευση του νομου 4871/2021 που μείωσε το ανώτατο όριο ηλικίας εισαγωγής στον διαγωνισμό από 45 σε 40 έτη(!) με μεταβατική διάταξη μόλις 2 ετών(!), στην οποία γίνεται αναφορά μεταξύ άλλων ότι δεν υφίσταται ανώτατο ηλικιακό όριο για τη θέση δικαστικού λειτουργού στις περισσότερες (ερωτηθείσες) ευρωπαϊκές χώρες αλλά ότι προβλεπόταν κατώτατο ηλικιακό όριο για την ένταξη στο επάγγελμα του δικαστικού λειτουργού, συνήθως, μάλιστα, σχετιζόμενο με τη χρονική απαίτηση προηγούμενης επαγγελματικής εμπειρίας και κοινωνικής ωριμότητας, άρα στην Ευρώπη φροντίζουν να απέχουν από αδικαιολόγητες διακρίσεις λόγω ηλικίας για το συγκεκριμένο θέμα. Επιπλέον, δεν δικαιολογείται αυτός ο περιορισμός με μεταβατική διάταξη μόλις 2 ετών, που ανατρέπει την επαγγελματική προσδοκία για τα άτομα που ήδη προετοιμάζονται και προκαλεί ανασφάλεια απέναντι στο κράτος και τους νόμους, καθώς ο νόμος προτάσσει την ηλικία των 40- 45 ως ακατάλληλη να συμμετέχει στον διαγωνισμό χαριν της ορθής απονομης της δικαιοσύνης χωρίς να δικαιολογεί επαρκώς το πως η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα που προετοιμάζεται και έχει πλάνο ζωής μέχρι τα 45 βάσει νομου θα αποτελέσει πρόβλημα στην ορθή απονομή δικαιοσύνης και χωρίς να εξηγεί επαρκώς πως αυτός ο περιορισμός θα εξυπηρετήσει τον σκοπό του (ορθή απονομή δικαιοσύνης). Πρόκειται για έναν μη αναγκαίο και μη πρόσφορο περιορισμό του ατομικού δικαιώματος στην ελευθερία των ατόμων, κάνοντας διάκριση λόγω ηλικίας. Όλοι γνωρίζουν πόσο μάλλον ο νομοθέτης ότι για τον συγκεκριμένο διαγωνισμό οι νομικοί αφιερώνουν πολλά χρόνια από τη ζωή τους με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Πρόκειται για πρόδηλο αιφνιδιασμό και κατάφωρη παραβίαση της επαγγελματικής ελευθερίας και της ανάπτυξης της προσωπικότητας η οποία δεν δικαιολογείται και δεν συνάδει ούτε με την εσωτερική νομοθεσία, ούτε με την ενωσιακή νομοθεσία αλλά και ούτε με την συγχρονη εποχή όπως εξελίσσεται κοινωνικά, πολιτικά και επαγγελματικά. 5. Επί του άρθρου 17 παρ. 1β Διά της προτεινόμενης ρύθμισης εισάγεται μείωση του ορίου ηλικίας για την εισαγωγή στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, από τα 45 έτη – όριο που ισχύει κατά την τελευταία δεκαετία – στα 40 έτη. Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του νομοσχεδίου, στόχος της εν λόγω μείωσης είναι η «εισαγωγή στο δικαστικό σώμα νεότερων δικαστικών λειτουργών, με ικανό περιθώριο ηλικίας για να πραγματοποιήσουν επιτυχή σταδιοδρομία σε ό- λους ή σε όσο το δυνατόν περισσότερους βαθμούς» (Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης, Α. Αιτιολογική Έκθεση, Κατ’ άρθρο Ανάλυση Αξιολογούμενης Ρύθμισης, σελ. 67). Παρατηρείται ότι, ως ανώτατο όριο ηλικίας για την εισαγωγή υποψηφίου στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, ορίσθηκε, διαδοχικά, το 32ο έ- τος (δυνάμενο να παραταθεί «για όσο χρονικό διάστημα έχει διαρκέσει η υ- ποχρεωτική στρατιωτική θητεία του υποψηφίου, και για τρία ακόμη έτη, αν ο υποψήφιος είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος, ή για ένα (1) έτος, αν είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών») (βλ. άρ. 2 παρ. 2 του ν. 2236/1994), το 35ο έτος (δυνάμενο να παραταθεί ομοίως κατά τα ως άνω) (βλ. άρ. 22 παρ. 1 του ν. 2521/1997), το 40ό έτος (δυνάμενο να παραταθεί ο- μοίως) (βλ. άρ. 35 παρ. 1 του ν. 2915/2001), το 40ό έτος (μη δυνάμενο να πα- ραταθεί) (βλ. άρ. 10 παρ. 1α του ν. 3689/2008), και, τέλος, το 45ο έτος (βλ. άρ. 8 παρ. 3 του ν. 3910/2011 και άρ. 79 του ν. 4689/2020). Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση που συνόδευε το νομοσχέδιο/ν. 3910/2011, στόχος της 10 διεύρυνσης του ορίου ηλικίας στα 45 έτη, ήταν «να μην αποκλείονται από το διαγωνισμό άτομα που διαθέτουν αυξημένη εμπειρία, πολύ χρήσιμη για την αποτελεσματική εκπλήρωση των καθηκόντων τους» (σελ. 5), ενώ, η Αιτιολο- γική Έκθεση που συνόδευε το νομοσχέδιο/ν. 4689/2020, έκανε ειδική ανα- φορά στην αύξηση του ηλικιακού ορίου και των Ειρηνοδικών: «(...) αναβαθ- μίζονται τα τυπικά προσόντα των υποψηφίων της Κατεύθυνσης Ειρηνοδικών (...) ώστε να περιληφθούν στους υποψηφίους άτομα που διαθέτουν αυξημέ- νη εμπειρία από την άσκηση της δικηγορίας, χρήσιμη για την αποτελεσματι- κή εκπλήρωση των καθηκόντων τους ως Ειρηνοδικών. Τούτο, διότι κρίνεται ότι ο δικαστικός λειτουργός δεν πρέπει να είναι ένα άτομο στερημένο πα- ραστάσεων κοινωνικής πραγματικότητας και επαγγελματικής εμπειρίας πριν την ανάληψη των δικαιοδοτικών του καθηκόντων. Αντιθέτως, η απόκτηση ε- μπειρίας του από τη δικηγορική πρακτική είναι όχι μόνο ωφέλιμη, αλλά και απαραίτητη για την επιτυχή και κατά το δυνατόν ποιοτική ενάσκηση των δι- καιοδοτικών του αρμοδιοτήτων και καθηκόντων» (σελ. 47). Το άρθρο 88 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι: «Οι δικαστικοί λειτουργοί διορίζονται με προεδρικό διάταγμα, σύμφωνα με νόμο που ορίζει τα προσό- ντα και τη διαδικασία της επιλογής τους». Όπως έχει κριθεί, «[κ]ατά την έν- νοια της διάταξης αυτής, ο κοινός νομοθέτης είναι αρμόδιος να θεσπίζει τα προσόντα και τη διαδικασία επιλογής των υποψηφίων να καταλάβουν θέσεις δικαστικών λειτουργών, υποκείμενος στους περιορισμούς που απορρέουν α- πό διατάξεις και αρχές υπερνομοθετικής ισχύος και ιδίως τις συνταγματικές διατάξεις που εγγυώνται την προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία των δικαστικών λειτουργών και από την αρχή της ισότητας πρόσβασης στα δη- μόσια αξιώματα. Από τα ανωτέρω παρέπεται ότι ο νομοθέτης είναι, καταρ- χήν, ελεύθερος να καθορίζει τα προσόντα των υποψηφίων που κρίνει ανα- γκαία προκειμένου οι μέλλοντες να διορισθούν να ανταποκριθούν αποτελε- σματικά στις εκάστοτε ανάγκες του δικαστικού έργου, όπως αυτές διαμορ- φώνονται από τις ισχύουσες συνθήκες» (ΣτΕ επταμ. 851/2011, βλ. και ΣτΕ ε- πταμ. 3762/2010, ΣτΕ 3443/2004, ΣτΕ 741/2002). Έχει κριθεί, στο πλαίσιο αυτό, ότι «από τις ανωτέρω συνταγματικές διατά- ξεις συνάγεται ότι το συμφέρον της εύρυθμης λειτουργίας της δικαιοσύνης επιβάλλει τον καθορισμό από το νομοθέτη εύλογου ανώτατου ορίου ηλικίας για τη συμμετοχή στις εξετάσεις της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουρ- γών, το οποίο, αφενός, θα διασφαλίζει την επαρκή στελέχωση των δικαστη- ρίων εν γένει με δικαστικούς λειτουργούς και, αφετέρου, θα επιτρέπει την παραμονή των δικαστικών λειτουργών για επαρκές χρονικό διάστημα σε κά- 11 θε βαθμό της υπηρεσιακής τους εξέλιξης, ώστε να αποκτούν την εμπειρία, τις γνώσεις και τις ικανότητες που είναι αναγκαίες για την επιτυχή αντιμε- τώπιση των απαιτήσεων του εκάστοτε ανώτερου βαθμού. Ο καθορισμός του εν λόγω ορίου ηλικίας απόκειται στην ουσιαστική εκτίμηση του νομοθέτη και υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο» (ΣτΕ επταμ. 851/2011, βλ. και ΣτΕ ε- πτάμ. 3762/2010, πρβλ. και ΣτΕ Ολομ. 2204-2224/2010, ΣτΕ 9/2004, ΣτΕ 2901/2000, ΣτΕ Ολομ 3827-3828/1997). Σύμφωνα, εξ άλλου, με τις διατάξεις της Οδηγίας 2000/78/ΕΚ «για τη δια- μόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία» (EE L 303/2.12.2000), η οποία ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη αρχικά διά του ν. 3304/2005 και ήδη διά του ν. 4443/2016, ορί- ζεται ότι απαγορεύεται κάθε μορφή διάκρισης, μεταξύ άλλων, λόγω ηλικίας, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα (βλ. άρθρα 1-3 της Οδηγίας και του ν. 4443/2016). Εξαίρεση του κανόνα – η οποία, ως προς τα οριζόμε- να στην προτεινόμενη διάταξη, μπορεί να αφορά τον καθορισμό ανώτατου ορίου ηλικίας για την πρόσληψη, βάσει της απαιτούμενης κατάρτισης για τη συγκεκριμένη θέση εργασίας ή την ανάγκη εύλογης περιόδου απασχόλησης πριν από τη συνταξιοδότηση – εισάγεται υπό τις εξής προϋποθέσεις: πρώ- τον, διά νόμου, δεύτερον, με ειδική αιτιολόγηση, τρίτον, όταν στόχος της διαφορετικής λόγω ηλικίας μεταχείρισης είναι η εξυπηρέτηση σκοπών της πολιτικής της απασχόλησης, της αγοράς εργασίας και της επαγγελματικής κατάρτισης, τέταρτον, όταν τα μέσα επίτευξης των σκοπών αυτών είναι πρό- σφορα και αναγκαία (βλ. άρθρο 6 της Οδηγίας και του ν. 4443/2016) (πρβλ. και άρθρο 21 παρ. 1 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊ- κής Ένωσης). Το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κατ’ επανάληψη απασχολήσει η συ- νταγματικότητα της θέσπισης ανώτατου ορίου ηλικίας για την εισαγωγή στο δικαστικό σώμα. Ως προς τη θέσπιση του 40ού έτους ως τέτοιου, κρίθηκε ό- τι η σχετική ρύθμιση (άρ. 10 παρ. 1 εδ. α ́ του ν. 3689/2008) «δεν παραβιάζει τα άρθρα 4 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 25 του Συντάγματος, ούτε τις διατάξεις της οδηγίας 2000/78/ΕΚ και του ν. 3304/2005, καθώς το όριο αυτό παρίσταται, κατά κοινή πείρα, εύλογο. Και τούτο, διότι διασφαλίζει, κατά τα ανωτέρω, τη στελέχωση των δικαστηρίων κάθε επιπέδου με έμπειρους δικαστικούς λει- τουργούς και εναρμονίζεται με τις ειδικότερες νομοθετικές ρυθμίσεις του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, ο οποίος καθορίζει ελάχιστο όριο παραμονής των δικαστικών λειτουργών σε κάθε βαθμό της βαθμολογικής ιεραρχίας προκειμένου να κριθούν προς προ- 12 αγωγή (...)» (ΣτΕ επταμ. 851/2011, κατ’ αναφορά προς την απόφαση ΣτΕ ε- πταμ. 3762/2010). Ως προς τη θέσπιση του 35ου έτους ως ανώτατου ορίου ηλικίας για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό ειρηνοδικών, κρίθηκε ότι «στην Ελλάδα, ανέκαθεν ίσχυε το σύστημα (...) επιλογής των δικαστικών λειτουρ- γών που προβλέπει την είσοδό τους στο δικαστικό σώμα σε μικρή σχετικά η- λικία, ώστε να σταδιοδρομήσουν, ως ισόβιοι δικαστικοί λειτουργοί, για μα- κρό χρόνο έτσι ώστε να καλλιεργείται ιδιαίτερα σ’ αυτούς, με την άσκηση ε- πί πολλά έτη του δικαστικού λειτουργήματος, νοοτροπία δικαστικής ανεξαρ- τησίας και αμεροληψίας (...) Εξάλλου, εκτιμήθηκε και η ανάγκη απόκτησης όχι μόνο ειδικών γνώσεων αλλά και ειδικής πείρας από την άσκηση για με- γάλο χρόνο του δικαστικού λειτουργήματος όσον αφορά ιδίως στην εκτίμη- ση των αποδεικτικών μέσων, αλλά και την ερμηνεία και εφαρμογή των κανό- νων δικαίου και τη σύνταξη των δικαστικών αποφάσεων (...)» (ΣτΕ επταμ. 851/2011). Κατόπιν των ανωτέρω, και υπό το φως τόσο της εκ νέου πρότασης και δια- τήρησης του ορίου των 45 ετών από τον Νομοθέτη μόλις προ ενός και ημί- σεως έτους, όσο και της δικανικής κατάφασης της συνταγματικότητας κάθε, μέχρι σήμερα – προς τα άνω –, μεταβολής του ηλικιακού ορίου εισαγωγής στο δικαστικό σώμα, επισημαίνεται ότι η προτεινόμενη μείωσή του, από τα 45 στα 40 έτη συνιστά κατ’ αρχήν περαιτέρω περιορισμό, βάσει της ηλικίας, στο δικαίωμα ίσης πρόσβασης στα δημόσια αξιώματα. Ο εν λόγω περιορι- σμός εξυπηρετεί, σύμφωνα με την Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης του νομο- σχεδίου, σκοπό που ανάγεται στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης, αφενός, με τρόπο άμεσο, δηλαδή, με «την επαρκή στελέχωση των δικαστηρίων εν γένει με δικαστικούς λειτουργούς» (σελ. 82), και αφ’ ετέρου με τρόπο έμμε- σο, δηλαδή, διά της χρονικής δυνατότητας υπηρεσιακής εξέλιξης στο δικα- στικό σώμα (σελ. 67 και 82). Ως προς την πρώτη παράμετρο, όμως, δεν ανα- φέρεται κατά ποιον τρόπο η είσοδος στο δικαστικό σώμα προσώπων με ηλι- κία από 40 έως 45 ετών έθεσε, κατά τη δεκαετή εφαρμογή του εν λόγω ηλι- κιακού ορίου, σε κίνδυνο «την επαρκή στελέχωση των δικαστηρίων» σε σχέ- ση με την είσοδο προσώπων έως 40 ετών. Ως προς τη δεύτερη παράμετρο (η οποία, πάντως, δεν βρίσκει εφαρμογή στους ειρηνοδίκες), δεν αναφέρεται αν και σε ποιον βαθμό η είσοδος στο δικαστικό σώμα, κατά την τελευταία δεκαετία, προσώπων ηλικίας 40 έως 45 ετών και η αντίστοιχη μείωση του χρονικού εύρους της υπηρεσιακής τους εξέλιξης είχε πράγματι αρνητική ε- πίδραση στην άσκηση των λειτουργικών καθηκόντων τους. Ερωτάται, εξ άλ- λου, ως προς το πρόσφορο και το αναγκαίο του προτεινόμενου μέτρου, αν 13 στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης συντελεί πρωτίστως το χρονικό περι- θώριο, έως επιπλέον πέντε (5) ετών, για δικαστική σταδιοδρομία, έναντι κρι- τηρίων που συνάπτονται ευθέως προς την προσωπική αξία των υποψήφιων δικαστικών λειτουργών και την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται αποτε- λεσματικά στις ανάγκες του δικαστικού έργου (πρβλ. και άποψη μειοψηφίας στην απόφαση του ΣτΕ επταμ. 851/2011, Ειδική Έκθεση του 2020 του Συνη- γόρου του Πολίτη για την ίση μεταχείριση, σελ. 70, σε: https://www.synig- oros.gr/resources/ docs/120721-ekthesh-ish-metaxeirhsh-2020.pdf, όπου και αναφορά σε συγκριτική έρευνα σε επίπεδο κρατών μελών της ΕΕ, από την οποία προέκυψε ότι «[α]ν και το σύστημα εισόδου στο δικαστικό σώμα δεν είναι κοινό στην ελληνική έννομη τάξη και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές έν- νομες τάξεις (...) δεν υφίσταται ανώτατο ηλικιακό όριο στις περισσότερες ε- ρωτηθείσες ευρωπαϊκές χώρες» και ότι «[σ]ε αρκετές χώρες (...) προβλεπό- ταν κατώτατο ηλικιακό όριο για την ένταξη στο επάγγελμα του δικαστικού λειτουργού, συνήθως, μάλιστα, σχετιζόμενο με τη χρονική απαίτηση προη- γούμενης επαγγελματικής εμπειρίας και κοινωνικής ωριμότητας», βλ. και Π. Μαντζούφα, Οικονομική κρίση και Σύνταγμα, 2014, σελ. 246 επ., καθώς και απόφαση ΔΕΕ της 13.11.2014, C-416/13, Mario Vital Pérez κατά Ayuntamien- to de Ovideo ECLI:EU:C:2014, 2371). 10. Επί του άρθρου 54 παρ. 5 Διά της εν λόγω μεταβατικής διάταξης ορίζεται ότι «[τ]ο ανώτατο όριο η- λικίας των σαράντα (40) ετών (...) δεν ισχύει ως προς τους δύο (2) πρώτους εισαγωγικούς διαγωνισμούς που θα διεξαχθούν τη θέση σε ισχύ του νόμου. Ως προς αυτούς ισχύει το ηλικιακό όριο των σαράντα πέντε (45) ετών (...)». Σύμφωνα με την Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης του νομοσχεδίου, σκοπός της εν λόγω ρύθμισης είναι «να υπάρξει μία ομαλή μετάβαση από το παλαιό στο νέο νομοθετικό καθεστώς και να μην αιφνιδιασθούν υποψήφιοι που ήδη προετοιμάστηκαν για τον εισαγωγικό διαγωνισμό». Παρατηρείται ότι, σύμ- 16 φωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, η συνήθης εντατική προετοιμασία των υποψηφίων για τον εν λόγω εισαγωγικό διαγωνισμό, ο οποίος τυγχάνει εξαιρετικά απαιτητικός, υπερβαίνει κατά πολύ τα δύο (2) έτη.