Αρχική Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και λοιπές ρυθμίσεις του Υπουργείου ΔικαιοσύνηςΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ’ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑ – ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΔΑ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΠΡΩΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ Άρθρο 7 Κατάργηση βαθμών ιεραρχίας ειρηνοδικών – Ειδική επετηρίδα – Καθήκοντα – ΕπιμόρφωσηΣχόλιο του χρήστη ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ | 16 Απριλίου 2024, 11:39
Από το παρόν Σ/Ν όσο και από αυτό που διέρρευσε πριν από μερικούς μήνες έχει καταστεί σαφής η βούληση του νομοθέτη να δημιουργήσει ένα ενιαίο Σώμα Δικαστών, όπου ο καθένας μας θα δύναται να δικάζει οποιαδήποτε ποινικής ή αστικής φύσεως υπόθεση. Η επιλογή αυτή υποκινείται από την αγωνία του νομοθέτη να βελτιώσει την ταχύτητα της απονομής της δικαιοσύνης (μείωση των ημερών έκδοσης πρωτόδικης απόφασης σε 440), αγνοώντας όμως όλες τις καλές πρακτικές άλλων ευρωπαϊκών χωρών (πχ. Κύπρος, όπου υπάρχουν διαφορετικοί δικαστικοί σχηματισμοί –Οικογενειακό Δικαστήριο, Μισθώσεων, Εργατικών κτλ), όπου έχει αποδειχθεί ότι η ταχύτητα στην εκδίκαση των υποθέσεων εκτός από άλλους παράγοντες (πχ. υλικοτεχνικές υποδομές που εξασφαλίζουν τη δυνατότητα άμεσης εκδίκασης των υποθέσεων γιατί υπάρχουν αίθουσες για να εκδικάζονται οι υποθέσεις) οφείλεται στην εξειδίκευση των εφαρμοστών του δικαίου, δηλαδή την τακτική και πάγια ενασχόλησή με ίδιες ή συναφείς υποθέσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, η Πολιτεία ανάμεσα σε πολλές άλλες επιλογές (πχ. καθετοποίηση ύλης πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων όπου οι εφαρμοστές θα αποκτούσαν πολύ ταχύτερα και εξειδίκευση άρα οι χρόνοι θα μειώνονταν έτι περαιτέρω), προβαίνει σε μια σαφή επιλογή, αυτήν της πλήρους ενοποίησης. Αφ’ ης στιγμής όμως επιλέγει κατά τον ανωτέρω τρόπο, θα πρέπει να το πράξει ακολουθώντας κανόνες που εξάγονται από τα οριζόμενα στο Σύνταγμα και στις δικαστικές αποφάσεις των ανωτάτων Δικαστηρίων. Σε εφαρμογή των ανωτέρω, καταρχάς δεν μπορεί να υποχρεώσει τους πρώην Ειρηνοδίκες να εισέλθουν στην γενική επετηρίδα αμέσως, δηλαδή με μια αθρόα μετακίνηση, καθότι κάτι τέτοιο θα προσέκρουε στην ερμηνευτική διάταξη του άρθρ. 88 Συντάγματος (βλ. ενδεικτικά σελ. 4-7 της από 26-2-2024 Γνωμοδότηση του Καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, Ν. Αλιβιζάτου). Περαιτέρω, δεν μπορεί να επιβάλλει μια τέτοια υποχρέωση ούτε εμμέσως, δηλαδή δημιουργώντας στην ειδική επετηρίδα άνισες και άδικες υπηρεσιακές συνθήκες, στοιχείο το οποίο προκύπτει εναργώς από τις υπάρχουσες διατάξεις του νομοσχεδίου, διότι κατά τον τρόπο αυτόν παραβιάζεται εκ πλαγίου η ως άνω διάταξη. Ειδικότερα, το Ν/Σ ως κατατέθηκε, αλλάζει άρδην την υπηρεσιακή κατάσταση των πρώην Ειρηνοδικών, υποχρεώνοντάς τους πλέον να δικάζουν όλες τις υποθέσεις (και το μεγαλύτερο μέρος των ποινικών μετά την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα που αυξάνει κατακόρυφα την αρμοδιότητα του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου), όπως ακριβώς και οι νυν Πρωτοδίκες διατηρώντας τους όμως σε μια παράλληλη ειδική επετηρίδα με διαφορετικές προβλέψεις ως προς την εξέλιξη από τη γενική επετηρίδα. Με την προτεινόμενη αύξηση της ήδη υπάρχουσας καθ’ ύλην αρμοδιότητας των Ειρηνοδικών και την προτεινόμενη μεταφορά καθ’ ύλην αντικειμένων τα οποία μέχρι πρότινος, δεν αποτελούσαν ύλη του Ειρηνοδικείου, το νομοσχέδιο δημιουργεί τη συνθήκη κατά την οποία όλοι οι πρώην Ειρηνοδίκες δικάζουν όλο του αντικειμένου του Πρωτοδικείου, χωρίς αντίστοιχη βαθμολογική εξομοίωση και χωρίς αντίστοιχη αναγνώριση των ετών προϋπηρεσίας τους κατά τους συναδέλφους τους Πρωτοδίκες. Αυτή η πρόβλεψη όμως δεν είναι σύμφωνη με την ερμηνευτική διάταξη του άρθρ. 88 Σ (βλ. από 26-2-2024 Γνωμοδότηση του Καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, Ν. Αλιβιζάτου), καθότι για να είναι μια τέτοια πρόβλεψη συνταγματική θα πρέπει να τους αναθέτει σαφώς διακριτά καθήκοντα, διαφορετικά προβαίνει σε μια έμμεση και αθρόα ενοποίηση που όπως ελέχθη ανωτέρω είναι αντισυνταγματική. Επιπροσθέτως, η προτεινόμενη αυτόματη μεταφορά των οργανικών θέσεων της ειδικής επετηρίδας στη γενική επετηρίδα με την συνταξιοδότηση και αφυπηρέτηση εκάστου εκ των πρώην Ειρηνοδικών, δημιουργεί συνθήκες πραγματικής αδυναμίας μετάθεσης εκείνων των Δικαστών που υπηρετούν σε απομακρυσμένα σε σχέση με το κέντρο των βιοτικών τους συμφερόντων, μέρη, με άμεσο αποτέλεσμα να εξωθούνται όλοι οι πρώην Ειρηνοδίκες εν τοις πράγμασι στην ένταξη στην γενική επετηρίδα χωρίς ουσιαστικά δικαίωμα επιλογής, προκειμένου να μπορούν να μετατεθούν. Το παραπάνω, άλλωστε, ήτοι η σταδιακή κατάργηση της ειδικής επετηρίδας, αποτελεί και τη σαφή στοχοθέτηση του Υπουργείου, όπως έχει δημοσίως αναπτυχθεί πολλάκις κατά την παρουσίαση του επίμαχου νομοσχεδίου σε διάφορους φορείς και μέσα μαζικής ενημέρωσης, αγνοώντας κατάφωρα τον οικογενειακό και οικονομικό προγραμματισμό που έχει λάβει χώρα από 960 δικαστικούς λειτουργούς. Μια τέτοια έμμεση αθρόα μετακίνηση, ωστόσο, όπως προειπώθηκε, παραβιάζει εκ πλαγίου την ερμηνευτική διάταξη του άρθρ. 88 Συντάγματος (βλ. ενδεικτικά σελ. 4-7 της από 26-2-2024 Γνωμοδότηση του Καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, Ν. Αλιβιζάτου). Περαιτέρω, με το παρόν επιδιώκουμε να θυμίσουμε στην Πολιτεία ότι επιλέξαμε πολύ συνειδητά να εισαχθούμε στον κλάδο των Ειρηνοδικών εξαιτίας ακριβώς των διακριτών καθηκόντων (ενασχόληση μόνο με αστικές υποθέσεις) και με πλήρη επίγνωση των διαφορετικών συνθηκών που ίσχυαν στον κλάδο αυτό, καθότι στην προσωπική μας στάθμιση σημασία έχουν και άλλες παράμετροι, αποδεχόμενοι πλήρως ότι «οι διατάξεις της κοινής νομοθεσίας μας επιφύλασσαν ιδιαίτερο νομικό καθεστώς σε σχέση με τους λοιπούς δικαστικούς λειτουργούς, το οποίο αποδεχτήκαμε με την είσοδό μας στο δικαστικό Σώμα», όπως επί λέξει εξάλλου αναφέρει η ΣτΕ 2425/2018. Η μόνη επιλογή επομένως για τον νομοθέτη η οποία μπορεί να γεφυρώσει την επιθυμία του για βελτίωση των χρόνων απονομής της δικαιοσύνης και τις συνταγματικές επιταγές είναι η ανάθεση διακριτών καθηκόντων στους δικαστές της παράλληλης ειδικής επετηρίδας (βλ. σελ 16 σημείωση 2 στην γνωμοδότηση Αλιβιζάτου "... η νομική θέση των εγγεγραμμένων σε αυτήν δεν θα μεταβληθεί ούτε από πλευράς καθηκόντων, μεταθέσεων, προαγωγών ", τοποθέτηση του Δ. Σιγουράκου στο Πόρισμα της Ομάδας Εργασίας). Για τους ανωτέρω λόγους, βασικό αίτημα της παρούσας Ολομέλειας είναι η τροποποίηση του άρθρου 7 ως εξής: «1. Οι υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ειρηνοδίκες εντάσσονται σε ειδική επετηρίδα κατά τη σειρά αρχαιότητας που είχαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, η οποία ισχύει παράλληλα με την ισχύουσα γενική επετηρίδα των λοιπών δικαστικών λειτουργών των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων. 2. Με την επιφύλαξη της παρ. 4, οι υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ειρηνοδίκες εξακολουθούν να εκτελούν τα καθήκοντα που εκτελούσαν έως την κατάργηση των ειρηνοδικείων χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι περιορισμοί της καθ’ ύλη αρμοδιότητας αυτών. 3. Οι υπηρετούντες κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος ειρηνοδίκες δύνανται να παρακολουθούν προγράμματα επιμόρφωσης, ιδίως στον τομέα του ποινικού δικαίου και της ποινικής δικονομίας. 4. Οι υπηρετούντες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, συμμετέχουν σε συνθέσεις τριμελών πλημμελειοδικείων. Στις ανωτέρω πολυμελείς συνθέσεις, μεταξύ πρωτοδίκη και υπηρετούντος, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ειρηνοδίκη, αρχαιότερος θεωρείται ο πρωτοδίκης της γενικής επετηρίδας». Περαιτέρω, η Ολομέλεια τάσσεται ομόφωνα υπέρ: 1) Της τροποποίησης του άρθρ. 8 παρ. 2 του Ν/Σ με τους όρους που ήδη έχουν εισφερθεί στο δημόσιο διάλογο με σκοπό την ουσιαστική υπηρεσιακή αναγνώριση της δικαστικής εμπειρίας εκάστου εκ των Ειρηνοδικών που θα επιλέξουν να ενταχθούν με αίτησή τους στην γενική επετηρίδα. 2) Της ρητής πρόβλεψης ότι οι Δικαστές της ειδικής επετηρίδας θα δύνανται να επιλέξουν κατά προτεραιότητα να μετακινηθούν σε θέσεις που κενώνονται για οποιοδήποτε λόγο (συνταξιοδότηση, παραίτηση) εντός αυτής και σε κάθε περίπτωση πριν την μεταφορά αυτής στην γενική επετηρίδα. 3) Της ρητής νομοθετικής πρόβλεψης για τους υπηρετούντες στην ειδική επετηρίδα να παραμείνουν τα δικαιώματα που θεσπίζονταν στο ν. 2521/1997, όπως έχει τροποποιηθεί έως σήμερα. 4) Της θέσπισης Ειδικού Προανακριτικού Τμήματος και στο υπό σύσταση περιφερειακό Πρωτοδικείο της Π.Ε.Λήμνου, η οποία νήσος Λήμνος λόγω της μοναδικής γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας (απομονωμένη και σε πολύ μεγάλη απόσταση από τη Μυτιλήνη ως έδρα του Κεντρικού Πρωτοδικείου, με μόνον δυο δρομολόγια πλοίου την εβδομάδα και μέσο όρο ταξιδιού περί τις 6 ώρες) θα πρέπει να αντιμετωπισθεί και αυτή νομικοτεχνικά ως πρώην Νομός (αρ. 14 παρ. 3 του νομοσχεδίου), στο οποίο θα εκτελεί προανακριτικά καθήκοντα ο δικαστικός λειτουργός που θα υπηρετεί στην εν λόγω περιφέρεια και όχι ο υπηρετών κατά την έναρξη ισχύος Πταισματοδίκης του Κεντρικού Πρωτοδικείου Λέσβου. Με αυτό τον τρόπο, θα συνεχισθεί αδιατάρακτα η διεξαγωγή προανάκρισης για τη Νήσο Λήμνου και τη Νήσο Αγίου Ευστρατίου, αλλά θα επιτευχθεί ταυτόχρονα κατ’ αυτόν τον τρόπο και η παράλληλη ύπαρξη προέδρου Υπηρεσίας σε καθημερινή βάση στη Λήμνο (πέραν της προανάκρισης, συχνή διεξαγωγή ερευνών της Αστυνομίας και του Λιμενικού Σώματος σε όλο το νησί, Διοίκηση/Διεύθυνση της Υπηρεσίας και του κτιρίου ιδιοκτησίας ΤΑΧΔΙΚ, συμβάσεις, προμήθειες, συντήρηση κλπ αλλά και επείγοντα ζητήματα πολιτικής δικαιοδοσίας όπως ασφαλιστικά μέτρα, προσωρινές διαταγές, προσδιορισμοί κλπ), αποκλειομένου έτσι του εξόχως ανορθολογικού ενδεχομένου να πρέπει για τα ανωτέρω αντικείμενα να μεταβαίνουν - κυλιόμενα και σε εβδομαδιαία βάση προς τούτο - (με όλες τις παραπάνω διαχρονικές δυσχέρειες στη διασύνδεση) οι υπηρετούντες Δικαστές του Κεντρικού Πρωτοδικείου Μυτιλήνης, με άμεση συνέπεια να δεκαπλασιάζονται σε μηνιαία βάση τα έξοδα του Ελληνικού Δημοσίου για αδιάκοπες επισφαλείς μετακινήσεις και διαμονές. Ειδικά δε για το αμέσως ανωτέρω ζήτημα, μοναδικό τρόπο επίλυσης αποτελεί η κατ’ εξαίρεση και εναρμονισμένα με τις επιταγές του αρ. 101 παρ. 4 του Συντάγματος, προσθήκη δυνατότητας (κατόπιν επιλογής) συνέχισης άσκησης των καθηκόντων του υπηρετούντος δικαστικού στην εν λόγω Περιφερειακή Έδρα, σύμφωνα με τα ήδη οριζόμενα στο αρ. 11 παρ.1 του Νομοσχεδίου για τους δικ. Υπαλλήλους. 5) Της ρητής διατήρησης της καθ’ ύλην αρμοδιότητας των περιφερειακών πρωτοδικείων, για τους λόγους που έχουν ήδη εισφερθεί στο δημόσιο διάλογο, μόνο για υποθέσεις αστικού δικαίου. 6) Της ρητής πρόβλεψης διάταξης περί δυνατότητας εθελούσιας εξόδου εκ του σώματος των Ειρηνοδικών, ενόψει των διατάξεων του νομοσχεδίου που μεταλλάσσουν εκ θεμελίων και βιαίως την υπηρεσιακή μας κατάσταση. Η Ολομέλεια των Ειρηνοδικών της Περιφέρειας του Πρωτοδικείου Μυτιλήνης ομόφωνα στηλιτεύει τη συνεχιζόμενη απαξίωση του σώματος των Ειρηνοδικών μέσω της εκφοράς δημόσιων δηλώσεων οι οποίες καλλιεργούν την εντύπωση οκνηρίας και νωθρότητας ημών και των συναδέλφων μας και εμφορούνται από αμετροέπεια και άγνοια της πραγματικής συνεισφοράς του σώματος στην ορθή και ταχεία απονομή της Δικαιοσύνης, ιδιαιτέρως κατά τα έτη 2010 - 2022, με την εξ ολοκλήρου διεκπεραίωση εκατοντάδων χιλιάδων υποθέσεων του ν. 3869/2010 με νομική αρτιότητα και πραγματικό αίσθημα δικαίου. Καλεί δε την πολιτεία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να αντιμετωπίζει ισόβιους δικαστικούς λειτουργούς με το σεβασμό που τους αξίζει. ΟΙ ΥΠΗΡΕΤΟΥΝΤΕΣ ΣΤΑ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΑ ΜΥΤΙΛΉΝΗΣ-ΚΑΛΛΟΝΗΣ-ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ-ΛΗΜΝΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΣ